Η αυτοεκτίμηση είναι ένα από τα πιο σημαντικά συστατικά για τη ζωή του ατόμου και για τη δημιουργία επιτυχημένων σχέσεων. Τα πρώτα χρόνια της ζωής του ατόμου και η παιδική ηλικία παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της αυτοεκτίμησης, η οποία θα ακολουθεί το άτομο και στην ενήλική του ζωή.
Τι είναι, όμως, η αυτοεκτίμηση και πώς συμβάλλουν οι γονείς στην ανάπτυξή της;
Η αυτοεκτίμηση είναι η συνολική εικόνα που έχει το άτομο για τον εαυτό του, τις ικανότητές του, την εξωτερική του εμφάνιση, τις προσωπικές του επιτυχίες. Είναι η συνολική πεποίθηση για το πόσο αξίζουμε τόσο στα δικά μας μάτια όσων και στα μάτια των σημαντικών άλλων για εμάς.
Ο ρόλος των γονέων είναι καθοριστικός στη διαμόρφωση της αυτοεκτίμησης των παιδιών. Σίγουρα οι γονείς δεν μπορούν να ελέγξουν ό,τι σκέφτεται, νιώθει και ζει το παιδί. Μπορούν, όμως, μέσα από τη δική τους στάση και συμπεριφορά να καθορίσουν κατά πολύ τον τρόπο που το παιδί αντιλαμβάνεται τον εαυτό του, τις επιτυχίες καθώς και τις αποτυχίες του.
Με ποιους τρόπους μπορεί να συμβεί αυτό;
– Δείχνουμε αγάπη και δίνουμε φροντίδα και αγκαλιά στο παιδί μας. Η αγάπη και το χάδι είναι το πρώτο πράγμα που από την βρεφική του ηλικία αποζητά το άτομο για να νιώσει ασφαλές. Το παιδί, μεγαλώνοντας με αγάπη και στοργή, νιώθει πως αξίζει να αγαπιέται γι’ αυτό που απλά είναι.
– Επιβραβεύουμε το παιδί μας όσο πιο συχνά μπορούμε. Κάποια είδη επιβράβευσης μπορούν να γίνουν λεκτικά όπως: «είμαι πολύ περήφανος για εσένα», «μπράβο, ή προσπάθειά σου ήταν εξαιρετική», «είσαι μοναδικός για εμένα». Πέρα, όμως από τον λεκτικό έπαινο, η επιβράβευση μπορεί να υπάρξει και με τη χρήση της μη λεκτικής επικοινωνίας ή διάφορων χειρονομιών, όπως χειροκρότημα, καταφατικό νεύμα, απουσία επίπληξης ή τιμωρίας σε μία αποτυχία του παιδιού.
– Είμαστε συνεχώς ενημερωμένοι για τη συναισθηματική κατάσταση των παιδιών μας. Αυτό μπορεί να γίνει με την απλή ερώτηση «πώς νιώθεις σήμερα». Ακόμα μπορούμε να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι και να ρωτήσουμε στο παιδί μας «τι ήταν αυτό που σε πλήγωσε σήμερα ή τι ήταν αυτό που σε έκανε να χαρείς;». Μόνο όταν τα παιδιά νιώσουν πως είμαστε έτοιμοι και ανοιχτοί στο να τα ακούσουμε, θα ανοίξουν τον συναισθηματικό τους κόσμο και θα εκφράσουν τα συναισθήματά τους. Κάθε συναίσθημα πρέπει να γίνατε κατανοητό και αποδεκτό από εμάς, ακόμα και συναισθήματα όπως θυμός ή θλίψη.
– Μιλάμε με όμορφα και με θετικά σχόλια για το παιδί μας μπροστά σε άλλους. Είναι απαραίτητο η εκτίμηση η δική μας να μεταφερθεί και σε άλλα σημαντικά πρόσωπα για το παιδί, όπως είναι ο δάσκαλος ή οι γείτονες, έτσι ώστε να το σέβονται και να το εκτιμούν και οι ίδιοι.
– Δεν έχουμε υψηλές και μη ρεαλιστικές προσδοκίες από τα παιδιά μας και κυρίως προσδοκίες που να διαφέρουν από τις δικές τους επιθυμίες. Ρωτάμε πάντα την γνώμη τους και την σεβόμαστε αν είναι διαφορετική από εμάς. Παράλληλα, θέτουμε κάποιους κανόνες και στόχους για το παιδί, έτσι ώστε να νιώσει πως βρίσκεται σε ένα οριοθετημένο περιβάλλον, κάτι το οποίο θα το κάνει να νιώθει ασφάλεια.
– Δεν συγκρίνουμε το παιδί μας με άλλα παιδιά. Η σύγκριση είναι μια διαδικασία που ακολουθούν και στην ενήλικη ζωή τα άτομα με χαμηλή αυτοεκτίμηση με σκοπό να υποβιβάσουν ασυνείδητα τον εαυτό τους και τις ικανότητες τους.
– Φροντίζουμε τη δική μας αυτοεκτίμηση. Μη ξεχνάμε άλλωστε πως τα παιδιά έχουν μιμητική συμπεριφορά και ακολουθούν συχνά τα βήματα, τον τρόπο σκέψης, αλλά και τις πράξεις των γονιών. Φροντίζουμε τον εαυτό μας, τη σχέση με τον σύντροφό μας και αναγνωρίζουμε την αξία και τον ρόλο μας ως γονείς. Κανένας γονιός άλλωστε δεν είναι τέλειος, αλλά ο καθένας είναι μοναδικός!
Μεγαλώνοντας παιδιά με αυτοεκτίμηση, εξελισσόμαστε και ωριμάζουμε και εμείς ως γονείς ενισχύοντας ακόμα περισσότερα την θετική εικόνα για τον εαυτό μας, αλλά και την υγιή σχέση με το παιδί μας.