Από τις αρχές του 2020 η ανθρωπότητα αντιμετωπίζει μία πανδημία προερχόμενη από τον ιό SARS-CoV-2 με πρωτοφανείς επιπτώσεις στη δημόσια υγεία. Οι εκδηλώσεις της νόσου (COVID-19) από αυτόν τον κορωνοϊό δεν περιορίζονται βεβαίως στο αναπνευστικό σύστημα αλλά σε πληθώρα συστημάτων συμπεριλαμβανομένου του καρδιαγγειακού συστήματος.
Έχει αποδειχθεί ότι ο ιός αυτός εισέρχεται στα κύτταρα μέσω των υποδοχέων αγγειοτενσίνης 2 οι οποίοι εκφράζονται σε πλήθος οργάνων όπως την καρδιά και τα αγγεία. Οι καρδιολογικές επιπλοκές που σχετίζονται με τη νόσηση από COVID-19 περιλαμβάνουν τον οξεία μυοκαρδιακή βλάβη, τη μυοκαρδίτιδα, τις αρρυθμίες, την καρδιογενή καταπληξία, τον αιφνίδιο καρδιακό θάνατο και βέβαια το έμφραγμα του μυοκαρδίου.
Παρά τις σημαντικές επιπτώσεις της νόσου COVID-19 στο καρδιαγγειακό σύστημα, στις περιοχές που η πανδημία είχε την μεγαλύτερη επίπτωση (όπως για παράδειγμα η περιοχή της Λομβαρδίας της Ιταλίας) παρατηρήθηκε σημαντική μείωση, έως και 70%, των ασθενών με έμφραγμα μυοκαρδίου που προσέρχονταν στα επείγοντα ιατρεία των νοσοκομείων.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν όμως και τα δεδομένα από τον Ελληνικό χώρο όπου παρά τα μικρά ποσοστά επίπτωσης της πανδημίας, τουλάχιστον κατά το πρώτο επιδημικό κύμα, παρατηρήθηκε αντίστοιχος περιορισμός σε ποσοστό περίπου 40-50% των ασθενών που προσέρχονταν με έμφραγμα του μυοκαρδίου στις δομές του συστήματος υγείας.
Συγκεκριμένα δεδομένα από το Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Αθηνών κατά την περίοδο των αυστηρών μέτρων περιορισμού των μετακινήσεων («lockdown»), ανέδειξαν τη σημαντική μείωση κατά 33% των ασθενών που προσέρχονταν με επείγοντα καρδιολογικά προβλήματα. Επίσης δεδομένα από το Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Αθηνών, από άλλα μεγάλα νοσοκομεία της περιοχής της Αττικής και από Πανεπιστημιακά νοσοκομεία άλλων Νομών, αποκάλυψαν ότι η μείωση αφορούσε τόσο τα περιστατικά εμφράγματος του μυοκαρδίου όσο και αρρυθμιών και απορρύθμισης καρδιακής ανεπάρκειας. Επιπλέον, την περίοδο των περιοριστικών μέτρων λόγω COVID-19 υπήρξε και σημαντική καθυστέρηση των προγραμματισμένων καρδιοχειρουργικών επεμβάσεων.
Η παρατήρηση της μείωσης των ασθενών που προσέρχονταν στα νοσοκομεία με έμφραγμα επιβεβαιώθηκε και σε μελέτη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων βασισμένη σε πανελλαδικά δεδομένα (Ιωάννινα, Πάτρα, Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Λάρισα, Αλεξανδρούπολη). Τέλος, τα πρώτα δεδομένα από την περιοχή της Θεσσαλονίκης και ιατροδικαστικά δεδομένα από την Αθήνα και την Θεσσαλονίκη έδειξαν ότι παρά τη μείωση των ασθενών που προσέρχονται στα επείγοντα καρδιολογικά ιατρεία, δεν υπήρξε αύξηση των αιφνίδιων καρδιακών θανάτων που συμβαίνουν εκτός νοσοκομείου.
Τα δεδομένα αυτά είναι προς το παρόν δύσκολο να εξηγηθούν και χρειάζονται την περαιτέρω προσοχή μας, καθώς η πιθανότητα ασθενείς με σχετικά ήπια συμπτώματα να μην προσέρχονται σε δομές του συστήματος υγείας λόγω του φόβου της μόλυνσης από τον κορωνοϊό δεν μπορεί να αποκλειστεί. Το σενάριο αυτό μάλιστα είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο γιατί μπορεί να οδηγήσει σε δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία, σε μόνιμη δυσλειτουργία της καρδιάς ή ακόμα και στον θάνατο αν το έμφραγμα του μυοκαρδίου δεν αντιμετωπιστεί σωστά, δεδομένου μάλιστα ότι τα καρδιαγγειακά νοσήματα εξακολουθούν να αποτελούν την κυριότερη αιτία θανάτου παγκοσμίως!
Στο σημείο αυτό είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι τα συστήματα υγείας έχουν αφενός προσαρμόσει τις υπηρεσίες τους και τα πρωτόκολλα αντιμετώπισης, ώστε ακόμα και ασθενείς με COVID-19 που παρουσιάζουν έμφραγμα του μυοκαρδίου να αντιμετωπίζονται με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο.
Σε κάθε περίπτωση ασθενείς με συμπτώματα εμφράγματος του μυοκαρδίου θα πρέπει το ταχύτερο δυνατό να προσεγγίζουν τις νοσοκομειακές δομές για άμεση αντιμετώπιση, καθώς τα νοσοκομεία έχουν λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα ασφαλείας ώστε να προφυλάξουν από τον κορωνοϊο όλους όσους προσέρχονται σε αυτά. Ασθενής με έμφραγμα του μυοκαρδίου διατρέχει πολύ σημαντικό κίνδυνο να πεθάνει εφόσον δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα, ενώ αντίθετα δεν διατρέχει κίνδυνο μόλυνσης από τον κορωνοϊό κατά τη νοσηλεία του στα νοσοκομεία.