Η συστηματική άθληση είναι γνωστό πως προάγει την υγεία και πολυάριθμες ιατρικές μελέτες στο παρελθόν έχουν επιβεβαιώσει την αντίληψη αυτή. Ειδικά οι νέοι αθλητές θεωρούνται από την κοινωνία ως η επιτομή της υγείας και της δύναμης.
Επομένως, ένας αναπάντεχος αιφνίδιος καρδιακός θάνατος αθλητή είναι εύλογο να δημιουργεί απορία, ανησυχία και συχνά φόβο στην ευρύτερη κοινότητα. Το ερώτημα έρχεται αναπόφευκτα. Πώς μπορεί ένα τέτοιο συμβάν να εξηγηθεί;
Η παγκόσμια καρδιολογική κοινότητα έχει στρέψει από νωρίς το ενδιαφέρον της στα σπάνια αλλά σοκαριστικά αυτά περιστατικά. Τα τελευταία 30 χρόνια έχουν προσδιοριστεί οι αιτίες που τα προκαλούν και πλέον οι μεγάλες καρδιολογικές ενώσεις δίνουν σαφείς κατευθύνσεις για την πρόληψη, στο μέτρο του δυνατού, αυτού του φαινομένου.
Αρχικά πρέπει να τονιστεί πως ο αθλητισμός δεν θεωρείται η αιτία ενός τέτοιου επεισοδίου. Οι σπάνιες περιπτώσεις αθλητών με αιφνίδιο καρδιακό θάνατο αποδεικνύεται στη συνέχεια πως είχαν κάποια αδιάγνωστη υποκείμενη καρδιοπάθεια μπαίνοντας στον αθλητικό στίβο και τελικά ο αθλητισμός λειτουργεί μόνο ως πυροδότης ανεπιθύμητων συμβάντων.
Με βάση τις πιο αξιόπιστες μελέτες η πιθανότητα αιφνίδιου θανάτου σε νέο αθλητή (κάτω των 35 ετών) υπολογίζεται σε ένα ή δύο περιστατικά ανά 100.000 αθλούμενους ανά έτος. Καρδιαγγειακές παθήσεις λιγότερο γνωστές στο ευρύ κοινό, και σε μεγάλο βαθμό κληρονομικές, ευθύνονται για τα περιστατικά αυτά σε νέους αθλητές. Παθήσεις όπως η υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια, η αρρυθμιογόνος μυοκαρδιοπάθεια, οι συγγενείς παθήσεις των στεφανιαίων αγγείων, οι μυοκαρδίτιδες και τα κληρονομικά αρρυθμιολογικά σύνδρομα μπορεί να μην έχουν εμφανώς εκδηλωθεί ή να έχει υποτιμηθεί η συμπτωματολογία τους εκθέτοντας τον αθλητή σε κίνδυνο κατά την άθληση.
Ο προαγωνιστικός καρδιολογικός έλεγχος, όπως έχει δομηθεί από τις μεγάλες καρδιολογικές ενώσεις, στοχεύει στην αναγνώριση ύποπτων σημείων ενδεικτικών των παραπάνω νοσημάτων. Περιλαμβάνει στοχευμένο ατομικό και οικογενειακό ιστορικό, φυσική εξέταση και ηλεκτροκαρδιογράφημα. Προαιρετικά μπορεί να συμπεριληφθεί και το υπερηχογράφημα (triplex) καρδιάς. Η εξέταση θα πρέπει να γίνεται από καρδιολόγο με γνώση των φυσιολογικών προσαρμογών που εμφανίζει μια καρδιά αθλητή, ώστε να αποφεύγονται άσκοποι φόβοι και περιττές εξετάσεις από ευρήματα αναμενόμενα σε αθλητές. Από την άλλη πλευρά οι λίγες περιπτώσεις αξιόλογων ή παθολογικών ευρημάτων (υπολογίζονται σε ένα ποσοστό 0,4 – 2 %) θα πρέπει να αξιολογούνται κατάλληλα και οι αθλητές να παραπέμπονται σε περαιτέρω έλεγχο.
Σε ηλικίες μεγαλύτερες των 35 ετών (βετεράνοι αθλητές) η σημασία των κληρονομικών καρδιοπαθειών υποχωρεί. Η πιθανότητα αιφνιδίου θανάτου αυξάνεται κατά 5 έως 10 φορές και κυρίαρχη πάθηση αναδεικνύεται η αρτηριοσκλήρυνση των στεφανιαίων αγγείων, η νόσος δηλαδή που απειλεί κάθε καρδιολογικά αμελή μεσήλικα ή ηλικιωμένο. Συνήθως συνυπάρχουν αρρύθμιστοι κάποιοι από τους γνωστούς παράγοντες κινδύνου για έμφραγμα όπως κάπνισμα, υψηλή χοληστερόλη, σακχαρώδης διαβήτης ή αρτηριακή υπέρταση. Σε αυτή την ηλικιακή ομάδα αθλητών, κυρίαρχος στόχος του καρδιολόγου είναι να αποκλείσει τυχόν ύπαρξη μιας σιωπηλής (υποκλινικής) μυοκαρδιακής ισχαιμίας. Για το λόγο αυτό συμπληρωματικά στο παραπάνω πρωτόκολλο προαθλητικών εξετάσεων προστίθεται μια δοκιμασία κόπωσης.
Συνοψίζοντας το ζήτημα του αιφνιδίου θανάτου σε αθλητές, αν και τραγικό, αποτελεί ένα σπάνιο σχετικά φαινόμενο. Η βαθύτερη καρδιολογική γνώση των υποκείμενων καρδιοπαθειών και τα λεπτομερέστερα εργαλεία διάγνωσης στη σύγχρονη εποχή μας βοηθούν να κάνουμε αποτελεσματικότερους προαγωνιστικούς ελέγχους. Στόχος πάντα αποτελεί η ενθάρρυνση όλων, νεότερων και μεγαλύτερων, στην ασφαλή και συστηματική άσκηση.