Για πολλά χρόνια ο Σακχαρώδης Διαβήτης κατηγοριοποιούνταν σε δύο μόνο διαφορετικά είδη (στον τύπο 1 και στον τύπο 2-υπήρχε βέβαια και ο διαβήτης κύησης). Ωστόσο οι οδηγίες ταξινόμησης δεν είχαν αλλάξει για 20 χρόνια, παρά τις αυξανόμενες ενδείξεις για μία τέτοια ανάγκη.
Σύμφωνα με αυτή την ταξινόμηση ο τύπος 1 θεωρούνταν ως ο νεανικός τύπος διαβήτη και ο τύπος 2 ως ο διαβήτης ενηλίκων. Αρχικά αυτά τα δεδομένα άλλαξαν και έπαψαν να συσχετίζονται αυτοί οι δύο βασικοί τύποι με την ηλικία ή τον τύπο θεραπείας. Σύμφωνα όμως με μια νέα επιστημονική έρευνα Σκανδιναβών επιστημόνων, προτείνονται 5 διαφορετικοί τύποι διαβήτη, έτσι ώστε να υπάρχει μία πιο εξατομικευμένη και πιο αποτελεσματική θεραπεία για τους ασθενείς με ΣΔ (σακχαρώδη διαβήτη).
Οι ερευνητές από τη Σουηδία και τη Φινλανδία δημοσίευσαν μια μελέτη στο περιοδικό The Lancet Diabetes and Endocrinology δίνοντας μια νέα κατηγοριοποίηση με συνολικά πέντε ομάδες. Η νέα κατηγοριοποίηση διατηρεί τον «παιδικό» διαβήτη τύπου 1, ενώ χωρίζει τον διαβήτη τύπου 2 σε τέσσερις επιμέρους ομάδες, δύο με πιο σοβαρές περιπτώσεις της νόσου και δύο πιο ελαφριές. Στην ουσία η μελέτη ταξινόμησε τους ασθενείς με βάση τις γενετικές και άλλες διαφορές (ηλικία έναρξης, σοβαρότητα συμπτωμάτων, κίνδυνος επιπλοκών κ.α.).
Ο διαβήτης τύπου 1 («παιδικός») έχει γονιδιακή βάση και αποτελεί μια πάθηση του ανοσοποιητικού συστήματος στην οποία δεν υπάρχει έκκριση ινσουλίνης για να ρυθμίσει τα επίπεδα σακχάρου. Ο διαβήτης τύπου 2 από την άλλη είναι μια μεταβολική διαταραχή που σχετίζεται κυρίως με τον τρόπο ζωής (κακή διατροφή, παχυσαρκία, έλλειψη σωματικής άσκησης κ.α.).
Οι πέντε ομάδες σύμφωνα με αυτή την κατηγοριοποίηση είναι:
• Ομάδα 1: ο σοβαρός αυτοάνοσος διαβήτης που είναι γενικά ο ίδιος με τον κλασσικό τύπο ΣΔ1 – εμφανίζεται στα παιδιά.
• Ομάδα 2: Ασθενείς με διαβήτη με ανεπάρκεια ινσουλίνης που φαίνονταν αρχικά πολύ κοντά σε αυτούς της ομάδας 1 – είναι νέοι, έχουν υγιές βάρος και αγωνίζονται για να παράξουν ινσουλίνη.
• Ομάδα 3: Ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη ανθεκτικοί στην ινσουλίνη, υπέρβαροι με παραγωγή ινσουλίνης, των οποίων ο οργανισμός όμως δεν ανταποκρίνεται πλέον σε αυτή.
• Ομάδα 4: Ήπιος διαβήτης σχετιζόμενος με την παχυσαρκία κυρίως σε άτομα πολύ υπέρβαρα/παχύσαρκα αλλά μεταβολικά πολύ πιο κοντά στο φυσιολογικό από αυτά της ομάδας 3.
• Ομάδα 5: Οι ασθενείς με ήπιο διαβήτη που σχετίζονται με την ηλικία εμφάνισαν συμπτώματα σε μεγαλύτερη ηλικία από ό, τι σε άλλες ομάδες και η ασθένειά τους είναι πιο ήπια.
Τα άτομα της ομάδας 3 (τα πλέον ανθεκτικά στην ινσουλίνη) είχαν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης διαβητικής νεφροπάθειας, ενώ η ομάδα 2 (ανεπαρκής σε ινσουλίνη) είχε τον υψηλότερο κίνδυνο αμφιβληστροειδοπάθειας.
Ο ρόλος της διατροφής
Από τις πέντε ομάδες που προσδιορίστηκαν στη μελέτη, τέσσερις σχετίζονταν με τον διαβήτη τύπου 2, καθιστώντας αυτή τη μελέτη ιδιαίτερα σημαντική για τη θεραπεία και την κατανόηση του διαβήτη.
Τρεις από τις πέντε περιπτώσεις τύπου 2 μπορούν να προληφθούν ή να καθυστερήσουν κάνοντας πιο υγιεινές επιλογές, βοηθώντας τους ανθρώπους να αντιληφθούν τον δικό τους κίνδυνο να αναπτύξουν την κατάσταση και εξασφαλίζοντας έγκαιρη διάγνωση παρακολουθώντας τις ομάδες υψηλού κινδύνου.
Οι δύο ηπιότερες μορφές της νόσου σε αυτές τις πέντε ομάδες, που αποτελούν το 55% των ασθενών, μπορούν να διαχειριστούν την κατάστασή τους με συμβουλές για τον τρόπο ζωής και υγιεινή διατροφή. Η ιδανική δίαιτα είναι πλούσια σε τρόφιμα με φυτικές ίνες, σύνθετους υδατάνθρακες, λαχανικά και χαμηλή σε ανθυγιεινά και επιβαρυντικά λίπη.
Επομένως, η δίαιτα είναι απαραίτητη για την πρόληψη του σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2. Η τεράστια κλίμακα της νόσου – 4.6 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν με διαβήτη στο Ηνωμένο Βασίλειο – σημαίνει ότι κανένας επιστημονικός τομέας από μόνος του δεν μπορεί να λύσει το πρόβλημα. Ωστόσο, η σημασία που έχει η δίαιτα στην εκδήλωση και τη διαχείριση των ασθενειών «προσκαλεί» τη συμμετοχή του κλάδου των τροφίμων και των ποτών.