Ανεύρυσμα είναι η κατάσταση κατά την οποία παρατηρείται διεύρυνση, διόγκωση ή διάταση τμήματος ενός αιμοφόρου αγγείου (συνήθως αρτηρίας). Οι κύριες αιτίες είναι οργανικές παθήσεις ή κάκωση των τοιχωμάτων του αγγείου λόγω κληρονομικότητας ή επίκτητης ασθένειας. Ανευρύσματα παρουσιάζονται σε οποιοδήποτε αιμοφόρο αγγείο, συχνότερα στον εγκέφαλο, στη θωρακική και κοιλιακή αορτή αλλά και μέσα στην καρδιά.
Όσο αυξάνεται το μέγεθος του ανευρύσματος, τόσο αυξάνεται και ο κίνδυνος ρήξης αυτού, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε αιμορραγικά επεισόδια, θρόμβους, εμβολή ακόμα και στον θάνατο.
Πώς αντιμετωπίζεται;
Υπάρχουν δύο μέθοδοι θεραπείας των ανευρυσμάτων της θωρακικής και κοιλιακής αορτής, η ελάχιστα επεμβατική ενδαγγειακή, διακαθετηριακή και η ανοικτή χειρουργική.
Τα προτερήματα της ενδαγγειακής μεθόδου είναι προφανή: απουσία τομής, ελαττωμένες επιπλοκές, ελαττωμένη θνητότητα, πιο γρήγορη έξοδος από το νοσοκομείο, γρήγορη ανάρρωση και απουσία σημαντικού μετεγχειρητικού πόνου.
Τα συχνότερα ανευρύσματα που αντιμετωπίζονται ενδαγγειακά είναι στην κατιούσα θωρακική αορτή. Η διακαθετηριακή μέθοδος με τη χρήση τελευταίας γενιάς ενδομοσχευμάτων (αορτικά stent) έχει σχεδόν πλήρως αντικαταστήσει την ανοικτή χειρουργική επέμβαση με άριστα αποτελέσματα.
Τα τελευταία χρόνια, η πρόοδος της τεχνολογίας μας έχει επιτρέψει να επεκτείνουμε τη χρήση της διακαθετηριακής μεθόδου και στα σύνθετα ανευρύσματα του αορτικού τόξου και στα θωρακοκοιλιακά. Η θεραπεία στις θέσεις αυτές επιτυγχάνεται με τη χρήση εξειδικευμένων Θυριδωτών (Fenestrated) ή Διακλαδούμενων (Branched) μοσχευμάτων. Στα ειδικά αυτά ανευρύσματα υπάρχουν σαφείς ενδείξεις και αντενδείξεις για την εφαρμογή της διακαθετηριακής επέμβασης. Σήμερα, οι διακαθετηριακές επεμβάσεις πραγματοποιούνται σε ασθενείς που η ανοικτή επέμβαση αποτελεί αντένδειξη λόγω άλλων προβλημάτων
Πώς πραγματοποιούνται οι διακαθετηριακές επεμβάσεις;
Οι διακαθετηριακές επεμβάσεις διενεργούνται από χειρουργούς με εμπειρία και στις δύο μεθόδους, σε χειρουργεία τελευταίας τεχνολογίας που ονομάζονται υβριδικά και πραγματοποιούνται με υλικά εξαιρετικά σύγχρονης τεχνολογίας.
Ο ασθενής προεγχειρητικά έχει υποβληθεί σε αξονική αορτογραφία για να υπολογισθεί ακριβώς το μέγεθος του μοσχεύματος σε διάμετρο και μήκος. Στην ελάχιστα επεμβατική ενδαγγειακή μέθοδο γίνεται παρασκευή συνήθως της μίας μηριαίας αρτηρίας στη βουβωνική χώρα. Μετά ακολουθεί παρακέντηση με βελόνη και με την βοήθεια συρμάτων οδηγών και καθετήρων τοποθετείται το μόσχευμα μέσα στον αυλό του ανευρύσματος πάντα υπό την καθοδήγηση του ακτινοσκοπικού μηχανήματος. Ακολουθεί τελική αγγειογραφία για την επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων.
Οι αιμοδυναμικές πιέσεις στη θωρακική αορτή είναι σημαντικά πιο μεγάλες από αυτές στην κοιλιακή αορτή. Αυτό έχει σαν συνέπεια την ανάγκη για πιο ανθεκτικά ενδομοσχεύματα ικανά να ανθίστανται στις αντίξοες αυτές συνθήκες.
Επιπλοκές
Προβλήματα που μπορεί να συμβούν είναι η ισχαιμία του νωτιαίου μυελού με πιθανή συνέπεια την εμφάνιση παραπληγίας που οφείλεται στην αρτηρία του Adamkiewicz, η οποία μπορεί να καλυφθεί από το μόσχευμα και της οποίας η θέση δεν είναι σταθερή. Η πιθανότητα αυτή μειώνεται όταν το μήκος του μοσχεύματος είναι μικρότερο από 20εκ., όταν δεν παρατηρείται πτώση της αρτηριακής πίεσης διεγχειρητικά <70mmHg και προχωρήσουμε σε παροχέτευση του εγκεφαλονωτιαίου υγρού όταν η πίεση του είναι >10mmHg. Πάντως παρατηρείται σε μικρότερη συχνότητα όταν αντιμετωπίζεται ο ασθενής ενδαγγειακά παρά με την κλασική μέθοδο.
Άλλο πρόβλημα της μεθόδου είναι οι ενδοδιαφυγές ανάμεσα στο μόσχευμα και το τοίχωμα της αορτής, το οποίο μπορεί να χρειαστεί περαιτέρω αντιμετώπιση.
Ο μέσος χρόνος νοσηλείας είναι 3-4 ημέρες. Η μετεγχειρητική παρακολούθηση των ασθενών μετά από ενδαγγειακή αποκατάσταση λαμβάνει μεγαλύτερη αξία σε σύγκριση με την ανοιχτή χειρουργική αποκατάσταση και γίνεται με την αξονική αορτογραφία.