Η ουρική νόσος είναι μια συχνή μεταβολική πάθηση που χαρακτηρίζεται από εναπόθεση κρυστάλλων ουρικού μονονατρίου στις αρθρώσεις και στους εξωαρθρικούς ιστούς. Το ουρικό οξύ είναι το τελικό προϊόν του μεταβολισμού των ενώσεων πουρίνης. Οι πουρίνες είναι συγκεκριμένα αμινοξέα που βρίσκονται σε μια ποικιλία τροφίμων, ειδικά σε τρόφιμα ζωικής προέλευσης.
Οι πουρίνες δεν είναι επικίνδυνες ή επιβλαβείς για την υγεία , αλλά όταν το σώμα τις διασπά, παράγεται ουρικό οξύ. Η μεταβολική διαταραχή που ευθύνεται για την ουρική νόσο είναι η υπερουριχαιμία. Δεν υπάρχει ένας κοινά αποδεκτός ορισμός της υπερουριχαιμίας. Προτείνουμε ως ορισμό της, κάθε τιμή ουρικού οξέος του ορού μεγαλύτερη των 6mg/dl. Η τιμή αυτή δείχνει να είναι το όριο πάνω από το οποίο πιθανά θα έχουμε την εμφάνιση κλινικών συμπτωμάτων Ουρικής Αρθρίτιδας.
Η ουρική νόσος εκφράζεται κυρίως ως:
1) Ασυμπτωματική υπερουριχαιμία
2) Ουρική Αρθρίτιδα
3) Νεφρική νόσος
Το ουρικό οξύ είναι δυσδιάλυτο στο νερό, συνεπώς η υπερουριχαιμία έχει ως αποτέλεσμα να εναποτίθενται κρύσταλλοι ουρικού μονονατρίου σε διάφορα σημεία του σώματος .
Οι ασθενείς με ουρική νόσο (gout) πάσχουν από πολλαπλά συνοδά νοσήματα:
Αρτηριακή Υπέρταση: 89%
Μεταβολικό Σύνδρομο: 63-87% Παχυσαρκία: αυξημένος κίνδυνος ουρικής νόσου / Αύξηση βάρους: αυξημένος κίνδυνος ουρικής νόσου
Χρόνια Νεφρική Νόσος : 47% Η υπερουριχαιμία είναι ένας ανεξάρτητος παράγοντας κινδύνου για την εμφάνιση την εξέλιξη της χρόνιας νεφρικής νόσου.
Διαβήτης : 29-33%
Υπερλιπιδαιμία : 63%
Στεφανιαία Νόσος : 37% Αυξημένος κίνδυνος εμφράγματος του μυοκαρδίου
Καρδιακή Ανεπάρκεια : 12%
Ουρική νόσος και φλεγμονή
Η υπερουριχαιμία συνοδεύεται από συστηματική φλεγμονή ακόμη και σε ασυμπτωματικούς ασθενείς.
Πρόσφατες μελέτες αναφέρουν την παρουσία υπερηχογραφικών ευρημάτων που παραπέμπουν ξεκάθαρα στην ύπαρξη κρυστάλλων ουρικού μονονατρίου στις αρθρώσεις ή τους τένοντες 30-50% ασθενών με μακράς διάρκειας ασυμπτωματική υπερουριχαιμία.
Η ΙL-1β βρίσκεται στην κορυφή του καταρράκτη της φλεγμονής που προκαλεί τις συστηματικές εκδηλώσεις . Η IL-1β παίζει βασικό ρόλο στην παθοφυσιολογία πολλών συνοδών νοσημάτων της ουρικής νόσου . η IL-1β ίσως συνδέει μοριακά την υπερουριχαιμία με πολλά από τα συνοδά νοσήματα.
Τι ισχύει για την ασυμπτωματική υπερουριχαιμία ;
Έναρξη φαρμακευτικής θεραπείας:
Τιμή ουρικού οξέος στο αίμα ≥ 6 mg/dL και επί πλέον κάποιο από τα παρακάτω:
Για την ασυμπτωματική υπερουριχαιμία: πολύ υψηλά επίπεδα ουρικού στο αίμα >12mg/dL στους άνδρες και >10mg στις γυναίκες .
Θεραπευτικό Πρωτόκολλο ΕΟΦ για την Συμπτωματική Υπερουριχαιμία
Φαρμακευτική θεραπεία υπερουριχαιμίας
Α1. Χορήγηση Αλλοπουρινόλης
Α2. Ουρικοαπεκκριτικά φάρμακα
Προβενεκίδη
Σουλφινπυραζόνη
Βενζοβρωμαρόνη
Β1 Φεμπουξοστάτη:
Επί μη ανταπόκρισης στην αλλοπουρινόλη σε δόσεις ως 300mg
Μη φαρμακευτική θεραπεία
Δίαιτα
Ανάκτηση φυσιολογικού βάρoυς – αποφυγή ταχείας απώλειας (έως 1Kg/μήνα)
Σε ασθενείς με νεφρολιθίαση:
Συμπερασματικά
*Η Ελένη Κομνηνού είναι Ρευματολόγος, Διευθύντρια Κλινικής Αυτοάνοσων Ρευματικών Παθήσεων στο Μetropolitan General