Τα παιδιά σήμερα ήδη από τη στιγμή της γέννησής τους εκτίθενται στην τεχνολογία και στις λεγόμενες «έξυπνες συσκευές». Κατά κάποιο τρόπο λοιπόν τα σύγχρονα παιδιά αποτελούν «πειραματόζωα» ενός γιγάντιου εν εξελίξει πειράματος, τα καταληκτικά αποτελέσματα του οποίου θα μάθουμε στο απώτερο μέλλον.
Ωστόσο, στο μεσοδιάστημα διάφορες επιστημονικές ομάδες ανά τον κόσμο μελετούν την επίδραση των έξυπνων συσκευών στην ψυχοσωματική ανάπτυξη των παιδιών. Ερευνητές του Νορβηγικού Πανεπιστημίου Επιστήμης και Τεχνολογίας (NTNU) παρατήρησαν λοιπόν ότι υπάρχει σχέση μεταξύ του χρόνου που δαπανούν τα παιδιά μπροστά στις έξυπνες οθόνες και της ανάπτυξης ενός εκ των σημαντικότερων κοινωνικών δεξιοτήτων τους, της κατανόησης των δικών τους συναισθημάτων και των άλλων ανθρώπων.
Οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία που αφορούσαν σχεδόν 1.000 παιδιά τα οποία είχαν λάβει μέρος ανά διετία στην μελέτη Trondheim Early Secure Study (TESS). Η έρευνα περιελάμβανε μια σειρά τεστ κατανόησης και συνεντεύξεων, συνυπολογίζοντας τον χρόνο των παιδιών μπροστά σε οθόνες κινητών τηλεφώνων, ηλεκτρονικών υπολογιστών, tablet και τηλεοράσεων και την επίδραση αυτών στην ψυχική τους ανάπτυξη.
Τα στοιχεία είχαν συλλεχθεί το διάστημα 2007-2012, όταν τα παιδιά ήταν τεσσάρων, έξι και οκτώ ετών. Η ανάλυση έδειξε ότι υπήρχε πράγματι σχέση μεταξύ κατανόησης των συναισθημάτων και του χρόνου χρήσης των έξυπνων οθονών.
Η συναισθηματική κατανόηση είναι σημαντική καθώς έχει διαπιστωθεί ότι η μειωμένη αυτή ικανότητα μπορεί να συντελέσει σε μειωμένη κοινωνική συμμετοχή και δυσκολίες προσαρμογής σε ομάδες και ανάπτυξης φιλίας.
«Η αυξημένη χρήση οθονών, τηλεθέαση για τα κορίτσια και βιντεοπαιχνίδια για τα αγόρια, σε ηλικία τεσσάρων ετών, ήταν προγνωστικός δείκτης μειωμένης συναισθηματικής κατανόησης σε ηλικία έξι ετών, συγκριτικά με τα συνομίληκά τους που δεν περνούσαν πολύ χρόνο μπροστά σε κάποια οθόνη», εξηγεί η Věra Skalická, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Τμήμα Ψυχολογίας του νορβηγικού πανεπιστημίου και κύρια συγγραφέας της μελέτης.
Προσθέτει δε ότι «τα παιδιά που είχαν τηλεόραση στο δωμάτιο τους σε ηλικία έξι ετών είχαν ελαφρώς μειωμένη συναισθηματική κατανόηση όταν ήταν οκτώ».
Η Δρ. Skalická υπενθυμίζει ότι η δεξιότητα της συναισθηματικής κατανόησης αναπτύσσεται μεταξύ τεσσάρων και έξι ετών, γεγονός που καθιστά τα συμπεράσματα της μελέτης εξαιρετικά σημαντικά.
Αιτιολογώντας δε τον αρνητικό συσχετισμό λέει ότι «η ικανότητα του παιδιού να κατανοεί τα συναισθήματα αναπτύσσεται δια της αλληλεπίδρασης με τους φροντιστές του, δηλαδή τους γονείς, οι οποίοι βοηθούν στην αντίληψη και επεξήγηση των συναισθημάτων που βιώνει το ίδιο ή οι άλλοι άνθρωποι γύρω του. Και τα παιδιά χρειάζονται χρόνο για να επεξεργαστούν αυτά τα ερεθίσματα. Ο χρόνος λοιπόν που περνούν μπροστά σε μια οθόνη τους αφαιρεί χρόνο από την κοινωνική αλληλεπίδραση και την περαιτέρω ανάπτυξη της συναισθηματικής κατανόησης».