«Δεν υπάρχει κανένας λόγος να καθυστερούμε την εισαγωγή τροφίμων που θεωρούνται επίφοβα για την πρόκληση αλλεργιών στη διατροφή των παιδιών», δήλωσε ο Frank Greer, ομότιμος καθηγητής Παιδιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Wisconsin-Madison και ένας εκ των συγγραφέων μιας νέας κλινικής έκθεσης της Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιατρικής (AAP), που δημοσιεύθηκε στο Pediatrics.
Είναι γεγονός ότι στο παρελθόν οι ειδικοί συμβούλευαν τους γονείς να μην περιλαμβάνουν τα τροφικά αλλεργιογόνα στη διατροφή των παιδιών τους σε μικρή ηλικία. Πιο πρόσφατες έρευνες, όμως, δείχνουν ότι η πρώιμη έκθεση σε τρόφιμα όπως το αγελαδινό γάλα, τα αυγά, τα οστρακοειδή, τα καρύδια, τα φιστίκια, το σιτάρι και η σόγια μπορεί να αποτελεί καλύτερη επιλογή, συμβάλλοντας στην αποτροπή των αλλεργιών.
Η Jennifer Appleyard, επικεφαλής του τμήματος Αλλεργίας και Ανοσολογίας στο Ascension St. John Hospital στο Ντιτρόιτ, δήλωσε σχετικά: «Παλιότερα πιστεύαμε ότι το ανοσοποιητικό σύστημα βρίσκεται σε κατάσταση αποδιοργάνωσης κατά τα πρώτα τρία χρόνια της ζωής ενός ανθρώπου, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να διαχειριστεί σωστά τα τροφικά αλλεργιογόνα. Τώρα πλέον θεωρούμε ότι το ανοσοποιητικό σύστημα πρέπει να ενεργοποιηθεί όσο το δυνατόν νωρίτερα. Αφήστε τα παιδιά να λερωθούν, να έρχονται σε επαφή με τα κατοικίδια ζώα, να τρώνε όλα τα τρόφιμα. Ίσως, τελικά, το να τα προστατεύουμε από τα πάντα δεν αποτελεί και την καλύτερη επιλογή».
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της παιδιατρικής ομάδας της Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιατρικής που δημοσιεύονται στην έκθεση, ίσως οι γονείς να πρέπει να εισάγουν τέτοιου είδους τρόφιμα στη διατροφή των παιδιών όταν αυτά είναι περίπου 6 μηνών. Για το προηγούμενο διάστημα, τονίζεται η σημασία του διατροφής του παιδιού αποκλειστικά μέσω του θηλασμού, τουλάχιστον για τους πρώτους τρεις έως τέσσερις μήνες της ζωής του, με στόχο την προστασία από το έκζεμα. Μετά τους τρεις – τέσσερις μήνες, ο θηλασμός (ακόμα και αν δεν αποτελεί τον αποκλειστικό τρόπο διατροφής του παιδιού) μπορεί επίσης να προσφέρει προστασία κατά του συριγμού στα πρώτα δύο χρόνια της ζωής και κατά του άσθματος για ακόμη μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Παρολ’αυτά, η Δρ. Appleyard επεσήμανε μια σημαντική προειδοποίηση που προκύπτει από τη νέα έκθεση: «Τα διαθέσιμα δεδομένα εξακολουθούν να περιορίζουν τη δυνατότητα εξαγωγής τελικών συμπερασμάτων. Τίποτα από όλα αυτά δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο. Ακόμα κι όταν ένα παιδί δοκιμάσει φυστίκια σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή της ζωής του, δε σημαίνει ότι αργότερα δε θα αποκτήσει αλλεργία σε αυτά», τόνισε.
Ως μέθοδο διάγνωσης και πρόληψης, πάντως, η Ακαδημία προτείνει τον έλεγχο και για άλλες αλλεργίες, όταν τα παιδιά παρουσιάζουν σοβαρό έκζεμα που απαιτεί συνταγογραφούμενες θεραπείες ή όταν έχουν μια γνωστή αλλεργία, όπως για παράδειγμα στα αυγά. Αντίστοιχα, η εισαγωγή τέτοιων τροφών στη διατροφή του παιδιού υπό την επίβλεψη ενός ειδικού είναι επίσης κάτι άλλο που μπορεί να ληφθεί υπόψη ως μέτρο, σύμφωνα με την Ακαδημία.
Εκτός από τη διατροφή των παιδιών, όμως, τα ευρήματα της έκθεσης προσφέρουν αισιόδοξα μηνύματα και για τις μητέρες, αφού υποδεικνύουν ότι οι γυναίκες δε χρειάζεται να αποκλείουν τέτοιου είδους τροφές από τη διατροφή τους κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού για να αποτρέψουν την εμφάνιση αλλεργιών.