Ο ένας, μαθητής της έκτης δημοτικού, πληκτρολογεί: «Κύριε, με πέταξε έξω. Μπορείτε να με ξαναβάλετε;». Η άλλη, μαθήτρια της πέμπτης, ανοίγει μικρόφωνο: «Κυρία, δεν σας ακούω καλά. Μπορείτε να το επαναλάβετε;». Μπροστά σε ανοιχτές και πολύχρωμες από πρόσωπα οθόνες, σηκώνουν χέρια σαν να είναι στην τάξη, επίμονα, επαναλαμβανόμενα, η συνήθεια καλύπτει την ξαφνική αλλαγή…
Μοναχικοί «παρόντες», μεταμφιεσμένες «παρούσες» στον χορό μιας τηλεδιάσκεψης που ελπίζουν να μην κρατήσει πολύ. Τους λείπει η επαφή, η πλάκα, το διάλειμμα, το βλέμμα του δασκάλου, ακόμη κι αν από κοντά φαντάζει πιο αυστηρό. Λίγο πριν ξεκινήσει το μάθημα, ipad και laptop, μια θάλασσα από χαμόγελα παιδικά. Κάποια παιδιά φοράνε μάσκα, κάποια άλλα τα «επιπλήττουν» γελώντας δυνατά: «Ρε, βγάλε τη μάσκα, είσαι στο σπίτι, δεν μπαίνει ο κορωνοϊός στα δωμάτιά μας! Είμαστε ατρόμητοι, σου λέω!». Είναι πράγματι ατρόμητοι! Αγόγγυστα κάλυψαν τα πρόσωπά τους με μάσκες και με πλάτη γυρισμένη σε ενήλικους αντιρρησίες, έμαθαν «σαν από πάντα» να παίζουν στα δάχτυλα ανάσες, πλατφόρμες, προγράμματα, ανατροπές και δυσκολίες…
Κοιτάζω την ώρα τηγανίζοντας ψάρια, πρέπει να προλάβω το διάλειμμα για να βάλουν μια μπουκιά στο στόμα τους, δεν μπορεί να κάνουν έξι ώρες μάθημα ξενηστικωμένα, η ελληνίδα μαμά βγαίνει από μέσα μου την στιγμή που ο μεγάλος μπαίνει σαν σίφουνας στην κουζίνα σχεδόν ουρλιάζοντας: «δεν θα το πιστέψεις! Γράφω τεστ αύριο, Φυσική! Διαδικτυακά! Θα κάτσεις δίπλα να με βοηθήσεις λίγο; Θα έχω την κάμερα κλειστή. Δεν θα σε δει κανένας!».
Σχηματίζω με τα δάχτυλά μου ένα ολοστρόγγυλο μηδέν, τον βαθμό που μου αξίζει, και με το άλλο χέρι του δίνω το πρόσταγμα της επιστροφής στο μάθημα. Το internet πέφτει, το ηθικό τους ποτέ. «Έλα ρε μαμά, πώς κάνεις έτσι; Γιατί τσαντίζεσαι με το παραμικρό; Τόσες χιλιάδες παιδιά είναι μέσα, λογικό να υπάρχουν κάποια προβλήματα…». Παίρνω πίσω την φουριόζικη απαίτηση. Έχουν υπομονή τα παιδιά. Τόση υπομονή που υπερνικά τις παράλογες εμμονές μας…
Ακούω την μικρή να λέει: «Το έπιασα! Δεν ήταν τελικά τόσο δύσκολο». Πιάνω τον εαυτό μου στη γωνία μιας επικριτικής σκέψης που μοιάζει να ακονίζεται, να παραγκωνίζεται και να εξαφανίζεται από τη σοφία των παιδιών. Με μαλώνω, τα χειροκροτώ, η τηλεδιάσκεψη συνεχίζει… Τετράδια λόγου συμπληρώνονται, ασκήσεις λύνονται, απορίες ξεδιαλύνονται, οι φόβοι και οι ανησυχίες μου πετάγονται στα σκουπίδια παρέα με τα ψαροκόκαλα. Πού και πού τρυπώνω σαν τσιλιαδόρος στα δωμάτια τους για να ελέγξω, «μη σε δω σε κανένα chat», «και να με δεις δεν θα το καταλάβεις». Έχουν δίκιο.
Τα παιδιά μας είναι αιώνες μπροστά… Μικρόφωνα ανοιγοκλείνουν με ταχύτητα φωτός, ο κάθε δάσκαλος ηχεί σαν τον μαέστρο μιας ορχήστρας που μπορεί και συνθέτει την πιο όμορφη μελωδία. Τα καθήκοντα μοιάζουν να μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα. Σ’ αυτόν τον πόλεμο, στην πρώτη θέση βρίσκεται το καθήκον δασκάλων και μαθητών. Αυτής της παράξενης και πρωτόγνωρης συμμαχίας που δεν ξέρω αν παράξει καλύτερους μαθητές από εμάς, είμαι όμως βέβαιη ότι θα γεννήσει καλύτερους ανθρώπους από τους δικούς μας. Πιο ικανούς στα δύσκολα και απόλυτους νικητές απέναντι σε κάθε ιό _ διαδικτυακό και μη…