Ένα νέο θεραπευτικό πρωτόκολλο που βελτιώνει αισθητά το αποτέλεσμα της καρδιοχειρουργικής επέμβασης παρουσίασε πρόσφατα ομάδα ειδικών στο 55ο Ετήσιο Συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Θωρακοχειρουργών. Ο Δημήτρης Αυγερινός, καθηγητής Καρδιοθωρακικής Χειρουργικής στο Ιατρικό Κολέγιο Weill Cornell της Νέας Υόρκης και μέλος της επιστημονικής ομάδας μίλησε στο ygeiamou.gr για το πως η αυτόλογη μετάγγιση αίματος μπορεί να μειώσει τις χειρουργικές επιπλοκές, τον χρόνο νοσηλείας και να βελτιώσει το προσδόκιμο επιβίωσης των ασθενών.
Η μελέτη
Επιστημονική μελέτη στο Πανεπιστημιακό Πρεσβυτεριανό Νοσοκομείο της Νέας Υόρκης, υπό τον Δρ. Eric Zimmermann και με συμμετοχή του Δημήτρη Αυγερινού, MD, PhD, FACS, FACC, επίκουρου καθηγητή Καρδιοθωρακικής Χειρουργικής, ανέλυσε στοιχεία από 689 ασθενείς που είχαν υποβληθεί σε καρδιοχειρουργική επέμβαση στο αμερικανικό νοσοκομείο την περίοδο Ιανουαρίου 2009 – Δεκεμβρίου 2017.
Να σημειωθεί ότι το Πανεπιστημιακό Πρεσβυτεριανό Νοσοκομείο της Νέας Υόρκης από τον Ιανουάριο του 2013 εφαρμόζει το πρωτόκολλο της αυτόλογης μετάγγισης αίματος.
Οι επιστήμονες χώρισαν τους ασθενείς σε δύο ομάδες: στην Ομάδα 1 εντάχθηκαν 268 ασθενείς που είχαν υποβληθεί σε επέμβαση καρδιάς πριν την εφαρμογή του πρωτοκόλλου της αυτόλογης μετάγγισης αίματος και στην Ομάδα 2 εντάχθηκαν 420 ασθενείς που είχαν υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση στην καρδιά μετά την εφαρμογή του πρωτοκόλλου.
Τι είναι η αυτόλογη μετάγγιση αίματος
Ως αυτόλογη μετάγγιση αίματος ορίζεται η διαδικασία κατά την οποία αρχικά γίνεται αιμοληψία προ της χειρουργικής επέμβασης και διατηρείται μια δεδομένη ποσότητα αίματος (στην οποία προστίθενται αντιπηκτικοί παράγοντες) για να επαναχορηγηθεί στον ασθενή πριν την ολοκλήρωση του χειρουργείου. Το εντυπωσιακό είναι ότι τα κύτταρα του αίματος συμπεριφέρονται σα να μην έχουν εξαχθεί ποτέ από τον οργανισμό του ασθενή. Οι συνηθέστερες παρενέργειες που έχουν σχετιστεί με την αυτόλογη μετάγγιση αίματος είναι ο μειωμένος αριθμός κυκλοφορούντων ερυθρών αιμοσφαιρίων και η βακτηριακή ή ιική επιμόλυνση του αίματος κατά τη φάση της φύλαξης του.
Τα αποτελέσματα της μελέτης
Από την ανάλυση των δεδομένων των ιατρικών φακέλων των ασθενών, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το πρωτόκολλο της αυτόλογης μετάγγισης αίματος μείωσε την ανάγκη μετάγγισης από 70% σε 40%, ενώ και η εξαγωγή υγρών από τον θωρακικό σωλήνα ήταν μικρότερη, από 1.295 ml σε 1.207 ml. Ο θωρακικός σωλήνας είναι μια παροχέτευση που τοποθετείται κατά τη διάρκεια της επέμβαση για την απομάκρυνση των πλεοναζόντων υγρών από το σώμα του ασθενή. Η μειωμένη εξαγωγή υγρών από τον θωρακικό σωλήνα συντελεί σε ταχύτερη κινητική αποκατάσταση του ασθενή και συντομότερη νοσηλεία. Οι ασθενείς που είχαν υποβληθεί σε αυτόλογη μετάγγιση αίματος είχαν όντως μείνει λιγότερες ημέρες στο νοσοκομείο (6,8 ημέρες έναντι 7,8).
Δημήτρης Αυγερινός: Ο δημιουργός του πρωτοκόλλου της αυτόλογης μετάγγισης αίματος
O Δημήτρης Αυγερινός, MD, PhD, FACS, FACC, καθηγητής Καρδιοθωρακικής Χειρουργικής στο Ιατρικό Κολέγιο Weill Cornell της Νέας Υόρκης – Πανεπιστημιακό Πρεσβυτεριανό Νοσοκομείο, είχε από το 2013 παρουσιάσει στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Καρδιοχειρουργικής μελέτη για την αυτόλογη μετάγγιση αίματος, υπό τον τίτλο Blood conservation strategies in cardiac surgery more is better.
Μιλώντας στο ygeiamou.gr εξηγεί ότι «πολύ νωρίς στην καριέρα μου, διαπίστωσα πόσο σημαντική είναι για τον ασθενή η αυτόλογη μετάγγιση, αλλά είδα επίσης ότι δεν υπήρχαν μεγάλες μελέτες για να αποδεικνύουν τα οφέλη της». Έτσι σχεδίασε, δημοσίευσε και παρουσίασε τη δική του το 2013 και στη συνέχεια αποφάσισε να διερευνήσει αν μπορεί να εφαρμοστεί με ασφάλεια στο σύνολο των καρδιοχειρουργικών ασθενών. «Έτσι επιστράτευσα τρεις ειδικευόμενους ιατρούς και συνέστησα μια ερευνητική ομάδα που θα μελετούσε ακριβώς αυτό. Ο ρόλος μου στην μελέτη που παρουσιάστηκε στο 55ο Ετήσιο Συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Θωρακοχειρουργών ήταν ως προς τον σχεδιασμό και την ανάλυση και ερμηνεία των αποτελεσμάτων».
Αναλύοντας το σκεπτικό της επιστημονικής ομάδας ο Δρ. Αυγερινός λέει ότι «έχει αποδειχθεί με μεγάλες πολυκεντρικές μελέτες ότι οι μεταγγίσεις αίματος και παραγώγων κατά τις καρδιοχειρουργικές επεμβάσεις σχετίζονται με αυξημένη θνησιμότητα και επιπλοκές (λοιμώξεις, αναφυλαξίες, κολπική μαρμαρυγή κ.τ.λ.). Γι’ αυτό πάντα προσπαθούμε να κρατήσουμε το ποσοστό των μεταγγίσεων όσο χαμηλότερα γίνεται. Η τεχνική της μετάγγισης αυτόλογου αίματος ξεκίνησε πριν από μερικές δεκαετίες, αλλά κανένα νοσοκομείο δεν την υιοθέτησε καθολικά, ώστε να μελετήσει τα αληθινά της οφέλη. Στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο στο οποίο είμαι καθηγητής, η τεχνική εφαρμοζόταν σε ελάχιστους ασθενείς, χωρίς πρωτόκολλο και χωρίς δέσμευση από ολόκληρη την ομάδα (καρδιοχειρουργοί, αναισθησιολόγοι, τεχνικοί εξωσωματικής κυκλοφορίας). Παρατήρησα ότι οι ασθενείς αυτοί χρειάζονταν λιγότερες μεταγγίσεις και γενικά είχαν καλύτερη μετεγχειρητική πορεία. Έτσι δημιούργησα ένα πρωτόκολλο αυτόλογης μετάγγισης (με συγκεκριμένες ενδείξεις, αντενδείξεις, τρόπος αφαίρεσης αίματος, όγκος αφαιρούμενου αίματος κ.τ.λ.) και το εφάρμοσα αρχικά στους δικούς μου ασθενείς. Μετά τα πρώτα ενθαρρυντικά αποτελέσματα, ξεκινήσαμε να το εφαρμόζουμε σε όλους σχεδόν τους ασθενείς, φτάνοντας σήμερα σε ποσοστό 97% όλων των ασθενών που υποβάλλονται σε καρδιοχειρουργική επέμβαση».
Σημειώνει δε ότι δεδομένης της οικονομικής πίεσης που δέχονται όλα τα συστήματα Υγείας, παγκοσμίως λόγω της έλλειψης αποθεμάτων αίματος «υπάρχει ανάγκη να τηρούμε όσο χαμηλότερα γίνεται τα επίπεδα μεταγγίσεων. Η μετάγγιση αίματος μπορεί να σώζει ζωές, αλλά ενέχει κινδύνους και επιπλοκές. Επίσης έχει αυξημένο κόστος, στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, μια φιάλη αίμα κοστίζει στο σύστημα Υγείας 250 δολάρια και τα αιμοπετάλια 750 δολάρια. Μέχρι να ανακαλυφθεί το λεγόμενο τεχνητό αίμα, ο αγώνας μας για εξεύρεση εναλλακτικών λύσεων θα συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό».
Δεδομένου ωστόσο ότι η εφαρμογή του πρωτοκόλλου της αυτόλογης μετάγγισης αίματος έγινε στο προηγμένο Πανεπιστημιακό Πρεσβυτεριανό Νοσοκομείο της Νέας Υόρκης ευλόγως τίθεται το ερώτημα κατά πόσο το πρωτόκολλο μπορεί να εφαρμοστεί ευρέως. «Είναι αρκετά εφικτό ένα οποιοδήποτε νοσοκομείο να εφαρμόσει την αυτόλογη μετάγγιση αίματος. Το κόστος του εξοπλισμού είναι μικρό. Το σημαντικότερο είναι να υπάρχει επικοινωνία, μια σχετική μικρή εκπαίδευση και φυσικά θέληση από ολόκληρη τη χειρουργική ομάδα για ακολουθείται ένα πρωτόκολλο με ευλάβεια. Πολλά νοσοκομεία την εφαρμόζουν, αλλά όχι καθολικά, δηλαδή σε κάθε ασθενή. Η έρευνα μας δείχνει ακριβώς αυτό: ότι είναι μια ασφαλής μέθοδος, που μπορεί να εφαρμοστεί με ασφάλεια στο σύνολο σχεδόν των καρδιοχειρουργικών ασθενών», απαντά ο καθηγητής Αυγερινός.
Αναφορικά με το προφίλ του καρδιοχειρουργικού ασθενή που δεν μπορεί να εφαρμοστεί η αυτόλογη μετάγγιση αίματος εξηγεί ότι, «στο δικό μας πρωτόκολλο, ασθενείς που αποκλείονται από την μέθοδο αυτή είναι εκείνοι που έχουν σοβαρή αναιμία (αιματοκρίτης λιγότερο από 24), και οι εξαιρετικά επείγουσες εγχειρήσεις στις οποίες ο ασθενής βρίσκεται σε αιμοδυναμική αστάθεια απειλητική για τη ζωή. Σε αυτούς τους ασθενείς, η αφαίρεση αίματος θα μείωνε δραστικά την οξυγόνωση των οργάνων και ιστών. Τέτοιοι ασθενείς, όμως, δεν είναι συχνό φαινόμενο, για παράδειγμα στο Weill Cornell/Πανεπιστημιακό Πρεσβυτεριανό Νοσοκομείο της Νέας Υόρκης έχουμε μονάχα 3% των ασθενών που βρίσκονται σε αυτή την κατηγορία. Η εναλλακτική γι’ αυτούς είναι η παραδοσιακή μετάγγιση αίματος και παραγώγων».
Απαντώντας, τέλος, στο πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να είναι κανείς στην πρώτη γραμμή της επιστημονικής έρευνας σε μια χώρα που δεν είναι η πατρίδα του, ο Δημήτρης Αυγερινός εξηγεί ότι «στις ΗΠΑ είναι αρκετά εύκολο να βρίσκεται ένας ιατρός στην πρώτη γραμμή των εξελίξεων, ειδικά εμείς που βρισκόμαστε στην Ακαδημαϊκή Ιατρική. Αυτό οφείλεται κυρίως στη συνεχή αξιολόγηση και στην κατ’ ουσία δια βίου μάθηση που πρέπει να έχουμε ώστε να παραμείνουμε στην αιχμή της σύγχρονης Ιατρικής. Πάνω απ’ όλα, όμως, ένας ιατρός έχει υποχρέωση προς τον ασθενή και τον εαυτό του να ενημερώνεται συνεχώς και να βελτιώνεται διαρκώς, γιατί η επιστήμη μας προχωράει και εξελίσσεται. Αυτό μπορεί να γίνει σε οποιαδήποτε χώρα και αν βρίσκεται κανείς, έστω και με περιορισμένα μέσα. Αν εγκαταλείψεις τη σύγχρονη γνώση και παραμένεις δογματικός, τότε έχεις κάνει μεγάλο κακό στην καριέρα σου και μεγαλύτερο κακό στον ασθενή σου. Η καριέρα στο εξωτερικό κατακτάται με μεγάλο κόπο και θυσίες, και βρίσκεται μακρυά από αναξιοκρατία και νεποτισμό. Γι’ αυτό πιστεύω ότι πολλοί νέοι διαλέγουν αυτό το δρόμο, μαζί με τις ευκαιρίες για εκπαίδευση υψηλότατου επιπέδου με αυστηρά κριτήρια. Αλλά, πάντα η σκέψη μας γυρίζει στην πατρίδα και τους δικούς μας ανθρώπους, γι’ αυτό πολλοί επιλέγουν το δρόμο της επιστροφής, κι ας είναι δύσκολος και ας αντιμετωπίζουν εχθρικό περιβάλλον».
Διατηρώντας στενούς δεσμούς με την Ελλάδα, επισκεπτόμενος την τακτικά για επαγγελματικούς και προσωπικούς λόγους, συμπληρώνει ότι «η Ελλάδα είχε ανέκαθεν ισχυρή προπτυχιακή ιατρική εκπαίδευση, αλλά σχετικά αδύναμο μετεκπαιδευτικό σύστημα. Οι περισσότεροι Έλληνες ιατροί είναι ενήμεροι για τις επιστημονικές εξελίξεις και κάνουν μεγάλες προσπάθειες να διατηρήσουν ένα υψηλό επίπεδο, στον δημόσιο, ιδιωτικό, και ακαδημαϊκό τομέα. Αυτό που κρατά πίσω τη χώρα είναι η απουσία αυστηρής αξιολόγησης, υπερεξειδίκευσης, και φυσικά χρηματοδότησης για έρευνα». Αντίδοτο στην ελληνική πραγματικότητα, σύμφωνα με τον Δημήτρη Αυγερινό μπορεί να γίνει ο επαναπατρισμός επιστημόνων που έφυγα τα χρόνια της οικονομικής κρίσης «αφού θα φέρει πίσω στην Ελλάδα καταξιωμένους ερευνητές και κλινικούς οι οποίοι θα φέρουν μαζί τους την οργάνωση, τις εμπειρίες τους, και τις γνώσεις τους και θα τις συνδυάσουν με τις αντίστοιχες της ελληνικής Ιατρικής».