Οι τύποι διατροφής με βάση τις φυτικές πρωτεΐνες γίνονται ολοένα και πιο δημοφιλείς τελευταία, όχι μόνο λόγω των πλεονεκτημάτων τους για το περιβάλλον αλλά και για την ανθρώπινη υγεία. Αντίθετα, οι πλούσιες σε κρέας διατροφές συνδέονται με διάφορα προβλήματα υγείας, από καρδιακές παθήσεις και εγκεφαλικά επεισόδια μέχρι διαβήτη τύπου 2 και κάποιους τύπους καρκίνου, αλλά και μικρότερο προσδόκιμο ζωής.
Μια πρόσφατα αμερικανική μελέτη έδειξε, λοιπόν, ότι οι ενήλικες που ακολουθούν διατροφή πλούσια σε ζωικές πρωτεΐνες διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης διάφορων χρόνιων παθήσεων, με τους συγγραφείς να προτείνουν τη φυτική διατροφή για τη μείωση αυτών των κινδύνων.
Μάλιστα, η μελέτη είναι η πρώτη που διερευνά τις επιπτώσεις που έχουν στην υγεία μας οι τύποι διατροφής με αυξημένη περιεκτικότητα σε θειικά αμινοξέα, τα οποία βρίσκονται σε υψηλές ποσότητες σε αυγά, ψάρια, κόκκινο κρέας και κοτόπουλο. Όταν καταναλώνονται στα συνιστώμενα επίπεδα, τα θειικά αμινοξέα είναι σημαντικά, καθώς βοηθούν τον μεταβολισμό, προστατεύουν τα κύτταρα από βλάβες, συγκεντρώνουν πρωτεΐνες, ρυθμίζουν τις ορμόνες και τους νευροδιαβιβαστές και διατηρούν το ήπαρ υγιές.
Η αυξημένη κατανάλωση τροφίμων πλούσιων σε θειικά αμινοξέα, όμως, μπορεί να έχει πολλές αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία. Συγκεκριμένα, συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο καρδιακών παθήσεων, εγκεφαλικού επεισοδίου και μη αλκοολικής λιπώδους νόσου του ήπατος. Αν, μάλιστα, κάποιος καταναλώνει υψηλά επίπεδα δύο συγκεκριμένων τύπων θειικών αμινοξέων, της κυστεΐνης και της μεθειονίνης που βρίσκονται σε τρόφιμα με πολλή πρωτεΐνη, διατρέχει ακόμα μεγαλύτερο κίνδυνο. Τα αμινοξέα αυτά θεωρούνται τα πιο τοξικά, παρόλο που το σώμα μας τα χρειάζεται για τη φυσιολογική λειτουργία του.
Πρωτεΐνες και καρδιακή υγεία
Γενικότερα, η συνιστώμενη κατανάλωση θειικών αμινοξέων για τους ενήλικες ανά ημέρα ανέρχεται στα 15 mg/κιλό. Τα στοιχεία όμως δείχνουν ότι οι περισσότεροι ηλικιωμένοι ακολουθούν διατροφή που υπερβαίνει κατά πολύ αυτές τις συστάσεις.
Οι ερευνητές της μελέτης εξέτασαν ένα εκτενές δείγμα 11.576 ενηλίκων για μια περίοδο έξι ετών, από τους οποίους εξαίρεσαν όσους κατανάλωναν πολύ χαμηλά επίπεδα αμινοξέων και όσους είχαν μειώσει την κατανάλωση αυγών και κρέατος λόγω επιπλοκών υγείας. Στη συνέχεια κατέγραψαν τη διατροφή των συμμετεχόντων και μέτρησαν τα επίπεδα χοληστερόλης, ινσουλίνης και γλυκόζης στο αίμα τους.
Διαπιστώθηκε, λοιπόν, ότι ο μέσος άνθρωπος προσελάμβανε 2,5 φορές περισσότερα θειικά αμινοξέα από τα συνιστώμενα επίπεδα. Μετά τον έλεγχο για κάποιες μεταβλητές, όπως το σωματικό βάρος, η εθνικότητα και το φύλο, οι ερευνητές βρήκαν ότι μια διατροφή πλούσια σε τέτοια αμινοξέα, και ειδικότερα σε κυστεΐνη και μεθειονίνη, σχετιζόταν με υψηλή χοληστερόλη, αντίσταση στην ινσουλίνη και αυξημένα επίπεδα γλυκόζης, δηλαδή παράγοντες που προκαλούν καρδιομεταβολικές παθήσεις.
Το ενδιαφέρον, βέβαια, είναι ότι αυτό ισχύει ανεξάρτητα από τη συνολική πρόσληψη πρωτεϊνών του ατόμου, πράγμα που υποδεικνύει ότι οι κίνδυνοι για την υγεία μπορεί να μη σχετίζονται αποκλειστικά με την κατανάλωση πρωτεΐνης, αλλά και με την ποσότητα και αναλογία θειικών αμινοξέων που καταναλώνει ένας άνθρωπος. Καθώς, λοιπόν, τα ζωικά προϊόντα συνήθως περιέχουν υψηλότερα επίπεδα, οι ερευνητές αναφέρουν πως μια διατροφή με φυτικές πρωτεΐνες είναι μάλλον ο καλύτερος τρόπος να κρατήσουμε την κατανάλωση θειικών αμινοξέων όσο πιο κοντά γίνεται στα συνιστώμενα επίπεδα.
Η μελέτη έδειξε, επίσης, ότι οι συμμετέχοντες που κατανάλωναν χαμηλότερα επίπεδα θειικών αμινοξέων (15-24kg/ημέρα) είχαν σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα χοληστερόλης, γλυκόζης και ινσουλίνης και χαμηλότερο συνολικά κίνδυνο καρδιομεταβολικών παθήσεων.
Τα ευρήματα αυτά υπογραμμίζουν τη σημασία των θειικών αμινοξέων για την ανάπτυξη σοβαρών χρόνιων παθήσεων και υποστηρίζουν τη θεωρία ότι για καλή μακρόχρονη υγεία, η πρόσληψη θειικών αμινοξέων θα πρέπει να βρίσκεται κοντά στα ελάχιστα απαιτούμενα επίπεδα.