Μια νέα φορέσιμη (wearable) συσκευή παρακολούθησης της καρδιάς έρχεται να αντικαταστήσει τις συσκευές ελέγχου του σακχάρου του αίματος, οι οποίες απαιτούν από τους διαβητικούς ασθενείς να τρυπούν τακτικά τα δάχτυλά τους.
Σύμφωνα με τη σχετική δημοσίευση στο Scientific Reports, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Warwick δημιούργησαν έναν αισθητήρα βασισμένο στην τεχνητή νοημοσύνη, ο οποίος μπορεί να ανιχνεύσει τα χαμηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα, απλώς ελέγχοντας τον καρδιακό ρυθμό του ασθενούς.
Η θεωρία πίσω από τη συσκευή αυτή είναι ότι το χαμηλό σάκχαρο μπορεί να αυξήσει τον καρδιακό ρυθμό και την αρτηριακή πίεση, να προκαλέσει έντονους παλμούς, αλλά και να επηρεάσει την ηλεκτρική δραστηριότητα της καρδιάς.
Έτσι, λοιπόν, οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν δεδομένα από ηλεκτροδιαγράμματα ασθενών και ανέλυσαν το πώς άλλαζαν οι αναγνώσεις κατά τη διάρκεια ενός υπογλυκαιμικού επεισοδίου, προκειμένου στη συνέχεια να «εκπαιδεύσουν» έναν υπολογιστή για να αναγνωρίζει αφενός τις φυσιολογικές ενδείξεις και αφετέρου την πτώση των επιπέδων σακχάρου.
Οι επιστήμονες, που εξέτασαν τη συσκευή σε οκτώ μη διαβητικούς ασθενείς, ισχυρίζονται ότι η τεχνολογία εφαρμόζεται και σε αυτή την περίπτωση και είναι επιτυχημένη, ανοίγοντας έτσι το δρόμο ώστε κάποια στιγμή να αντικαταστήσει τις υπάρχουσες συσκευές ελέγχου του σακχάρου με το τρύπημα των δαχτύλων.
Πρέπει να σημειωθεί, πάντως, ότι οι υπάρχουσες wearable συσκευές παρακολούθησης δεν μετρούν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα αλλά την ποσότητα του σακχάρου στο υγρό κάτω από το δέρμα, γνωστό ως μεσοκυττάριο υγρό. Επειδή, όμως οι αναγνώσεις του υγρού αυτού καθυστερούν μερικά λεπτά σε σχέση με τις αναγνώσεις του σακχάρου στο αίμα, οι συσκευές τρυπήματος των δαχτύλων παραμένουν μέχρι τώρα αναγκαίες,
Η νέα συσκευή, λοιπόν, αναμένεται να κάνει τη ζωή των πασχόντων πολύ πιο εύκολη καθώς, παρόλο που η μελέτη ήταν πιλοτική και θα χρειαστούν εκτενέστερες δοκιμές, η απόπειρα αποδείχθηκε λειτουργική. «Η τεχνολογία είναι κατά 82% αξιόπιστη και μπορεί να αντικαταστήσει την ανάγκη για τον επεμβατικό έλεγχο της βελόνας, ειδικά στην περίπτωση των παιδιατρικών ασθενών», αναφέρει σε σχετικό σχόλιο ο Leandro Pecchia, ένας εκ των συγγραφέων της μελέτης.