Τα ποσοστά θνησιμότητας από καρδιαγγειακά νοσήματα, καρκίνο και οποιαδήποτε άλλη αιτία είναι γενικά πτωτικά και ειδικά στους ενήλικες με διαβήτη 45-79 ετών. Ωστόσο δεν συμβαίνει το ίδιο στους πάσχοντες από διαβήτη, ηλικίας 20-44 ετών.

Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύεται στο Diabetologia, η επίπτωση του διαβήτη στους νεαρούς ενήλικες έχει τελικά πολύ μεγαλύτερη επίδραση στον ατομικό κίνδυνο θανάτου συγκριτικά με τους μεσήλικες και τους ηλικιωμένους.

Η μελέτη έγινε από την Δρ. Andrea Luk και τους συνεργάτες της στο Κινεζικό Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ και αφορά σε μια περίοδο 16 ετών (2001-2016) καλύπτοντας όλο τον πληθυσμό του Χονγκ Κονγκ.

Την περίοδο της έρευνας, συνολικά 390.071 άνδρες και 380.000 γυναίκες 20 ετών και άνω είχαν διαβήτη. Καταγράφηκαν 96.645 θάνατοι ανδρών και 88.437 θάνατοι γυναικών. Τα ποσοστά θνησιμότητας από οποιαδήποτε αιτία, καρδιαγγειακή νόσο και καρκίνο μεταξύ των πασχόντων από διαβήτη μειώθηκαν κατά 52%, 72% και 65% στους άνδρες, αντίστοιχα, και κατά 54%, 79% και 60% στις γυναίκες, αντίστοιχα.

Από την επεξεργασία των δεδομένων προέκυψε ότι, το 2016 οι άνδρες με διαβήτη είχαν 50% περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν από οποιαδήποτε αιτία συγκριτικά με τους μη πάσχοντες, ενώ καταγραφόταν τριπλάσια αύξηση του ποσοστού θνησιμότητας συγκριτικά με το 2001. Για τις γυναίκες με διαβήτη, το 2016 ο κίνδυνος θανάτου ήταν 70% υψηλότερος συγκριτικά με εκείνες χωρίς διαβήτη, υπερτριπλάσια αύξηση της θνησιμότητας συγκριτικά με το 2001.

Κι ενώ το συνολικό ποσοστό θανάτων από οποιαδήποτε αιτία ήταν πολύ χαμηλότερο στα νεότερα άτομα, οι διαφορές στα ποσοστά θνησιμότητας μεταξύ νεότερων με και χωρίς διαβήτη ήταν υψηλότερα από αυτά των μεγαλύτερης ηλικίας ατόμων το 2001 και αυτό ίσχυε και το 2016.

Οι άνδρες 20-44 ετών με διαβήτη είχαν οκταπλάσιο κίνδυνο θανάτου από οποιαδήποτε αιτία συγκριτικά με τους μη πάσχοντες το 2001 και πενταπλάσιο κίνδυνο το 2016. Οι γυναίκες 20-44 ετών με διαβήτη είχαν εξαπλάσιο κίνδυνο θανάτου από οποιαδήποτε αιτία συγκριτικά με τις μη πάσχουσες το 2001 και πενταπλάσιο κίνδυνο το 2016.

Για τη θνησιμότητα από οποιαδήποτε αιτία στα άτομα 20-44 ετών, η μείωση ανά έτος κατά τη διάρκεια της μελέτης ήταν -3,2% στους άνδρες και -1,2% στις γυναίκες, άνευ στατιστικής σημασίας. Οι μειώσεις ανά έτος στα άτομα 45-74 ετών ήταν -6,1% στους άνδρες και -6,1% στις γυναίκες, στατιστικά σημαντικές διαφορές.

Εξετάζοντας τα σύνολα των μειώσεων της θνησιμότητας, η θνησιμότητα από οποιαδήποτε αιτία στα άτομα με διαβήτη 20-44 ετών είχε μειωθεί κατά 33,8% στους άνδρες και κατά 6,9% στις γυναίκες από το 2001 μέχρι το 2016. Αλλά στα άτομα 45-74 ετών η θνησιμότητα από οποιαδήποτε αιτία είχε μειωθεί το ίδιο χρονικό διάστημα κατά 58,9% στους άνδρες και κατά 63,9% στις γυναίκες.

Όπως εξηγούν οι ερευνητές, τα παραπάνω συμπεράσματα είναι συναφή με αυτά μελετών σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες περιλαμβανομένων των ΗΠΑ, του Καναδά, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Αυστραλίας. Αναφορικά με την άνω του 50% μείωση της θνησιμότητας από κάθε αιτία στα άτομα με διαβήτη κατά την 16ετη μελέτη, οι ειδικοί σημειώνουν ότι είναι αξιοσημείωτη και μπορεί να σχετίζεται με αλλαγές που συνέβησαν στην κοινωνία αλλά και το σύστημα υγείας του Χονγκ Κονγκ, καθώς και στη μείωση κατά 50% του αριθμού των καπνιστών στην περιοχή από το 1982 και τη σταθεροποίηση των ποσοστών παχυσαρκίας από τα μέσα της δεκαετίας του 1990.