Οι επιστήμονες έχουν προχωρήσει πλέον στην κατηγοριοποίηση των διαφορετικών τρόπων με τους οποίους γερνούν οι άνθρωποι, δημιουργώντας τη νέα ορολογία «τύπος γήρανσης», όπως αναφέρεται σε μια νέα μελέτη της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Stanford που δημοσιεύθηκε στο Nature Medicine.
«Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν διάφοροι μοριακοί και κλινικοί δείκτες, όπως η υψηλή χοληστερόλη, που είναι συχνότεροι στους ανθρώπους μεγάλης ηλικίας. Αυτό που θέλαμε να μάθουμε όμως ήταν το τι συμβαίνει σε ένα άτομο καθώς μεγαλώνει. Η αλήθεια είναι πως κανείς μέχρι τώρα δεν έχει εξετάσει λεπτομερώς το ίδιο άτομο κατά το πέρασμα του χρόνου», αναφέρει ο καθηγητής και επικεφαλής Γενετικής, Δρ. Michael Snyder.
Τώρα, λοιπόν, ο ειδικός και η ομάδα του έκαναν ακριβώς αυτό: Κατηγοριοποίησαν μια ομάδα 43 υγειών ανδρών και γυναικών ηλικίας από 34 έως 68 ετών, λαμβάνοντας εκτενείς μετρήσεις της βιολογικής τους ηλικίας τουλάχιστον πέντε φορές μέσα σε δύο χρόνια.
Οι ερευνητές υπέδειξαν ότι γενικότερα οι άνθρωποι γερνούν σύμφωνα με συγκεκριμένα βιολογικά μονοπάτια του σώματος: το μεταβολικό, το ανοσολογικό, το ηπατικό και το νεφρικό. Όσοι γερνούν μεταβολικά, για παράδειγμα, μπορεί να διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο για διαβήτη ή να εμφανίζουν σημάδια αυξημένης αιμοσφαιρίνης A1c, μέσο μέτρησης των επιπέδων σακχάρου στο αίμα, καθώς μεγαλώνουν. Όσοι γερνούν ανοσολογικά, από την άλλη, μπορεί να παράγουν υψηλότερα επίπεδα φλεγμονωδών δεικτών ή να είναι πιο επιρρεπείς σε παθήσεις που σχετίζονται με το ανοσοποιητικό σύστημα καθώς μεγαλώνουν. Ωστόσο, ο ένας τύπος ηλικίας δεν αποκλείει την ύπαρξη και άλλου ταυτόχρονα στο ίδιο άτομο, έτσι ένας άνθρωπος που γερνά μεταβολικά μπορεί να γερνά εξίσου και ανοσολογικά.
Χρησιμοποιώντας αίμα, κόπρανα και άλλα βιολογικά δείγματα, η μελέτη εντόπισε επίπεδα συγκεκριμένων μικροβίων και βιολογικών μορίων, όπως πρωτεΐνες, μεταβολίτες και λιπίδια, στους συμμετέχοντες κατά τα δύο χρόνια της παρακολούθησης του τρόπου που οι δείκτες αυτοί αλλάζουν με το χρόνο.
«Ο τύπος γήρανσης είναι κάτι παραπάνω από μια ταμπέλα. Βοηθά τα άτομα να αντιληφθούν τους παράγοντες κινδύνου για την υγεία τους και να βρουν τους τομείς που είναι πιθανότερο να αντιμετωπίσουν προβλήματα. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι η μελέτη μας δείχνει πως είναι δυνατό κάποιος να αλλάξει προς το καλύτερο τον τρόπο που γερνά», εξηγεί ο Δρ. Snyder.
Τέσσερις τύποι γήρανσης
Επειδή ένα άτομο ανήκει σε έναν ή περισσότερους από τους τέσσερις τύπους γήρανσης, δε σημαίνει ότι παράλληλα δεν γερνά και στα άλλα βιολογικά μονοπάτια. Ο τύπος γήρανσης απλώς σηματοδοτεί τα μονοπάτια στα οποία οι αυξήσεις των βιοδεικτών της γήρανσης είναι πιο προφανείς.
Η μελέτη εξέτασε επίσης διαφορές στη γήρανση μεταξύ των υγειών συμμετεχόντων και αυτών που έφεραν αντίσταση στην ινσουλίνη ή που δεν επεξεργάζονταν σωστά τη ζάχαρη, διαπιστώνοντας ότι υπήρχαν περίπου 10 μόρια που διέφεραν σημαντικά ανάμεσα στους ευαίσθητους και στους ανθεκτικούς στην ινσουλίνη συμμετέχοντες καθώς γερνούσαν. Πολλοί από αυτούς τους βιοδείκτες, μάλιστα, εμπλέκονταν στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και τη φλεγμονή.
Επιβράδυνση της γήρανσης
Ίσως η πιο ενδιαφέρουσα και εντυπωσιακή ανακάλυψη της μελέτης είναι ότι η αύξηση στους δείκτες των τύπων γήρανσης δεν εντοπίστηκε σε όλους τους συμμετέχοντες με την πάροδο του χρόνου. Σε κάποιους οι βιοδείκτες μειώθηκαν, δηλαδή μειώθηκε ο συνολικός βαθμός γήρανσης και σε κάποιες περιπτώσεις και οι δείκτες γήρανσης τουλάχιστον για μια μικρή περίοδο, όταν άλλαξαν χαρακτηριστικά του τρόπου ζωής. Μάλιστα, η ομάδα παρατήρησε αυτό το φαινόμενο σε διάφορα σημαντικά κλινικά μόρια, όπως η αιμοσφαιρίνη A1c και η κρεατινίνη, δείκτης της λειτουργίας των νεφρών, μέσα σε μια μικρή υπο-ομάδα συμμετεχόντων.
Στην υπο-ομάδα αυτή ανήκαν άτομα που έκαναν αλλαγές στον τρόπο ζωής τους προκειμένου να επιβραδύνουν τον βαθμό γήρανσης. Ανάμεσα σε εκείνους που παρουσίασαν μειωμένα επίπεδα αιμοσφαιρίνης A1c, κάποιοι έχασαν βάρος και ένας έκανε διατροφικές αλλαγές. Όσοι παρατήρησαν μείωση στην κρεατινίνη, δείγμα βελτιωμένης νεφρικής λειτουργίας, λάμβαναν στατίνες, ενώ σε άλλες περιπτώσεις δεν υπήρχε σαφής εξήγηση για τους μειωμένους βαθμούς γήρανσης. Για κάποιους ανθρώπους, δεν υπήρχαν εμφανείς συμπεριφορικές αλλαγές, παρότι συνέχιζε να παρατηρείται μειωμένος βαθμός γήρανσης, παράλληλα με τα μονοπάτια του τύπου γήρανσης. Υπήρχαν, τέλος, πολλοί άνθρωποι που διατήρησαν τον χαμηλότερο από το μέσο όρο βαθμό γήρανσης κατά τη διάρκεια ολόκληρης της μελέτης.