Ένας στους 10 ασθενείς που νοσηλεύονται σε νοσοκομείο και αναπτύσσουν λοιμώξεις από το βακτήριο Clostridioides difficile είναι πιθανό να φέρουν ήδη το επικίνδυνο αυτό βακτήριο κατά την εισαγωγή τους, χωρίς ωστόσο να έχουν συμπτώματα διάρροιας, σύμφωνα με νέα μελέτη.
Η εργασία που δημοσιεύθηκε στο Infection Control & Hospital Epidemiology υποστηρίζει ότι τέτοιου είδους λοιμώξεις παρουσιάζονται εκτός των νοσοκομείων πολύ συχνότερα από ό,τι πιστεύεται και ότι οι ασθενείς που νοσηλεύονται θα μπορούσαν να ελέγχονται για αυτές έτσι ώστε να αποτρέπεται η εξάπλωση του C. difficile.
Για να καταλήξουν σε αυτά τα συμπεράσματα, οι ερευνητές εξέτασαν 220 ασθενείς χωρίς συμπτώματα λοίμωξης από το C. difficile κατά την εισαγωγή τους σε νοσοκομείο της Νέας Υόρκης από τον Ιούλιο του 2017 έως και τον Μάρτιο του 2018, ενώ τους παρακολούθησαν και έξι μήνες μετά.
Κατά την εισαγωγή τους στο νοσοκομείο, 21 ασθενείς αναγνωρίστηκαν ως φορείς του βακτηρίου, ενώ σε διάστημα έξι μηνών το 38% των φορέων ανέπτυξε συμπτωματική λοίμωξη από C. difficile, σε αντίθεση με το 2% όσων δεν ήταν φορείς.
Τα ευρήματα δείχνουν ότι πολλοί άνθρωποι φέρουν το βακτήριο χωρίς αυτό να ανιχνεύεται στο νοσοκομείο, περνώντας έτσι και σε άλλους ασθενείς οι οποίοι μπορεί να νοσήσουν από την εν λόγω λοίμωξη, όπως σχολιάζει η Δρ. Sarah Baron, επίκουρη καθηγήτρια Ιατρικής στο Ιατρικό Κολέγιο Albert Einstein.
«Γενικότερα, θεωρείται ότι οι ασθενείς προσβάλλονται από τα βακτήρια κατά την παραμονή τους στο νοσοκομείο. Όταν, όμως, εξετάσαμε τους ασθενείς κατά την εισαγωγή τους, διαπιστώσαμε ότι πολλοί από αυτούς έφεραν ήδη στον οργανισμό τους το βακτήριο που προκαλεί διάρροια και σε αρκετές περιπτώσεις εξελισσόταν σε λοίμωξη», τονίζει η ειδικός.
Τα ευρήματα αυτά, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των επιστημόνων, ενδεχομένως να σημαίνουν ότι τα νοσοκομεία θα μπορούν να κάποια μέρα να προβλέπουν ποιος θα αναπτύξει C. difficile και να προσπαθούν να σταματήσουν τη λοίμωξη εν τη γενέσει της.
«Παρόλα αυτά χρειάζεται ακόμα πολλή δουλειά για να αποφασίσουμε πώς μπορούμε να προστατέψουμε τον κόσμο, ακόμα και τους ασθενείς που φέρουν ήδη το βακτήριο στο παχύ τους έντερο, από την ανάπτυξη αυτής της επικίνδυνης μορφής διάρροιας», καταλήγει η Δρ. Baron.