Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Iowa βρήκαν για πρώτη φορά ότι η μικρότερη μυϊκή μάζα και το περισσότερο λίπος στο σώμα μπορεί να επηρεάζουν το πόσο ευέλικτη γίνεται η σκέψη μας καθώς μεγαλώνουμε και ότι υπεύθυνες γι’αυτό μπορεί να είναι κάποιες αλλαγές σε σημεία του ανοσοποιητικού συστήματος.

Τα ευρήματα αυτά, που δημοσιεύθηκαν στο Brain, Behavior, and Immunity, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε νέες θεραπείες που θα συμβάλουν στη διατήρηση της νοητικής ευελιξίας στους γηράσκοντες ενήλικες με παχυσαρκία, καθιστικό τρόπο ζωής ή μυϊκή απώλεια που συμβαίνει φυσικά λόγω γήρανσης.

Η μελέτη, της οποίας ηγήθηκαν οι Auriel Willette, επίκουρη καθηγήτρια Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής και Brandon Klinedinst, φοιτητής νευροεπιστημών, εξέτασε δεδομένα 4.000 μεσηλίκων αδρών και γυναικών στη Μεγάλη Βρετανία, με τους ερευνητές να εξετάζουν άμεσες μετρήσεις καθαρής μυϊκής μάζας, κοιλιακού λίπους, υποδόριου λίπους, όπως επίσης και τον τρόπο που αυτά σχετίζονταν με αλλαγές στην «υγρή» νοημοσύνη ( την ικανότητα λογικής σκέψης καθώς και διαμόρφωσης και διαχείρισης διαφορετικών τύπων νέων πληροφοριών σε πραγματικό χρόνο) σε διάστημα έξι ετών.

Οι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι οι άνθρωποι στην πέμπτη και έκτη δεκαετία της ζωής τους που είχαν υψηλότερες ποσότητες λίπους στον κορμό του σώματός τους είχαν χειρότερη «υγρή» νοημοσύνη καθώς μεγάλωναν. Η μεγαλύτερη μυϊκή μάζα, αντιθέτως, φάνηκε να αποτελεί προστατευτικό παράγοντα, με τις σχέσεις αυτές να παραμένουν ίδιες ακόμα και μετά την προσαρμογή της έρευνας στη χρονολογική ηλικία των ατόμων, το επίπεδο μόρφωσης και την κοινωνικο-οικονομική τους κατάσταση.

Η μελέτη, επίσης, εξέτασε αν οι αλλαγές στη δραστηριότητα του ανοσοποιητικού συστήματος μπορούσαν να εξηγήσουν τους δεσμούς ανάμεσα στο λίπος ή τους μύες και την νοημοσύνη. Προηγούμενες σχετικές μελέτες, μάλιστα έχουν ήδη δείξει ότι οι άνθρωποι με μεγαλύτερο δείκτη μάζας σώματος παρουσιάζουν μεγαλύτερη δραστηριότητα στην αιματολογική ανοσολογική απόκριση που με τη σειρά της ενεργοποιεί την ανοσιακή άμυνα του εγκεφάλου και προκαλεί προβλήματα στη γνωστική λειτουργία.

Στη συγκεκριμένη μελέτη, η σύνδεση μεταξύ κοιλιακού λίπους και μειωμένης νοητικής ευελιξίας στις γυναίκες εξηγήθηκε από τις αλλαγές σε δύο τύπους λευκών αιμοσφαιρίων: τα λεμφοκύτταρα και τα ηωσινόφιλα. Στους άνδρες, ένας εντελώς διαφορετικός τύπος λευκών αιμοσφαιρίων, τα βασεόφιλα, εξήγησε κατά το ήμισυ τη σύνδεση μεταξύ λίπους και «υγρής» νοημοσύνης. Στην περίπτωση αυτή, παρόλο που η μυϊκή μάζα προστατεύει, το ανοσοποιητικό σύστημα δεν φάνηκε να παίζει κάποιο ρόλο.

Επίσης, παρά τους συσχετισμούς μεταξύ σωματικού λίπους με την ταχύτητα και την ικανότητα επεξεργασίας νέων πληροφοριών, παραμένει άγνωστο μέχρι τώρα αν αυτό θα μπορούσε να αυξήσει τον κίνδυνο για τη νόσο Αλτσχάιμερ. «Χρειάζονται περαιτέρω μελέτες για να δούμε αν οι άνθρωποι με λιγότερη μυϊκή μάζα και η περισσότερη μάζα λίπους έχουν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν νόσο Αλτσχάιμερ και ποιος είναι ο ρόλος του ανοσοποιητικού συστήματος σε όλα αυτά», αναφέρει σε σχόλιό του ο Δρ.Klinedinst.

Ο ίδιος τονίζει, τέλος, ότι ειδικά για τις γυναίκες μέσης ηλικίας που τείνουν να χάνουν περισσότερη μυϊκή μάζα από τους άνδρες καθώς μεγαλώνουν, η τακτική σωματική άσκηση είναι σημαντική για τη διατήρησή της και ιδιαίτερα η προπόνηση αντίστασης.