Φάρμακα με αντιφλεγμονώδη δράση όπως η ασπιρίνη και η παρακεταμόλη, αλλά και άλλες ουσίες όπως οι στατίνες και κάποια αντιβιοτικά, μπορούν να περιορίσουν με ασφάλεια και αποτελεσματικότητα τα συμπτώματα της σοβαρής κατάθλιψης και οι επιδράσεις τους είναι πιο έντονες όταν χορηγηθούν συμπληρωματικά στη βασική αντικαταθλιπτική θεραπεία, σύμφωνα με μια ανάλυση που δημοσιεύθηκε στο Journal of Neurology Neurosurgery & Psychiatry.
Περίπου το 1/3 των ανθρώπων που έχουν διαγνωσθεί με κλινική κατάθλιψη δεν ανταποκρίνονται σωστά στις υπάρχουσες φαρμακευτικές και ψυχοθεραπευτικές μεθόδους, με τις παρενέργειες των φαρμάκων να είναι μάλιστα αρκετά συχνές.
Ολοένα και περισσότερα στοιχεία δείχνουν ότι η φλεγμονή συμβάλλει στην ανάπτυξη της σοβαρής κατάθλιψης, ωστόσο τα αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών που έχουν χρησιμοποιήσει διάφορα αντιφλεγμονώδη φάρμακα για τη θεραπεία της ασθένειας έχουν αποδειχθεί ασαφή.
Για το λόγο αυτό, οι ερευνητές της παρούσας ανάλυσης επανεξέτασαν τα υπάρχοντα στοιχεία με στόχο να διαπιστώσουν αν οι αντιφλεγμονώδεις παράγοντες λειτουργούν καλύτερα από την εικονική θεραπεία (placebo) είτε αυτούσια είτε συμπληρωματικά στη βασική αντικαταθλιπτική αγωγή.
Στους αντιφλεγμονώδεις παράγοντες που μελετήθηκαν από τους επιστήμονες περιλαμβάνονται τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα, τα ω-3 λιπαρά οξέα, οι αναστολείς κυτοκίνης, οι στατίνες, τα στεροειδή,οι μινοκυκλίνες (αντιβιοτικά), η μοδαφινίλη που χορηγείται σε περιπτώσεις διαταραχών ύπνου και η N-ακετυλική κυστεΐνη (NAC) που χρησιμοποιείται για τη μείωση του υπερβολικού φλέγματος στην κυστική ίνωση και τη χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια και λαμβάνεται επίσης ως συμπλήρωμα αντιοξειδωτικών.
Η ανάλυση των δεδομένων 1610 ανθρώπων, οι οποίοι ανέφεραν αλλαγές στην κλίμακα κατάθλιψης, έδειξε ότι οι αντιφλεγμονώδεις παράγοντες αυτών των φαρμάκων ήταν αποτελεσματικότεροι από τα εικονικά φάρμακα και ενίσχυσαν την αποτελεσματικότητα της βασικής αντικαταθλιπτικής αγωγής. Οι παράγοντες αυτοί ήταν κατά 52% πιο αποτελεσματικοί στη μείωση της έντασης των συμπτωμάτων γενικά και κατά 79% πιο αποτελεσματικοί στην εξάλειψη των συμπτωμάτων σε σχέση με τα εικονικά φάρμακα, όπως καταγράφηκε από τη μέση πτώση στις διάφορες κλίμακες κατάθλιψης.
Πιο λεπτομερής ανάλυση υπέδειξε ότι τα τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα, τα ω-3 λιπαρά οξέα, οι στατίνες και οι μινοκυκλίνες ήταν τα πιο αποτελεσματικά φάρμακα όσον αφορά στη μείωση των σοβαρών συμπτωμάτων της κατάθλιψης σε σύγκριση με τα εικονικά και οι επιδράσεις τους ήταν ακόμα μεγαλύτερες όταν ένα ή κάποια από τα φάρμακα αυτά λαμβάνονταν συμπληρωματικά στη βασική θεραπεία κατά της κατάθλιψης.
Πρέπει, πάντως, να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη κατηγορία φαρμάκων δεν φάνηκε να βελτιώνει την ποιότητα ζωής των ασθενών, αν και αυτό μπορεί να οφείλεται στον μικρό αριθμό των μελετών που εξετάστηκαν ως προς αυτή την πτυχή.
Επιπλέον, δεν αναδείχθηκαν σημαντικές παρενέργειες, με εξαίρεση κάποια εντερικά συμπτώματα που εμφανίστηκαν σε ασθενείς που λάμβαναν στατίνες και NAC, με τις δοκιμές να διαρκούν μόνο τέσσερις έως 12 εβδομάδες, οπότε ήταν σχεδόν αδύνατο να εντοπιστούν οι μακροπρόθεσμες παρενέργειες.
Παρά το γεγονός ότι δεν αναδείχθηκαν αλλαγές στις κλίμακες κατάθλιψης σε όλες τις μελέτες, οι επιστήμονες καταλήγουν: «Τα αποτελέσματα αυτής της συστηματικής επανεξέτασης υποδεικνύουν ότι τα αντιφλεγμονώδη φάρμακα παίζουν έναν ‘αντικαταθλιπτικό’ ρόλο στους πάσχοντες από σοβαρή καταθλιπτική διαταραχή και είναι αρκούντως ασφαλή».