Η αντίσταση σε ευρείας χρήσης αντιβιοτικά για την θεραπεία επιβλαβών βακτηρίων που προσβάλλουν το στομάχι έχει υπερδιπλασιαστεί τα τελευταία 20 χρόνια, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο του συνεδρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης Γαστρεντερολογίας, στη Βαρκελώνη.
Η Ελλάδα, μαζί με τη Νότια Ιταλία και την Κροατία βρίσκονται μεταξύ των πρώτων ευρωπαϊκών κρατών με την υψηλότερη αντίσταση στο αντιβιοτικό κλαριθρομυκίνη, ενώ προβλέπεται ότι η χώρα μας μαζί με την Ιταλία θα είναι μεταξύ των χωρών-μελών της ΕΕ που έως το 2057 θα καταγράφουν τους περισσότερους θανάτους λόγω αντίστασης στα αντιβιοτικά.
Η μελέτη συμπεριέλαβε 1.232 ασθενείς από 18 χώρες της Ευρώπης, και επικεντρώθηκε στην αντίσταση σε αντιβιοτικά που συνταγογραφούνται κατά του ελικοβακτηριδίου του πυλωρού (H. pylori), ένα επιβλαβές βακτήριο που σχετίζεται με γαστρικά έλκη, το λέμφωμα και τον γαστρικό καρκίνο. Η αντίσταση στην κλαριθρομυκίνη, ένα από τα πλέον καλά αντιμικροβιακά για την εξάλειψη του H. pylori, έχει αυξηθεί από 9,9% το 1998 στο 21,6% το 2018. Παρόμοια αύξηση στην ανθεκτικότητα έχει παρατηρηθεί στην λεβοφλοξασίνη και την μετρονιδαζόλη.
Ως αντίσταση στα αντιβιοτικά ορίζεται η κατάσταση κατά την οποία τα βακτήρια αναπτύσσουν την ικανότητα να επιβιώνουν παρά την έκθεσή στους σε σχεδιασμένους φαρμακευτικούς παράγοντες για την εξόντωσή τους ή την καθυστέρηση της περαιτέρω ανάπτυξής τους. Πρόκειται για μια από τις μεγαλύτερες απειλές παγκοσμίως, καθώς προκαλεί πάνω από 750.000 θανάτους ετησίως, με τις προβλέψεις ως προς τον αριθμό των θανάτων να είναι δυσοίωνες.
Όπως ανέφερε ο επικεφαλής καθηγητής της μελέτης Francis Megraud «η λοίμωξη από H. pylori είναι ήδη μια σύνθετη κατάσταση ως προς την αντιμετώπισή της καθώς προϋποθέτει συνδυαστική αγωγή. Με τα ποσοστά ανθεκτικότητας στα ευρείας χρήση αντιβιοτικά, όπως η κλαριθρομυκίνη να αυξάνονται ανησυχητικά κατά 1% ετησίως, οι θεραπευτικές επιλογές μας έναντι του ελικοβακτηριδίου του πυλωρού περιορίζονται διαρκώς και σύντομα θα καταστούν αναποτελεσματικές αν δεν αναπτύξουμε καινοτόμες θεραπείες. Η μειωμένη αποτελεσματικότητα των υφιστάμενων αγωγών συντελούν στην υψηλή συχνότητα του γαστρικού καρκίνου και άλλων παθήσεων, όπως τα έλκη του πεπτικού, αν συνεχίσει η αντίσταση στα αντιβιοτικά».
Το H. pylori είναι από τις συχνότερες βακτηριακές λοιμώξεις στους ανθρώπους και υπολογίζεται ότι επηρεάζει περίπου τον μισό πληθυσμό της Γης. Προκαλεί φλεγμονή στα τοιχώματα του στομάχου, δηλαδή γαστρίτιδα, που με τη σειρά της οδηγεί στη δημιουργία έλκους του πεπτικού. Είναι επίσης ο σημαντικότερος παράγοντας κινδύνου για τον γαστρικό καρκίνο, την έβδομη συχνότερη αιτία καρκινικού θανάτου στην Ευρώπη και τρίτη παγκοσμίως.
Τα τελευταία χρόνια η αντίσταση του H. pylori στα αντιβιοτικά είναι έκδηλη και έχει προκαλέσει διεθνή επιστημονική ανησυχία. Το 2017, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας χαρακτήρισε το ανθεκτικό στην κλαριθρομυκίνη H. pylori ως βασική προτεραιότητα της επιστημονικής έρευνας με στόχο την ανάπτυξη νέων θεραπειών.
Η μελέτη του Δρ. Megraud έδειξε ότι το ανθεκτικό στην κλαριθρομυκίνη H. pylori ήταν συχνότερο στη Νότια Ιταλία (39,9%), την Κροατία (34,6) και την Ελλάδα (30%), επιβεβαιώνοντας παλαιότερες επιστημονικές εκτιμήσεις ότι η Ιταλία και η Ελλάδα θα είναι μεταξύ των χωρών-μελών της ΕΕ που έως το 2057 θα καταγράφουν τους περισσότερους θανάτους λόγω της αντίστασης στα αντιβιοτικά.
Αναλυτικά, οι ευρωπαϊκές χώρες με αντίσταση του H. pylori στην κλαριθρομυκίνη το 2018 (%) ήταν:
- Ιταλία (Νότος): 36,9
- Κροατία: 34,6
- Ελλάδα: 30
- Πολωνία: 28,5
- Βουλγαρία 26,9
- Ιρλανδία: 25,6
- Αυστρία: 23,5
- Γαλλία: 22,5
- Γερμανία: 22,2
- Πορτογαλία: 20
- Βέλγιο: 17,4
- Ισπανία: 17,1
- Σλοβενία: 16
- Λιθουανία: 13
- Ολλανδία: 9,2
- Νορβηγία: 8,9
- Λετονία: 6,8
- Δανία: 5,0
Τα υψηλά ποσοστά αντίσταση στα αντιβιοτικά στις προαναφερόμενες χώρες αποδίδονται στην κατάχρηση αντιβιοτικών για κοινές παθήσεις, όπως το κοινό κρυολόγημα και η γρίπη, αλλά και λόγω έλλειψης πολιτικών υγείας για την αντιμετώπιση της φαρμακο-αντίστασης στα συστήματα υγείας.
«Τα ευρήματα της μελέτης είναι ανησυχητικά, καθώς το είναι H. pylori είναι η κύρια αιτία γαστρικού καρκίνου και νοσηρότητας του πεπτικού συστήματος», σχολίασε ο Mário Dinis-Ribeiro, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ενδοσκοπικής Γαστρεντερολογίας.