Βρετανοί επιστήμονες εντόπισαν δεκάδες γονίδια που ενδεχομένως να αποτελούν το κλειδί για τη θεραπεία της κώφωσης σε μεγάλη ηλικία. Οι ερευνητές ανέλυσαν γενετικά δεδομένα περισσότερων από 250.000 εθελοντές άνω των 40 ετών και βρήκαν 44 κλώνους του DNA που συνδέονται με την απώλεια ακοής, ένα πρόβλημα που ανέφερε περίπου το 1/3 των συμμετεχόντων.
Οι επιστήμονες δηλώνουν πως η ανακάλυψη αυτή θα μπορούσε να ανοίξει το δρόμο για νέες θεραπείες και μια πιο σαφή κατανόηση του τρόπου με τον οποίο εξελίσσεται η κώφωση με την πάροδο του χρόνου.
Πράγματι και παρά το γεγονός ότι πρόκειται για μια κατάσταση αρκετά συνηθισμένη, λίγα είναι γνωστά για τις αιτίες που προκαλούν την κώφωση και, μέχρι στιγμής, η μόνη διαθέσιμη θεραπευτική επιλογή είναι τα βοηθήματα ακοής, δηλαδή τα ακουστικά, που όμως πολλοί άνθρωποι δεν φορούν παρά την σύσταση του γιατρού τους.
Οι ειδικοί του Κολεγίου King και του Πανεπιστημιακού Κολεγίου του Λονδίνου, λοιπόν, εξέτασαν τα γενετικά δεδομένα των συμμετεχόντων στην βρετανική Βιο-Τράπεζα, καλώντας τους εθελοντές να αναφέρουν αν πάσχουν από απώλεια ακοής ή αν φορούν ακουστικό.
Στη συνέχεια ανέλυσαν τα γενετικά δεδομένα και βρήκαν 44 γονίδια που συνδέονται με την απώλεια ακοής, πράγμα που προέκυψε μετά τη μελέτη εννέα εκατομμυρίων γενετικών παραλλαγών και την εξέταση των διαφορών τους σε πάσχοντες από απώλεια ακοής και σε υγιείς ανθρώπους. Μάλιστα, για 30 από αυτά τα γονίδια ήταν η πρώτη φορά που συνδέονταν με την πάθηση.
Η ερευνητική ομάδα τόνισε ότι πρόκειται για μια ανακάλυψη που θα οδηγήσει σε νέα βιολογικά μονοπάτια που μέχρι πρότινος δεν θεωρούνταν σημαντικά για την ακοή. «Μόλις οι επιστήμονες έχουν στη διάθεσή τους αυτά τα μονοπάτια, θα ακολουθήσουν και οι θεραπείες», αναφέρει ο επικεφαλής συγγραφέας, καθηγητής στο Κολέγιο King, Frances Williams και συνεχίζει:
«Τώρα γνωρίζουμε ότι είναι πάρα πολλά τα γονίδια που εμπλέκονται στην απώλεια της ακοής καθώς μεγαλώνουμε. Η μελέτη αυτή εντόπισε κάποια από αυτά που ήδη γνωρίζαμε ότι προκαλούν κώφωση στα παιδιά, αλλά αποκάλυψε και πολλά καινούργια γονίδια που δείχνουν νέα βιολογικά μονοπάτια».
«Πριν από τη μελέτη μας, είχαν αναγνωριστεί μόνο πέντε γονίδια ως παράγοντες πρόβλεψης της απώλειας ακοής λόγω ηλικίας, επομένως με την αύξηση των ανεξάρτητων γενετικών δεικτών που επιτύχαμε, ευελπιστούμε ότι θα παρακινήσουμε την έρευνα προς την κατεύθυνση των πολυπόθητων θεραπειών για τα εκατομμύρια των ανθρώπων παγκοσμίως που χάνουν την ακοή τους καθώς γερνούν», συμπληρώνει η Δρ. Sally Dawson, επίσης συγγραφέας της μελέτης.