Πολλές μελέτες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο γάμος κάνει καλό στους ανθρώπους, με τους έγγαμους να απολαμβάνουν καλύτερη υγεία από τους άγαμους, να έχουν χαμηλότερη συχνότητα κατάθλιψης και καρδιαγγειακών παθήσεων και τελικά να ζουν περισσότερα χρόνια.
Όμως αυτό τελικά δεν φαίνεται να αφορά σε όλα τα έγγαμα ζευγάρια καθώς οι μελέτες έχουν εστιάσει κυρίως σε ετεροφυλόφιλα ζευγάρια. Μόλις πρόσφατα άρχισαν να γίνονται αντικείμενο έρευνας οι έγγαμες σχέσεις ομόφυλων ανδρών και γυναικών για να ελεγχθεί αν ο γάμος συντελεί σε καλύτερη υγεία των μελών του ζεύγους.
Στη μελέτη που δημοσίευσαν ερευνητές από το Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν αξιολογήθηκαν τα πλεονεκτήματα του γάμου μεταξύ ετεροφυλοφίλων, αμφιφυλόφιλων και ομοφυλόφιλων ενηλίκων.
Και όπως διαπίστωσαν, οι αμφιφυλόφιλοι ενήλικες ήταν εκείνοι που δεν είχαν οφέλη υγείας από τον έγγαμο βίο.
Οι ειδικοί αξιοποίησαν στοιχεία από τη μελέτη National Health Interview Survey (2013-17) και τα συνέκριναν με αυτοαναφορές για την υγεία και την διεκπεραίωση διαφόρων καθημερινών δραστηριοτήτων χωρίς βοήθεια ή ειδικό εξοπλισμό, που αφορούσαν 1.428 αμφιφυλόφιλους, 2.654 ομοφυλόφιλους και 150.403 ετεροφυλόφιλους ενήλικες.
Ετεροφυλόφιλοι και ομοφυλόφιλοι ήταν περισσότερο ευνοημένοι σε ότι αφορά στην υγεία τους όταν ήταν παντρεμένοι συγκριτικά με όταν ήταν άγαμοι. Για παράδειγμα, οι πιθανότητες να αναφέρουν καλή υγεία ήταν 36% υψηλότερες μεταξύ των ομοφυλοφίλων, συγκριτικά με όσους δεν είχαν παντρευτεί ποτέ.
Τα ποσοστά λειτουργικών περιορισμών, όπως η ανάβαση σκάλας και να πάνε για ψώνια ήταν 25% με 43% χαμηλότερα στους παντρεμένους ετεροφυλόφιλους συγκριτικά με όσους δεν είχαν παντρευτεί ποτέ.
Αιτιολογώντας τα αποτελέσματα οι ερευνητές εξηγούν ότι ο γάμος αυξάνει το αίσθημα οικονομικής ασφάλειας και κοινωνικής υποστήριξης και ενθαρρύνει έναν υγιεινότερο τρόπο ζωής, όπως λιγότερο κάπνισμα και αλκοόλ. Επίσης, υπάρχουν μελέτες που δείχνουν ότι τα άτομα που είναι πιο μορφωμένα, έχουν περισσότερα χρήματα και άλλα καλά χαρακτηριστικά είναι πιθανότερο να παντρευτούν και να μην χωρίσουν.
Αναφορικά με την υστέρηση των αμφιφυλόφιλων παντρεμένων οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι ενδεχομένως να βρίσκονται αντιμέτωποι με μοναδικές προκλήσεις στις σχέσεις τους, γεγονός που μειώνει το όφελος υγείας που αποκομίζουν από το γάμο.
Πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι τα αμφιφυλόφιλα άτομα έχουν χειρότερη υγεία από τους ετεροφυλόφιλους και τους ομοφυλόφιλους, περιλαμβανομένης της μεγαλύτερης συχνότητας ψυχικών διαταραχών, καρδιαγγειακών παθήσεων και αναπηρίας.
Συχνά τα αμφιφυλόφιλα άτομα θεωρούνται τόσο από τους ομοφυλόφιλους όσο και από τους ετεροφυλόφιλους ως αναποφάσιστοι ως προς τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό, σεξουαλικά επιρρεπείς και άπιστοι ή αναξιόπιστοι ως σύντροφοι. Για παράδειγμα, μια πειραματική μελέτη έδειξε ότι οι άνθρωποι συχνά προβάλλουν τέτοια αρνητικά στερεότυπα σε έναν αμφιφυλόφιλο άνδρα που βγαίνει με μια γυναίκα από ό,τι σε έναν ετεροφυλόφιλο άντρα που βγαίνει με μια γυναίκα ή έναν ομοφυλόφιλος άντρας που βγαίνει με έναν άντρα.
Οι ερευνητές διευκρινίζουν ότι προς το παρόν δεν είναι πλήρως κατανοητό με ποιο τρόπο το κοινωνικό στίγμα επηρεάζει τις σχέσεις των αμφιφυλόφιλων και την υγεία τους. Εικάζουν όμως ότι το στίγμα μπορεί να υπονομεύει την υγεία και την ευημερίας τους δυσκολεύοντας τους να κάνουν σχέσεις και να ζουν υπό τον φόβο της απόρριψης. Τέλος, η προσπάθεια απόκρυψης της σεξουαλικής τους ταυτότητας από έναν πιθανό σύντροφο ή την κοινωνία είναι πηγή στρες.