Είναι πλέον κοινώς αποδεκτό ότι η παχυσαρκία συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο για άλλα προβλήματα υγείας, όπως η καρδιακή νόσος, ο διαβήτης και οι γαστρεντερικές παθήσεις, ελάχιστα, όμως, είναι γνωστά για τη σχέση της με την ακανόνιστη εντερική δραστηριότητα.

Στην πιο κατανοητή μέχρι σήμερα ανάλυση της σχέσης μεταξύ του Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) και της εντερικής δραστηριότητα που δημοσιεύθηκε στο Alimentary Pharmacology & Therapeutics, μια ομάδα ερευνητών από το Ιατρικό Κέντρο Beth Israel Deaconess (BIDMC) βρήκε έναν ισχυρό συσχετισμό μεταξύ παχυσαρκίας και χρόνιας διάρροιας, ανεξαρτήτως της διατροφής, του τρόπου ζωής, της ψυχολογίας ή άλλων ιατρικών δεδομένων ενός ατόμου. Τα ευρήματα αυτά θα μπορούσαν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο πώς οι γιατροί μπορεί να προσεγγίζουν και να θεραπεύουν τα συμπτώματα της διάρροιας σε ασθενείς με παχυσαρκία.

«Πολλές προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ένα συσχετισμό μεταξύ της παχυσαρκίας και της εντερικής δραστηριότητας, όλες όμως είχαν ελλιπή δεδομένα σχετικά με το αν είναι η διατροφή ή άλλοι παράγοντες που καθορίζουν αυτή τη σχέση. Η έρευνά μας επιβεβαιώνει ένα θετικό συσχετισμό παχυσαρκίας και χρόνιας διάρροιας και αποκαλύπτει για πρώτη φορά ότι αυτή η σχέση δεν εξαρτάται από άλλους παράγοντες όπως η διατροφή ή η φυσική δραστηριότητα», αναφέρει η Sarah Ballou, ψυχολόγος και μία εκ των συγγραφέων της μελέτης.

Χρησιμοποιώντας ένα πρόγραμμα μελετών του 2009-2010 που αξιολογούσε την ιατρική και διατροφική κατάσταση ενηλίκων και παιδιών στις ΗΠΑ, η Δρ. Ballou και οι συνεργάτες της ανέλυσαν τις απαντήσεις 5.126 ασθενών άνω των 20 ετών σχετικά με την υγεία του εντέρου τους, οι οποίοι δεν είχαν ιστορικό συνδρόμου ευερέθιστου εντέρου, κοιλιοκάκης ή καρκίνου του παχέος εντέρου. Η ομάδα συνέκρινε την εντερική υγεία ασθενών που, ανάλογα με τον ΔΜΣ, χαρακτηρίζονταν ως λιποβαρείς, φυσιολογικού βάρους, υπέρβαροι, παχύσαρκοι και σοβαρά παχύσαρκοι.

Μετά τον έλεγχο των ερευνητών πάνω στη διατροφή, τη φυσική δραστηριότητα, τον διαβήτη, τη χρήση καθαρτικών φαρμάκων και δημογραφικούς παράγοντες, η ομάδα διαπίστωσε ότι οι συμμετέχοντες που ήταν παχύσαρκοι και σοβαρά παχύσαρκοι είχαν 60% περισσότερες πιθανότητες να πάσχουν από χρόνια διάρροια, σε σύγκριση με εκείνους με φυσιολογική εντερική δραστηριότητά ή δυσκοιλιότητα.

Ακόμα και μετά από αυτά τα ευρήματα, όμως, οι ερωτήσεις σχετικά με το ποιες είναι υποκείμενες αιτίες μπορεί να εξηγήσουν γιατί οι παχύσαρκοι άνθρωποι έχουν περισσότερες πιθανότητες να υποφέρουν από διάρροια. Μια πιθανή εξήγηση μπορεί να έγκειται στη σχέση μεταξύ της παχυσαρκίας και της χρόνιας φλεγμονής ήπιου βαθμού, η οποία ενδεχομένως να συνεισφέρει στη διάρροια. Οι μελλοντικές έρευνες που θα διευκρινίσουν αυτή τη σχέση και θα καθορίσουν τον τρόπο με τον οποίο η παχυσαρκία ενεργοποιεί τη φλεγμονή θα μπορούσαν να αποτελέσουν βάση για το πώς οι γιατροί προσεγγίζουν τη θεραπεία της ακανόνιστης δραστηριότητας του εντέρου στον πληθυσμό που πάσχει.