Τα υψηλά επίπεδα μιας πρωτεΐνης που εκκρίνεται μετά από προπόνηση υψηλής έντασης ενδέχεται να αποτελούν δείκτη πρόβλεψης του κινδύνου εμφράγματος ή εγκεφαλικού επεισοδίου εντός των επόμενων ετών σύμφωνα με νέα έρευνα.

Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξαν Ευρωπαίοι ερευνητές σε δημοσίευση της μελέτης τους στο Circulation. Στη μελέτη οι επιστήμονες εξέτασαν 725 ηλικιωμένους ανθρώπους που συμμετείχαν σε ένα περίπατο διάρκειας οκτώ ωρών στην Ολλανδία. Οι περιπατητές έδωσαν δείγματα αίματος πριν και αμέσως μετά τη διαδρομή όπου είχαν καλύψει αποστάσεις από 29 έως 55 χιλιόμετρα. Οι ερευνητές συνέχισαν να παρακολουθούν τους εθελοντές ηλικίας 54-69 ετών κατά μ.ο. για τρία έως τέσσερα χρόνια.

Μετά την ολοκλήρωση της περιπατητικής διαδρομής περίπου το 9% των εθελοντών είχαν υψηλά επίπεδα τροπονίνης, μίας πρωτεΐνης που απελευθερώνεται στο αίμα όταν υπάρχει βλάβη στην καρδιά. Το 27% αυτής της ομάδας ανθρώπων είτε πέθανε είτε υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο, έμφραγμα ή κάποιο σοβαρό καρδιαγγειακό επεισόδιο κατά τη διάρκεια της περιόδου παρακολούθησης συγκριτικά με το 7% των περιπατητών που δεν είχαν υψηλά επίπεδα τροπονίνης.

Τα υψηλότερα επίπεδα τροπονίνης αύξαναν κατά 2,5 φορές τον κίνδυνο συγκριτικά με εκείνους που είχαν χαμηλότερα επίπεδα τροπονίνης ακόμα και μετά την προσαρμογή άλλων παραγόντων κινδύνου όπως η ηλικία, ο σακχαρώδης διαβήτης, η υψηλή αρτηριακή πίεση και το ιστορικό εμφράγματος ή εγκεφαλικού επεισοδίου.

«Η αύξηση στα επίπεδα τροπονίνης που προκαλείται από την άσκηση ίσως δεν είναι μια φυσιολογική απόκριση του οργανισμού, αλλά ένας πρώιμος δείκτη μελλοντικής θνησιμότητας και καρδιαγγειακών επεισοδίων», δήλωσαν οι ερευνητές.

Οι γιατροί κοίταξαν για τροπονίνη σε ανθρώπους που πίστευαν ότι θα πάθουν έμφραγμα, αλλά αρκετές μελέτες έδειξαν ότι η έντονη ή μεσαίας έντασης άσκηση μπορεί επίσης να πυροδοτήσει την απελευθέρωση τροπονίνης.

«Η ιδέα της έκκρισης τροπονίνης μετά από την άσκηση έχει τεκμηριωθεί, αλλά τώρα πρέπει να εξεταστεί το ζήτημα του αν υπάρχουν επιπλοκές υγείας από την εν λόγω έκκριση και αυτό διερευνά η τρέχουσα έρευνα», εξηγεί ο Δρ. Amit Khera συγγραφέας στο Circulation που δεν συμμετείχε στην έρευνα.

«Πρόκειται για μία από τις πρώτες μελέτες που δείχνουν ότι η έκκριση τροπονίνης μετά από άσκηση μεγάλης έντασης αποτελεί δείκτη καρδιακής βλάβης, αλλά αυτό το συμπέρασμα δεν είναι οριστικό γιατί το δείγμα της μελέτης ήταν μικρό», πρόσθεσε ο Δρ. Khera.

Ο Thijs Eijsvogels, πρώτος συγγραφέας της μελέτης δήλωσε πως «τα επόμενα βήματα θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν την εξέταση της απελευθέρωσης της τροπονίνης μετά από άλλες δραστηριότητες υψηλής έντασης ή αντοχής πέρα από το περπάτημα. Τώρα πρέπει να πραγματοποιήσουμε αρκετές μελέτες για να δουν αν αυτό είναι εφαρμόσιμο και σε άλλους ανθρώπους όπως οι δρομείς μαραθωνίου ή οι ποδηλάτες, ή σε διαφορετικές εντάσεις ή όγκους άσκησης».

«Tα ευρήματα δεν θα έπρεπε να αποθαρρύνουν τους ανθρώπους από την άσκηση, ακόμα και υψηλής έντασης, καθώς η σωματική άσκηση είναι γνωστό πως επιμηκύνει τη ζωή και μειώνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, έτσι αυτό δεν θα έπρεπε να είναι μία δικαιολογία ελλιπούς εκγύμνασης», δήλωσε ο Δρ. Eijsvogels.

Από την πλευρά του ο επικεφαλής της έρευνας Δρ. Vincent Aengevaeren, δήλωσε πως «οι περισσότεροι άνθρωποι που συμμετείχαν στη μελέτη είχαν μεν καλύτερη φυσική κατάσταση από τον μέσο άνθρωπο αλλά δεν είχαν τη φυσική κατάσταση αθλητών».

Ορισμένοι περιπατητές είχαν υψηλή αρτηριακή πίεση, ήταν υπέρβαροι και είχαν διάφορους παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου, άλλοι είχαν ιστορικό εμφράγματος ή εγκεφαλικού επεισοδίου. «Έμοιαζαν περισσότερο με το μέσο άνθρωπο παρά με πολύ προπονημένους αθλητές», κατέληξε ο Δρ. Aengevaeren.