Διαφορές στην εξάπλωση των πρωτεϊνών Ταύ, που σχετίζονται με τη γνωστική φθορά, ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες διαπίστωσαν ερευνητές από το Κέντρο για τη Γνωστική Ιατρική στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Vanderbilt. Σύμφωνα με τα ευρήματα που παρουσιάστηκαν στο Διεθνές Συνέδριο της Εταιρίας για τη Νόσο Αλτσχάιμερ στο Λος Άντζελες, οι γυναίκες δείχνουν μεγαλύτερη συσσώρευση πρωτεϊνών Ταύ στον εγκέφαλο συγκριτικά με τους άνδρες.

Τα στοιχεία συσσώρευσης δείχνουν ότι οι πρωτεΐνες Ταύ διασπείρονται στον εγκεφαλικό ιστό σαν μόλυνση, ταξιδεύοντας από νευρώνα σε νευρώνα σκοτώνοντας εγκεφαλικά κύτταρα όπως φάνηκε από απεικονίσεις Ποζιτρονικών υπολογιστικών τομογραφιών σε υγιή άτομα και ασθενείς με ήπια γνωστική φθορά.

«Μοιάζει σαν να επαναδημιουργούμε τη σκηνή ενός εγκλήματος μετά το έγκλημα. Δεν ήμασταν εκεί όταν συνέβη αλλά εξετάζουμε πώς έγινε και πώς έδρασε ο δολοφόνος», δήλωσε ο Δρ. Sepi Shokouhi, επικεφαλής ερευνητής της μελέτης. «Η ανάλυση του γραφήματος κάνει κάτι παρόμοιο για να δείξει πώς η πρωτεΐνη Ταύ έχει διασπαρεί από τη μία περιοχή στην άλλη».

Τα αποτελέσματα της ανάλυσης έδειξαν ότι η αρχιτεκτονική των δικτύων Ταύ είναι διαφορετική στους άνδρες και τις γυναίκες με τις γυναίκες να έχουν μεγαλύτερο αριθμό συνδεόμενων περιοχών του εγκεφάλου. Αυτή η διαφορά ενδέχεται να επιτρέπει τις πρωτεΐνες Ταύ να διασπείρονται πιο εύκολα ανάμεσα στις περιοχές, επιταχύνοντας την ταχύτητα με την οποία συσσωρεύονται και θέτοντας τις γυναίκες σε μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης νόσου Αλτσχάιμερ.

Αν αποδειχτεί η ταχύτερη διασπορά των πρωτεϊνών Ταύ στις γυναίκες ενδέχεται να υποδειχθεί μία ανάγκη για διαφορετικές προσεγγίσεις ανάλογα με το φύλο για την πρόληψη της νόσου Αλτσχάιμερ, συμπεριλαμβανομένων θεραπειών που ξεκινούν ταχύτερα, παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής και γνωστικές θεραπείες.

«Η κατανόηση του πώς οι διαφορετικές βιολογικές διαδικασίες επηρεάζουν την μνήμη μας είναι ένα πραγματικά σημαντικό θέμα. Οι διαφορές του εγκεφάλου ανάλογα με το φύλο είναι παθολογικές, νευροανατομικές και η λειτουργική οργάνωση ενδέχεται να δημιουργεί διαφορές σε ένα νευροσυμπεριφορικό και γνωστικό επίπεδο. Συνεπώς η εξήγηση των διαφορών στη συχνότητα των νευροεκφυλιστικών νόσων μας βοηθά να αναπτύξουμε κατάλληλες θεραπείες», δήλωσε ο Δρ. Shokouhi.