Μία σχέση μεταξύ των φλεγμονωδών και αντιοξειδωτικών διατροφών και του κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου του παχέος εντέρου αποκαλύπτει έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Nutrients. Στη νέα αυτή μελέτη, οι επιστήμονες ανέλυσαν 1852 περιπτώσεις καρκίνου του παχέος εντέρου και 1567 περιστατικά καρκίνου του μαστού μαζί με 3447 και 1487 περιπτώσεις ομάδων ελέγχου αντίστοιχα.
«Παρατηρήσαμε μία σχέση ανάμεσα στην κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του παχέος εντέρου και φλεγμονωδών τροφών. Οι συμμετέχοντες που ακολούθησαν φλεγμονώδη διατροφή είχαν σχεδόν διπλάσιο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του παχέος εντέρου», εξηγεί η Δρ. Mireia Obon, πρώτη συγγραφέας της μελέτης και μέλος του Βιοϊατρικού Ερευνητικού Ινστιτούτου Bellvitge (IDIBELL). «Από την άλλη δεν έχουμε εκτιμήσει τη σημαντική αύξηση στον κίνδυνο καρκίνου του μαστού. Αυτό εξηγεί γιατί χρειάζεται να πραγματοποιήσουμε περισσότερες μελέτες για να ελέγξουμε αν υπάρχει όντως κάποια σχέση με άλλους παράγοντες», πρόσθεσε.
«Σε αυτή τη μελέτη εστιάσαμε στο ρόλο της διατροφής και συγκεκριμένα στις φλεγμονώδεις και αντιοξειδωτικές πτυχές της καθώς υπάρχουν στοιχεία ότι τόσο η χρόνια φλεγμονή όσο και το οξειδωτικό στρες επηρεάζουν την ανάπτυξη αυτών των δύο τύπων καρκίνου», εξηγεί ο Δρ. Victor Moreno, υπεύθυνος του τμήματος Ογκολογίας στο Ερευνητικό Ινστιτούτο IDIBELL.
H προ-φλεγμονώδης και προ-οξειδωτική διατροφή αποτελούν ένα πολύ σημαντικό παράγοντα κινδύνου για καρκίνο του παχέος εντέρου. Το θετικό στοιχείο είναι πως πρόκειται για έναν τροποποιήσιμο παράγοντα και συνεπώς μπορεί να αλλάξει», υπογραμμίζει η Δρ. Mireia Obon. «Άρα για να προληφθούν τέτοιου τύπου καρκίνοι είναι πολύ σημαντικό να ακολουθηθούν οι διατροφικές συμβουλές των ειδικών. Θα έπρεπε να επανεξετάσουμε τις διατροφικές μας συνήθειες εστιάζοντας σε δίαιτες που είναι πλούσιες σε φρούτα και λαχανικά, ξηρούς καρπούς, δημητριακά ολικής άλεσης και υγιεινά έλαια όπως το ελαιόλαδο και να απομακρυνθούμε από φλεγμονώδεις δίαιτες», υποστήριξε.
Αυτό που εισηγούνται οι ερευνητές της IDIBELL είναι να «εφαρμοστούν επιμορφωτικές στρατηγικές δημιουργημένες από επαγγελματίες διατροφής και υγείας έτσι ώστε ο γενικός πληθυσμός θα μπορεί να ακολουθήσει διατροφικές εισηγήσεις και αλλαγές στις συνήθειές τους».