Ένα κοινό αντικαταθλιπτικό φάρμακο, που εισήχθη στην αμερικανική αγορά το 1988 και περιλαμβάνει τη δραστική ουσία φλουοξετίνη, αποτελεί ακόμα και σήμερα ένα μυστήριο για τους επιστήμονες. Κι αυτό γιατί εξακολουθούν να μην γνωρίζουν ακριβώς τον τρόπο με τον οποίο το φάρμακο ασκεί τις επιδράσεις του στη διάθεση και καταφέρνει να την «ανεβάσει».

Τώρα, λοιπόν, οι ερευνητές μιας νέας μελέτης που δημοσιεύθηκε στο ACS Chemical Neuroscience, αναφέρουν ότι πλέον της γνωστής δράσης της στους υποδοχείς της σεροτονίνης, η φλουοξετίνη μπορεί επίσης να επαναδιατάξει τις νευρικές ίνες στον ιππόκαμπο των ποντικιών.

Η φλουοξετίνη ήταν το πρώτο φάρμακο της κατηγορίας των εκλεκτικών αναστολέων επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs), που εγκρίθηκε από τον Εθνικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων της Αμερικής. Τα SSRIs θεωρείται ότι λειτουργούν βασικά αυξάνοντας τη σηματοδότηση μεταξύ των νευρώνων, ωστόσο οι ερευνητές υποψιάζονταν ότι ενδεχομένως να πραγματοποιούν και άλλες παράλληλες διαδικασίες.

Σε προηγούμενες μελέτες, ο Massimo Pasqualetti και οι συνεργάτες του έδειξαν ότι η γενετική εξάντληση και αποκατάσταση της σεροτονίνης στα ποντίκια θα μπορούσε να αναδιατάξει τις νευρικές ίνες στον ιππόκαμπο. Τώρα, λοιπόν, θέλησαν να διαπιστώσουν αν οι πιο ισχνές αλλαγές στη διαθεσιμότητα της σεροτονίνης που προκαλούνται από τη θεραπεία με φλουοξετίνη θα μπορούσαν να έχουν το ίδιο αποτέλεσμα.

Για να το μάθουν, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν ζωικά μοντέλα (ποντίκια) που εκφράζουν την πράσινη φθορίζουσα πρωτεΐνη (GFP) στους νευρώνες που παράγουν τη σεροτονίνη στον εγκέφαλο. Χορήγησαν στο νερό των ποντικιών φλουοξετίνη για 28 ημέρες και στη συνέχεια συνέκριναν τα σήματα της GFP στον εγκέφαλό τους με εκείνα της ομάδας ελέγχου. Τα ποντίκια που είχαν λάβει την φλουοξετίνη είχαν νευρικές ίνες που παράγουν σεροτονίνη λιγότερες σε αριθμό και μικρότερες σε διάμετρο από εκείνες που βρέθηκαν στα ποντίκια της ομάδας ελέγχου. Αυτό, όμως ίσχυε μόνο για τις νευρικές ίνες του ιππόκαμπου.

Παρόλο που οι συνέπειες της δομικής αυτής αναδιάταξης είναι προς το παρόν άγνωστες, πρόκειται για μια διαδικασία που θα μπορούσε να συμβάλει στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο τα αντικαταθλιπτικά ασκούν τη θεραπευτική τους επίδραση.