Χαρακτηρισμοί όπως «φυσικά» και «φτιαγμένα από βιολογικό καπνό» που προσδίδονται σε ορισμένα τσιγάρα χρησιμοποιούνται για να υπονοήσουν ότι το κάπνισμα των τσιγάρων αυτών έχει λιγότερους κινδύνους όσον αφορά στην έκθεση σε τοξικές ουσίες. Οι μελέτες, μάλιστα, δείχνουν ότι οι καπνιστές θεωρούν ότι αυτά τα τσιγάρα είναι λιγότερο επιβλαβή για την υγεία, γι’αυτό και τα επιλέγουν.
Η πραγματικότητα, όμως, μάλλον είναι λίγο διαφορετική. Η αλήθεια είναι ότι τα δεδομένα σχετικά με τις βλαβερές χημικές ουσίες που περιέχονται σε αυτά τα τσιγάρα είναι ελάχιστα. Για να μάθουν, λοιπόν, περισσότερα πάνω σε αυτό το θέμα, οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Μινεσότα διεξήγαγαν μια ολοκληρωμένη χημική ανάλυση 13 διαφορετικών ποικιλιών καπνού των εν λόγω τσιγάρων. Η μελέτη, της οποίας ηγήθηκε η αναπληρώτρια καθηγήτρια στη Σχολή Δημόσιας Υγείας, Irina Stepanov, δημοσιεύθηκε στο Tobacco Regulatory Science.
Οι επιστήμονες ερεύνησαν τόσο τον καπνό που χρησιμοποιείται στα συγκεκριμένα τσιγάρα, όσο και τον καπνό που αυτά παράγουν μέσω μιας συσκευής που προσομοιώνει την εισπνοή του τσιγάρου και μετρά τα χημικά που εκπέμπονται.
Η μελέτη, λοιπόν, διαπίστωσε ότι:
– Τα επίπεδα των τοξικών και καρκινογόνων χημικών στα υπό μελέτη τσιγάρα μιας συγκεκριμένης μάρκας είναι σε γενικές γραμμές τα ίδια με εκείνα που υπάρχουν και στις άλλες μάρκες που διατίθενται στην αγορά.
– Ο καπνός που χρησιμοποιείται στα τσιγάρα αυτά περιέχει υψηλότερα επίπεδα νικοτίνης σε σύγκριση με εκείνα σε άλλες μάρκες τσιγάρων, πράγμα το οποίο υποδεικνύει ότι πιθανότατα είναι και πιο εθιστικά.
«Οι ομοιότητες μεταξύ των χημικών που προκαλούν καρκίνο σε πολλά από τα τσιγάρα της συγκεκριμένης μάρκας συνάδουν με τις γνώσεις μας για τις βλαβερές χημικές ουσίες στον καπνό του τσιγάρου που προέρχονται είτε από το ίδιο το φυτό είτε από τη διαδικασία της καύσης και δεν εξαρτώνται από το αν ο καπνός είναι “βιολογικός” ή “φυσικός”. Μάθαμε, επίσης, ότι τα τσιγάρα της συγκεκριμένης εταιρείας περιέχουν περισσότερο καπνό και χρειάζονται περισσότερες “τζούρες” για να τελειώσουν, πράγμα που σημαίνει ότι ο καπνιστής εισπνέει περισσότερο καπνό συγκριτικά με κάποιο άλλο τσιγάρο», σημειώνει η Aleksandra Alcheva, απόφοιτη της Σχολής Δημόσιας Υγείας και μία εκ των συγγραφέων της μελέτης.
Η Δρ. Stepanov τόνισε ότι η μελέτη αυτή απλώς συνέκρινε τα εργαστηριακά δεδομένα που παράχθηκαν από μηχανήματα για τα τσιγάρα της συγκεκριμένης μάρκας με αυτά άλλων εταιρειών.
«Οι καπνιστές καπνίζουν διαφορετικά από τα εργαστηριακά μηχανήματα, όμως, τα ευρήματά μας υποστηρίζουν με σαφήνεια ότι δεν υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές στα τσιγάρα της εν λόγω φίρμας, οι οποίες θα μπορούσαν να αποδοθούν στις “φυσικές” ή “βιολογικές” τους ιδιότητες. Παρόλο που κάποιες από τις παραπλανητικές περιγραφές που έχουν χρησιμοποιηθεί στις διαφημίσεις της συγκεκριμένης εταιρείας δεν επιτρέπονται πλέον, η χρήση λέξεων όπως «βιολογικά» και «καπνός και νερό» σε συνδυασμό με το «Φυσικό», παραμένει παραπλανητικό», αναφέρει η Δρ. Stepanov και καταλήγει ότι τα τσιγάρα αυτά δεν είναι με κανένα τρόπο «πιο υγιεινά από άλλα».