Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Johns Hopkins εντόπισαν μια πρωτεΐνη που εμπλέκεται στον κυτταρικό πολλαπλασιασμό και την ανάπτυξη νέων αιμοφόρων αγγείων και η οποία θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως δείκτης για την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του παχέος εντέρου. Τα αποτελέσματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν online στο τεύχος Νοεμβρίου του Biochemical and Biophysical Research Communications.

Σε εργαστηριακές μελέτες οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η έκφραση της συγκεκριμένης πρωτεΐνης, (β- 1,4-galactosyltransferase-V, β-1,4-GalT-V) ήταν αυξημένη σε ανθρώπινα καρκινικά κύτταρα του παχέος εντέρου συγκριτικά με υγιείς ιστούς. Επίσης παρατήρησαν αύξηση στη δραστηριότητα αυτής της πρωτεΐνης και στο παράγωγό της, λακτοζυλοκεραμίδιο (lactocylcaramide), ένα λιπίδιο που μπορεί να παράξει υπεροξείδια, που οδηγούν σε αύξηση νέων κυττάρων και αιμοφόρων αγγείων τα οποία οι καρκίνοι χρησιμοποιούν για να εξαπλωθούν. Η αναστολή της πρωτεΐνης και των υποπροϊόντων της εμποδίζει τον πολλαπλασιασμό των κυττάρων του καρκίνου του παχέος εντέρου.

Tα εν λόγω ευρήματα αποκαλύπτουν ότι το λακτοζυλοκεραμίδιο (lactocylcaramide) θα μπορούσε να προστεθεί στην ολοένα αυξανόμενη λίστα των βιοδεικτών όπως οι NMT1, APC, και TP53 που ανιχνεύονται σε εξετάσεις αίματος για την διάγνωση του καρκίνου του παχέος εντέρου ή δυνητικά άλλων τύπων καρκίνου προκειμένου να αυξήσουν την ακρίβειά τους στην έγκαιρη διάγνωση της νόσου σύμφωνα με τον επικεφαλής ερευνητή Subroto B. Chatterjee, καθηγητή Παιδιατρικής στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins.

Ο καρκίνος του παχέος εντέρου προσβάλλει περισσότερους από 1,4 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως, οδηγεί σε περισσότερους από 690.000 θανάτους και είναι ο τρίτος συχνότερος καρκίνος σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης. Οι διαγνωστικές κολονοσκοπήσεις συνήθως γίνονται μετά την ηλικία των 50, ενώ ένα από τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα διαγνωστικά τεστ είναι ένα τεστ κοπράνων για τον καρκίνου του παχέος εντέρου που βασίζεται στην τεχνολογία του DNA και όπως επισημαίνει ο καθηγητής Chatterjee «υπάρχει μεγάλη ανάγκη για αξιόπιστους βιοδείκτες για την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του παχέος εντέρου».

Προηγούμενη έρευνα της ομάδας του Subroto B. Chatterjee που δημοσιεύθηκε στην PloS One έδειξε ότι η καθημερινή θεραπευτική αγωγή με τον παράγοντα D-PDMP, έναν αναστολέα που στοχεύει τα μονοπάτια της καρκινογένεσης, επί τέσσερις εβδομάδες μείωσε στο μισό το μέγεθος των όγκων στους νεφρούς των πειραματόζωων, μειώνοντάς την δραστηριότητα και την ποσότητα της πρωτεΐνης β-1,4-GalT-V. Με βάση αυτά τα ευρήματα οι επιστήμονες δοκίμασαν την δράση του D-PDMP σε ανθρώπινα κύτταρα καρκίνου του παχέος εντέρου (HCT-116) που είχαν καλλιεργηθεί στο εργαστήριο. Διαπίστωσαν ότι σε χρονικό διάστημα 24 έως 96 ωρών τα κύτταρα στα οποία είχε χορηγηθεί θεραπεία με D-PDMP παρουσίασαν αξιοσημείωτη μείωση της β-1,4-GalT-V, συγκριτικά με τα κύτταρα στα οποία δεν είχε χορηγηθεί θεραπεία, καθώς και αύξηση του κυτταρικού θανάτου.

«Τα στοιχεία αυτά παρέχουν αποδείξεις ότι η β-1,4-GalT-V αποτελεί στόχο του κυτταρικού πολλαπλασιασμού και ότι μπορούμε να παρεμποδίσουμε τον κύκλο του κυτταρικού πολλαπλασιασμού χρησιμοποιώντας το D-PDMP, τουλάχιστον σε τεστ σε κύτταρα» λέει ο καθηγητής Chatterjee και συμπληρώνει ότι η έρευνα αυτή «δείχνει την δυναμική της εφαρμογής του D-PDMP ενδεχομένως σε περισσότερους τύπους καρκίνου.»