*Γράφουν οι Παναγιώτα Καρλατήρα και Μαίρη Μπιμπή
Για το θέμα μιλούν οι Μίνα Γκάγκα, Αναπληρώτρια Υπουργός Υγείας, Θάνος Δημόπουλος, Καθηγητής Ιατρικής Σχολής, Πρύτανης ΕΚΠΑ, Γαρυφαλλιά Πουλάκου, Παθολόγος-Λοιμωξιολόγος, Επίκουρη Καθηγήτρια Γ’ Παθολογικής Κλινικής ΕΚΠΑ, «Σωτηρία», Επιστημονικά Υπεύθυνη του Ιατρείου Post-COVID, Ελένη Κάκαλου, Παθολόγος-Λοιμωξιολόγος, Επιμελήτρια ΕΣΥ, Γ’ Παθολογική Κλινική ΕΚΠΑ «Σωτηρία», Επιστημονικά Υπεύθυνη του Ιατρείου Post-COVID, Ελένη Κορομπόκη, Επιμελήτρια ΕΣΥ, Υπεύθυνη Μονάδας COVID, Θεραπευτική Κλινική Νοσοκομείου «Αλεξάνδρα»
Στην Ελλάδα έχουν καταγραφεί μέχρι στιγμής πάνω από 660.000 κρούσματα κορωνοϊού, πράγμα που σημαίνει ότι περίπου 66.000 ασθενείς υποφέρουν από εμμένοντα συμπτώματα τουλάχιστον έξι μήνες μετά την αρχική νόσηση, με τους ειδικούς να επισημαίνουν ότι ο αριθμός των πασχόντων θα συνεχίσει να αυξάνει όσο αυξάνονται τα κρούσματα. Αν αναλογιστεί κανείς ότι η λοίμωξη COVID-19 απασχολεί την παγκόσμια ιατρική κοινότητα μόλις ενάμιση χρόνο με πολλά ανοιχτά επιστημονικά ερωτήματα σχετικά με τους παθογενετικούς μηχανισμούς και τις αποτελεσματικές θεραπείες, γίνεται προφανές ότι τα ερωτήματα αυτά πολλαπλασιάζονται σε ό,τι αφορά τη Long COVID.
«Η παρατεινόμενη νόσος COVID ή Long COVID είναι ένα κλινικό σύνδρομο που απασχολεί και που θα συνεχίσει να απασχολεί έντονα την επιστημονική κοινότητα, δεδομένου ότι τα συμπτώματα αναγνωρίστηκαν πιο όψιμα σε σχέση με την οξεία λοίμωξη και οι μελέτες παρακολούθησης των ασθενών βρίσκονται σε εξέλιξη», επισημαίνει ο Καθηγητής της Ιατρικής Σχολής και Πρύτανης του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) Θάνος Δημόπουλος. Ωστόσο, όπως υπογραμμίζει «η εμπειρία από άλλους κορωνοϊούς, όπως ο SARS και ο MERS, έχει δείξει ότι τα παρατεινόμενα συμπτώματα μπορεί να διαρκέσουν έως και 3,5 χρόνια».
Το προφίλ των ασθενών
Η Long COVID είναι ένα πολυσυστηματικό νόσημα. Η ένταση των συμπτωμάτων και το ποσοστό εμφάνισής τους ποικίλλουν ανάλογα με τη βαρύτητα της νόσησης κατά την οξεία φάση. Ωστόσο, εάν οι ασθενείς χρειάστηκαν υψηλής ροής οξυγόνο ή νοσηλεία σε ΜΕΘ, ένα μέρος των συμπτωμάτων τους μπορεί να είναι απόρροια των συνδρόμων που σχετίζονται γενικότερα με τη νοσηλεία σε ΜΕΘ.
«Το σύνδρομο Long COVID φαίνεται πως αφορά περισσότερο τις γυναίκες μέσης ηλικίας. Το αυξημένο σωματικό βάρος, το κάπνισμα, τα χρόνια νοσήματα και ιδίως από την ψυχική σφαίρα, η σοβαρή νόσος COVID-19 και η ανάγκη νοσηλείας έχουν αναδειχθεί στις μελέτες ως παράγοντες κινδύνου. Η κοινωνικοοικονομική κατάσταση, ο κοινωνικός αποκλεισμός όπως και άλλοι παράγοντες γενετικοί, κοινωνικοί ή πολιτισμικοί μπορεί να επηρεάζουν την ποικιλομορφία εμφάνισης των συμπτωμάτων και τη διάρκειά τους», εξηγεί η Επίκουρη Καθηγήτρια Παθολογίας -Λοιμωξιολογίας της Γ’ Παθολογικής Κλινικής ΕΚΠΑ στο Νοσοκομείο «Σωτηρία» και Επιστημονικά Υπεύθυνη του Ιατρείου Post-COVID Γαρυφαλλιά Πουλάκου.
Μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν δημοσιευμένα δεδομένα για την επίπτωση της Long COVID στον ελληνικό πληθυσμό. Οι υπό εξέλιξη μελέτες καθώς και στοιχεία από τις βάσεις δεδομένων των ιατρείων Post-COVID των νοσοκομείων αναμένεται να δώσουν σαφέστερη εικόνα.
«Σύμφωνα με βρετανική μελέτη, 1 στους 10 ασθενείς με ήπια συμπτώματα μπορεί να εμφανίσει Long COVID. Φαίνεται ότι τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, οι παχύσαρκοι και οι ασθενείς με υποκείμενα νοσήματα (προϋπάρχουσα πνευμονική, καρδιαγγειακή, νεφρική νόσος, χρόνια νευρολογικά ή ψυχιατρικά προβλήματα) έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσουν παρατεινόμενη νόσο COVID», συμπληρώνει η Επιμελήτρια ΕΣΥ, Υπεύθυνη Μονάδας COVID-19 στη Θεραπευτική Κλινική του Νοσοκομείου «Αλεξάνδρα» Ελένη Κορομπόκη.
Το θεραπευτικό πρωτόκολλο
Σε διεθνές επίπεδο έχουν χρησιμοποιηθεί διάφορα μοντέλα φροντίδας είτε με διεπιστημονικά πολυϊατρεία σε νοσοκομεία αναφοράς, είτε με δίκτυα μεταξύ τριτοβάθμιων νοσοκομείων και πρωτοβάθμιας φροντίδας, αλλά και κινητών υπηρεσιών για ευάλωτους πληθυσμούς ή σε περιοχές με απομακρυσμένη γεωγραφική πρόσβαση σε εξειδικευμένες υπηρεσίες. Επίσης, προσφέρεται συμβουλευτική υποστήριξη σε επαγγελματίες υγείας που αντιμετωπίζουν ασθενείς με ανάλογη συμπτωματολογία ή επιπλοκές. Το γενικό θεραπευτικό πρωτόκολλο προσαρμόζεται στις ιδιαιτερότητες που εμφανίζει κάθε ασθενής.
Η λειτουργία των Post-COVID ιατρείων στη χώρα μας ξεκίνησε κυρίως με πρωτοβουλία των γιατρών που είχαν νοσηλεύσει ασθενείς κατά την οξεία φάση κρίνοντας αναγκαία την παρακολούθησή τους και μετά την έξοδο από το νοσοκομείο για εύλογο χρονικό διάστημα
Τα περισσότερα νοσοκομεία που διαθέτουν κλίνες COVID-19 διαθέτουν και Post-COVID ιατρεία για παρακολούθηση κυρίως των ασθενών που νοσηλεύτηκαν. Οι ασθενείς που νόσησαν ήπια και δεν χρειάστηκαν νοσηλεία έχουν περιορισμένη πρόσβαση σε αυτά τα ειδικά ιατρεία.
«Μια σειρά από νοσοκομεία σε όλη την επικράτεια -ενδεικτικά “Ευαγγελισμός”, “Σωτηρία”, Αττικό, Σισμανόγλειο στην Αθήνα, ΑΧΕΠΑ, “Παπαγεωργίου”, “Παπανικολάου” στη Θεσσαλονίκη, αλλά και τα Πανεπιστημιακά Νοσοκομεία της Περιφέρειας- διαθέτουν ιατρεία Post-COVID, τηρώντας όλα τα προβλεπόμενα πρωτόκολλα», σημειώνει η Αναπληρώτρια Υπουργός Υγείας Μίνα Γκάγκα.
Η Γ’ Παθολογική Κλινική του ΕΚΠΑ στο «Σωτηρία», που λειτουργεί υπό τη διεύθυνση του Καθηγητή Κωνσταντίνου Συρίγου, λειτουργεί Ιατρείο Post-COVID από τον Μάιο του 2020, σε συνεργασία με τη 2η Πνευμονολογική Κλινική. «Στους ασθενείς προγραμματίζεται ραντεβού σε 2-6 εβδομάδες μετά το εξιτήριο ανάλογα με τις ανάγκες τους και μετά σε 12 εβδομάδες για την τελική εκτίμηση της αναπνευστικής, καρδιαγγειακής, μεταβολικής, νευρολογικής, ψυχοκοινωνικής αποκατάστασής τους μέσα από μια ολιστική διεπιστημονική προσέγγιση. Κατά την αρχική αξιολόγηση αποφασίζεται αν χρειάζονται κάποιες επιπλέον εξετάσεις ή υπηρεσίες από τη βασική δέσμη που περιλαμβάνει καρδιογράφημα, αιματολογικές εξετάσεις, εκτίμηση της ποιότητας ζωής, ψυχικής υγείας και της νευρογνωσιακής κατάστασης. Σχεδόν όλοι οι ασθενείς υποβάλλονται σε αξονική τομογραφία 12 εβδομάδες μετά τη νόσηση και αν χρειαστεί σε πλήρη λειτουργικό έλεγχο της αναπνοής. Η ομάδα που διαχειρίζεται την φροντίδα τους αποτελείται από Πνευμονολόγο, Παθολόγο-Λοιμωξιολόγο, Νοσηλευτή-τρια, και Κοινωνική Λειτουργό. Υπάρχει σταθερή συνεργασία με καρδιολογικό ιατρείο και κατά περίπτωση μπορεί να γίνουν παραπομπές σε άλλες ειδικότητες π.χ. Κλινικό Ψυχολόγο, Ψυχίατρο, Νευρολόγο, Ρευματολόγο, Δερματολόγο», εξηγεί η Παθολόγος-Λοιμωξιολόγος, Επιμελήτρια ΕΣΥ στη Γ’ Παθολογική Κλινική ΕΚΠΑ του «Σωτηρία», Επιστημονικά Υπεύθυνη του Ιατρείου Post-COVID Ελένη Κάκαλου.
Με τη σειρά της η κυρία Κορομπόκη προσθέτει πως «είναι σημαντικός ο συμπληρωματικός εργαστηριακός έλεγχος για την αξιολόγηση της λειτουργίας του ήπατος, των νεφρών, των ενδοκρινών αδένων (θυρεοειδική λειτουργία), των λιπιδίων του αίματος, του σακχάρου και της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης, των δεικτών φλεγμονής, των μυοκαρδιακών ενζύμων, αλλά και αιματολογικών δεικτών (π.χ. πηκτικότητα), καθώς μπορεί να αναδείξει όψιμες βλάβες από διαφορετικά όργανα-στόχους του ιού, ακόμα και σε περιπτώσεις που δεν υπήρχαν αρχικά βλάβες κατά την οξεία φάση της νόσου».
Το θεσμικό πλαίσιο
Πρόσφατα στις ΗΠΑ η νόσος αναγνωρίστηκε ως μορφή αναπηρίας με την αντίστοιχη κάλυψη των εξόδων αποκατάστασης από τα ασφαλιστικά ταμεία. Στην Ελλάδα το πλαίσιο είναι υπό διαμόρφωση.
«Πριν από λίγους μήνες έγινε προσπάθεια καταγραφής των Post-COVID ιατρείων από το υπουργείο Υγείας και υπήρξε πρωτοβουλία εκπαίδευσης της ιατρικής κοινότητας στο σύνδρομο Long COVID συμπεριλαμβάνοντας την ενότητα αυτή στις εκπαιδευτικές δράσεις που οργάνωσε ο Οργανισμός Διασφάλισης Ποιότητας Υπηρεσιών Υγείας (ΟΔΙΠΥ) σε συνεργασία με το ΕΚΠΑ. Η ιατρική κοινότητα σε συνεργασία με την ελληνική ομάδα υποστήριξης ασθενών με Long COVID πρέπει να ενημερώσουν το υπουργείο Υγείας για τα προβλήματα στη λειτουργία των Post-COVID ιατρείων, εξασφαλίζοντας την ασφαλιστική κάλυψη των διαγνωστικών εξετάσεων, αλλά και τη δωρεάν πρόσβαση σε θεραπείες αποκατάστασης όπου αυτή χρειάζεται, με ένδειξη τη νόσο αυτή», τονίζει ο κ. Δημόπουλος.
Μέχρι στιγμής η αποκατάσταση σε ειδικά κέντρα καλύπτεται μόνο για όσους νοσηλεύτηκαν και έχουν σοβαρή υπολειπόμενη νόσο ή εμφανίζουν επιπλοκές λόγω παρατεταμένης νοσηλείας σε κλινική COVID ή σε ΜΕΘ. Επίσης, προγράμματα αναπνευστικής, κινητικής και ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης εφαρμόζονται σε μεγάλα νοσοκομεία αναφοράς, αλλά δίνεται προτεραιότητα σε ασθενείς μετά από σοβαρή νόσηση ή νοσηλεία σε ΜΕΘ.
«Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες έχουν δοθεί πόροι, ανθρώπινοι και οικονομικοί, ώστε να ενισχυθούν οι δομές παροχής υπηρεσιών υγείας και να αντεπεξέλθουν στο αυξημένο βάρος που επιφέρει η πανδημία», σημειώνει η κυρία Πουλάκου. Στη χώρα μας υπάρχουν εγγενείς αδυναμίες στις δημόσιες δομές υγείας που εντάθηκαν λόγω της πανδημίας. Ενδεικτικά, κρίσιμες εξετάσεις όπως ο λειτουργικός έλεγχος της αναπνευστικής και καρδιαγγειακής λειτουργίας δεν διενεργούνται σε δημόσιες δομές της Περιφέρειας. Ωστόσο, σύμφωνα με την κυρία Γκάγκα, προς το παρόν «οι εξετάσεις που απαιτούνται για την παρακολούθηση των ασθενών με παρατεταμένη νόσο όπως και την αντιμετώπισή τους, καλύπτονται από το ασφαλιστικό σύστημα».
Μέχρι όμως να αποσαφηνιστεί πλήρως το επιστημονικό, κλινικό και ασφαλιστικό πλαίσιο της Long COVID, οι ειδικοί υπενθυμίζουν ότι ο έλεγχος της πανδημίας διά του εμβολιασμού θα περιορίσει δραστικά και την έκταση της νόσου.
Τα συμπτώματα της Long COVID
Τα κυριότερα συμπτώματα είναι η κόπωση, η δύσπνοια, ο βήχας, η κεφαλαλγία, οι πόνοι στο θώρακα και οι μυαλγίες. Αλλα συχνά συμπτώματα είναι: διαταραχές γεύσης και όσφρησης (συχνά βασανιστική παροσμία, δηλαδή η εντύπωση ύπαρξης δυσάρεστων οσμών όπως καμένο λάστιχο ή σάπιο κρέας ή ψάρι), ορθοστατική ταχυκαρδία ή και υπόταση, διαταραχές ύπνου, αλωπεκία, βλάβες περιφερικών νεύρων όπως αιμωδίες (μούδιασμα), αίσθημα νυγμών (τσιμπήματα), ενδοκρινολογικές διαταραχές κυρίως του θυρεοειδούς ή σακχαρώδης διαβήτης, δερματικά εξανθήματα, απώλεια βάρους, ανορεξία, αρθρίτιδες, ημικρανίες, ίλιγγος, αίσθημα ζάλης, εφιδρώσεις, διαρροϊκές κενώσεις. Συχνές είναι και οι ψυχιατρικές και γνωσιακές διαταραχές όπως η μετατραυματική διαταραχή στρες, οι διαταραχές μνήμης και συγκέντρωσης, το άγχος και η κατάθλιψη.
Παθογενετικοί μηχανισμοί
Οι μηχανισμοί που εμπλέκονται στη Long COVID είναι περίπλοκοι. Ενδεχομένως να σχετίζονται με τις κυτταροκίνες που εκλύονται από τον οργανισμό στη φάση της φλεγμονής κατά την οξεία νόσηση, ή με τη δράση του ίδιου του SARS-CoV-2 και την προσβολή κυττάρων σε ένα μεγάλο εύρος ανθρώπινων ιστών ή με τον μηχανισμό ανοσοθρόμβωσης που μπορεί να πυροδοτήσει ο κορωνοϊός σε μικρά αγγεία.
Το θέμα δημοσιεύθηκε στο τεύχος ν.6 του περιοδικού ygeiamou που κυκλοφόρησε με το ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ στις 31/10