Οι ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης άνοιας, μια κατάσταση που όμως μπορεί να αποφευχθεί, εάν υιοθετήσουν ορισμένες συνήθειες με θετικό πρόσημο για τη ζωή τους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν φέτος στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας για τη Μελέτη του Διαβήτη (EASD), εάν ρυθμιστούν μόλις επτά παράγοντες που σχετίζονται με τον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 -το κάπνισμα, η υπέρταση, το αυξημένο σάκχαρο, η παχυσαρκία, η μειωμένη σωματική δραστηριότητα, η μη ισορροπημένη διατροφή και η απουσία λευκωματουρίας- ελαττώνονται σημαντικά οι πιθανότητες εμφάνισης άνοιας στους συγκεκριμένους ασθενείς.
H μελέτη ήταν μακροσκελής και με μεγάλο ερευνητικό δείγμα της δυναμικής των σχεδόν 88 χιλιάδων ανθρώπων με μέση ηλικία τα 57 έτη, αντλώντας στοιχεία από τη βρετανική έρευνα Biobank.
Η ανάλυση των σαρώσεων του εγκεφάλου και των ιατρικών δεδομένων, έπειτα και από μια περίοδο παρακολούθησης 9 ετών, ανέδειξε τον προοδευτικά χαμηλό ρίσκο εμφάνισης της άνοιας σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 που είχαν υιοθετήσει έναν υψηλότερο αριθμό των παραγόντων κινδύνου εντός των προτεινόμενων κατευθυντήριων γραμμών (π.χ. δεν κάπνιζαν, διατηρούσαν ένα υγιές βάρος και φυσιολογικά επίπεδα σακχάρου στο αίμα και της αρτηριακής πίεσης), σε σύγκριση με άτομα που δεν έπασχαν από σακχαρώδη διαβήτη, με επιπλέον 20% μειωμένο κίνδυνο για κάθε επιπλέον παράγοντα κινδύνου εντός του εύρους στόχου.
Επιπλέον, όσον αφορά την υγεία του εγκεφάλου, oι διαφορές στις γνωστικές επιδόσεις αλλά και στις δομικές ανωμαλίες του εγκεφάλου ήταν σαφώς μικρότερες, όταν τηρούνταν αυτοί οι επτά «χρυσοί» κανόνες. Μάλιστα, τα συγκεκριμένα στοιχεία επιβεβαιώθηκαν και από τη μελέτη του Μάαστριχτ, που αφορούσε σε ένα πληθυσμιακό κομμάτι από την Ολλανδία.
Οι τρεις παράγοντες που περιόριζαν πιο αισθητά τον κίνδυνο εμφάνισης της άνοιας ήταν η διατήρηση των φυσιολογικών επιπέδων της γλυκόζης στο αίμα, η αποφυγή του καπνίσματος και η απουσία της λευκωματουρίας (σημάδι νεφρικής βλάβης).
Tα αποτελέσματα αυτά είναι ιδιαίτερα σημαντικά, καθώς αυτή είναι και η πρώτη έρευνα που διερεύνησε τη συσχέτιση τόσων διαφορετικών παραγόντων με τη γνωστική εξασθένιση, αλλά και των αλλαγών που συμβαίνουν στον εγκέφαλο των ασθενών με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2: «Οι παράγοντες κινδύνου δεν επηρεάζουν μόνο τον κίνδυνο εμφάνισης άνοιας, αλλά και τη δομή του εγκεφάλου και τα τρέχοντα επίπεδα της γνωστικής λειτουργίας» σημειώνει η Δρ April van Gennip από το Πανεπιστήμιο του Μάαστριχτ.
Πράγματι, συνάμα με την εμφάνιση άνοιας, ο κίνδυνος της γνωστικής εξασθένισης και των δομικών αλλαγών του εγκεφάλου, παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου, είναι ιδιαίτερα υψηλός για τους ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2.
Για να διερευνηθεί περαιτέρω πώς μπορεί ο «χρυσός» κανόνας των παραπάνω παραγόντων να συμβάλλει στη γνωστική εξασθένιση, οι ερευνητές εξέτασαν τα περιστατικά άνοιας αλλά και τη γνωστική εξασθένιση και τις δομικές ανωμαλίες του εγκεφάλου σε σύγκριση με την υιοθέτηση των παραγόντων. Στην παρακολούθηση αυτή των 9 ετών, 147 (1,4%) άτομα με διαβήτη και 412 (0,5%) άτομα από την ομάδα ελέγχου εμφάνισαν άνοια.
Αυτό που διαπίστωσαν οι ερευνητές ήταν πως όταν οι συμμετέχοντες είχαν υιοθετήσει 5 από τους 7 παράγοντες, η εμφάνιση γνωστικής εξασθένισης που σχετίζεται με τον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 ήταν μικρότερη.
Συμπερασματικά και δεδομένου ότι προς το παρόν δεν υπάρχει θεραπεία που μπορεί να αποτρέψει την εμφάνιση της άνοιας, τα στοιχεία είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά για τους ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, καθώς μπορούν με εύκολες και μεθοδικές κινήσεις να περιορίσουν τον κίνδυνο. Παράλληλα όμως, οι ίδιες αλλαγές προσφέρουν πολλαπλά οφέλη στην υγεία τους εν γένει.
Διαβάστε επίσης:
Διαβήτης: Αυτή είναι η Νο1 απειλή για τη ζωή των ασθενών
Διαβήτης: Η διατροφή που τον ρυθμίζει – Η κίνηση ματ που οδηγεί σε ύφεση της νόσου