Χρειάστηκε αρκετός χρόνος για να αναγνωριστεί επίσημα, αλλά τελικά η απώλεια της όσφρησης αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικά συμπτώματα της COVID-19. Είναι ευρέως αποδεδειγμένο πλέον ότι η COVID-19 έχει μια μοναδική επίδραση στους υποδοχείς της όσφρησης και σχεδόν το 10% όσων αναφέρουν ότι χάνουν την όσφρησή τους αναφέρουν, επίσης, και συμπτώματα σχετικά με τη γεύση και την όσφρηση έως και έξι μήνες μετά.
Η επίδραση μπορεί να είναι σημαντική, γι’αυτό και οι επιστήμονες Vincent Deary, καθηγητής εφαρμοσμένης ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Northumbria, και Duika Burges Watson, λέκτορας για την Παγκόσμια Υγεία στο Πανεπιστήμιο του Newcastle, θέλησαν να καταγράψουν πώς είναι η ζωή με μακροχρόνια προβλήματα γεύσης και όσφρησης. Για να το πραγματοποιήσουν, λοιπόν, συνεργάστηκαν με τη φιλανθρωπική οργάνωση AbScent, η οποία διατηρεί διαδικτυακή ομάδα υποστήριξης για τους ανθρώπους με προβλήματα όσφρησης από την COVID-19.
Σύμφωνα με τη σχετική δημοσίευση στο The Conversation, οι ερευνητές μίλησαν με ανθρώπους της ομάδας, φτιάχνοντας έτσι μια εικόνα σχετικά με τις ευρύτερες επιπτώσεις της διαταραγμένης όσφρησης μετά τη νόσο. Τη στιγμή υλοποίησης της έρευνας, μάλιστα, στην ομάδα συμμετείχαν περισσότεροι από 9.000 άνθρωποι, με τους επιστήμονες να παρακολουθούν καθημερινά τους νέους λογαριασμούς που ανέφεραν την καταστροφική επίδραση της αισθητηριακής αλλαγής.
«Η ανταπόκριση ήταν καταιγιστική. Οι άνθρωποι ήθελαν πραγματικά να ακουστούν οι ιστορίες τους», αναφέρουν οι Δρ. Deary και Watson.
Το τέλος της ικανοποίησης από το φαγητό
Οι επιστήμονες ορίζουν την ανοσμία ως ολοκληρωτική απώλεια της όσφρησης, ενώ παροσμία είναι η κατάσταση στην οποία οι φυσιολογικές μυρωδιές παραμορφώνονται, συνήθως δυσάρεστα. Η γεύση είναι αυτό που συγκεντρώνεται από τους υποδοχείς της γλώσσας, αλλά και η εντύπωση της συνολικής αισθητηριακής εμπειρίας του φαγητού, στην οποία η μυρωδιά παίζει σημαντικό ρόλο ταυτόχρονα με άλλες αισθήσεις. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα και αν η γεύση (η γλώσσα μας) είναι καλή, η απώλεια της όσφρησης μπορεί να επηρεάσει σημαντικά τη γεύση.
«Το πρώτο πράγμα που μας έκανε εντύπωση ήταν το πόσο απρόβλεπτη και αποπροσανατολιστική μπορούσε να είναι η απώλεια της αισθητηριακής εμπειρίας. Για κάποιους οι επιδράσεις ήταν απόλυτες, δηλαδή από το 100% της όσφρησης στο 0%, ενώ για κάποιους άλλους πιο ρευστές, με την ανοσμία να μετατρέπεται σε παροσμία και το φαγητό που τη μία ημέρα είχε ωραία γεύση την επόμενη να είναι αηδιαστικό. Αυτή η ‘αφηγηματική του χάους’ όπως την αποκαλούν οι κοινωνιολόγοι σημαίνει ότι η απώλεια της όσφρησης είναι πολύ δύσκολη στη διαχείριση, σχεδόν ανεξέλεγκτη», τονίζουν οι ειδικοί.
Απρόβλεπτη ήταν, επίσης, και η επίδραση στην όρεξη. Οι άνθρωποι αντιμετώπισαν δυσκολία στην κατανάλωση φαγητού, ιδιαίτερα όταν οι φυσιολογικές μυρωδιές παραμορφώνονταν, ενώ άλλοι ανέφεραν ακόμα και κακή διατροφή και σοβαρή απώλεια βάρους.
Λιγότερο προφανείς ήταν οι αναφορές για αύξηση του βάρους, που πραγματοποιήθηκαν κατά κύριο λόγο από ανθρώπους που «κυνηγούσαν τη γεύση» μετά την απώλεια της όσφρησης, δηλαδή εκείνους που δεν μπορούσαν να απολαύσουν το φαγητό που κατανάλωναν κι έτσι έτρωγαν περισσότερο προσπαθώντας να «βρουν τη γεύση».
Η οικειότητα είναι άρωμα
Στην παρούσα μελέτη, όμως, δεν εξετάστηκαν οι επιπτώσεις του κορωνοϊού μόνο όσον αφορά στο φαγητό. Αντίθετα, σοβαρές επιδράσεις καταγράφηκαν και στις αισθητηριακές αλλαγές των προσωπικών σχέσεων. Πολλές ήταν οι αναφορές ανθρώπων που περιέγραφαν τη μοναξιά που βίωναν καθώς δεν μπορούσαν πλέον να μυρίσουν τον σύντροφο ή τα παιδιά τους, ενώ ακόμα χειρότερο στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν το σύμπτωμα της παροσμίας.
Τέλος, άλλαξε και η σχέση πολλών ανθρώπων με τον εαυτό τους και με τον κόσμο. Κάποιοι από όσους ανέφεραν απώλεια της όσφρησης ένιωθαν αποκομμένοι από τον εαυτό τους κι από τον κόσμο, ενώ στην περίπτωση της παροσμίας το συναίσθημα ήταν ακόμα πιο ενοχλητικό, καθώς οι καθημερινές μυρωδιές πυροδοτούσαν αηδιαστικές οσμές, κάνοντας τον κόσμο ένα επικίνδυνο και μπερδεμένο μέρος.
Για ορισμένους αυτές οι αισθητηριακές αλλαγές ήταν ευτυχώς προσωρινές. Άλλοι, όμως, παραμένουν για αρκετούς μήνες δέσμιοι αυτών των βασικών αισθητηριακών αλλαγών και της δυσφορίας που αυτές επιφέρουν. «Παρόλο που είναι λίγα τα στοιχεία ότι η προπόνηση στην όσφρηση βοηθά την αισθητηριακή αποκατάσταση σε άλλες παθήσεις, βρισκόμαστε ακόμα στα πρώτα στάδια της κατανόησης και της ανάπτυξης θεραπειών για μια πανδημία αλλοιωμένων αισθήσεων», αναφέρουν καταληκτικά οι Δρ. Deary και Watson.
Διαβάστε επίσης
Κορωνοϊός: Η βιταμίνη – σύμμαχος που προφυλάσσει από σοβαρή νόσο
Κορωνοϊός: Ο ένας στους δέκα ταλαιπωρείται ακόμη οκτώ μήνες μετά – Τα επίμονα συμπτώματα
Κορωνοϊός: Πώς το μητρικό γάλα «μπλοκάρει» τη λοίμωξη – Αντισώματα ακόμα και 10 μήνες μετά