Είναι γνωστό ότι ο χυμός των κράνμπερι μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη των λοιμώξεων του ουροποιητικού συστήματος. Παρόλο που σχετικές κλινικές δοκιμές του φρούτου έχουν οδηγήσει σε αντικρουόμενα αποτελέσματα, όσον αφορά την δράση του, υπάρχουν μελέτες σύμφωνα με τις οποίες η κατανάλωση χυμού κράνμπερι μπορεί να παρεμποδίσει τα ύποπτα για την πρόκληση λοιμώξεων βακτήρια να προσκολληθούν στο κυτταρικό τοίχωμα του ουροποιητικού συστήματος. Σύμφωνα με μελέτη των Christina Coleman, Daneel Ferreira και των συνεργατών τους που δημοσιεύεται στο ACS Journal of Natural Products φαίνεται πως αυτή η δράση αποδίδεται στους ολιγοσακχαρίτες που εντοπίζονται στον χυμό κράνμπερι.
Οι ερευνητές χορήγησαν κράνμπερι σε μορφή σκόνης σε θηλυκά γουρούνια ενώ ακολούθως συνέλεξαν τα ούρα τους και χρησιμοποίησαν χρωματογραφία για να τα διαχωρίσουν με βάση το μέγεθος των μορίων τους. Απεικονίζοντας τα δείγματα οι ερευνητές διαπίστωσαν πως οι προανθοκυανιδίνες, οι παράγοντες στους οποίους μέχρι πρότινος αποδίδονταν οι προστατευτικές ιδιότητες των κράνμπερι κατά της ουρολοίμωξης δεν εντοπίζονταν στα δείγματα των ούρων. Αντίθετα εντόπισαν ολιγοσακχαρίτες, ένα σύμπλεγμα υδατανθράκων που συσχετίζεται με την κυτταρίνη και είναι δύσκολο να εντοπιστεί και να απομονωθεί.
Τα συνηθέστερα μικρόβια που προκαλούν ουρολοίμωξη είναι το Κολοβακτηρίδιο, και ακολουθούν η Κλεμπσιέλλα και οι Πρωτείς. Κλινικά οι ουρολοιμώξεις εκδηλώνονται στο 95% των γυναικών με καύσο, δυσκολία στην ούρηση, συχνουρία, αιματουρία (συμπτώματα που ισοδυναμούν με κυστίτιδα), ενώ στους άνδρες η κυστίτιδα αφορά λιγότερο από 5% και το 95% αφορά το ανώτερο ουροποιητικό που εκδηλώνεται ως οξεία πυελονεφρίτιδα με υψηλό πυρετό και ρίγος, άλγος στην οσφύ.