Στα συμπτώματα της πρώτης εβδομάδας με τη νόσο COVID-19 που μαρτυρούν ότι η διάρκειά της θα είναι μεγαλύτερη της αναμενόμενη ανάρρωσης κατέληξαν ερευνητές από την Ομάδα Έρευνας για Θεραπείες έναντι της Παρατεινόμενης Νόσου COVID (μακρά COVID) με επικεφαλής το Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ.

Σύμφωνα με την ανασκόπηση των διαθέσιμων στοιχείων για τα κυρίαρχα συμπτώματα, τις επιπλοκές και την αντιμετώπιση της μακράς COVID που δημοσιεύεται στο Journal of the Royal Society of Medicine, πρόκειται για δέκα συμπτώματα, ανεξαρτήτως ηλικίας και φύλου του ασθενούς, που διακρίνονται σε δύο βασικές ομάδες.

Ειδικότερα, κόπωση, δύσπνοια, μυικοί πόνοι, βήχας, πονοκέφαλος, αρθραλγία, θωρακικός πόνος, αλλοιωμένη αίσθηση της οσμής και της γεύσης και διάρροια είναι τα αρχικά ανησυχητικά συμπτώματα που θα διαρκέσουν.

Η πρώτη βασική ομάδα συμπτωμάτων της μακράς COVID περιλαμβάνει αποκλειστικά κόπωση, πονοκέφαλο και επιπλοκές στο ανώτερο αναπνευστικό σύστημα, ενώ η δεύτερη πολυσυστηματικές διαταραχές όπως συνεχής πυρετός και γαστρεντερολογικά συμπτώματα.

«Υπάρχουν στοιχεία ότι ο αντίκτυπος της οξείας νόσου COVID-19, ανεξαρτήτως της σοβαρότητας της νόσησης, εκτείνεται πέρα από τη νοσηλεία στις περισσότερες περιπτώσεις, σε μια συνεχή έκπτωση της ποιότητας ζωής, της ψυχικής υγείας καθώς και της εργασίας», αναφέρει ο επικεφαλής ερευνητής Δρ Olalekan Lee Aiyegbusi από το Κέντρο Έρευνας για τα Αποτελέσματα Ασθενών του Πανεπιστημίου του Μπέρμιγχαμ, προσθέτοντας ότι πάνω από το ένα τρίτο των ασθενών που συμπεριλήφθηκαν στην ανασκόπηση ανέφερε ότι ένιωθε ακόμα άρρωστος ή σε χειρότερη κατάσταση υγείας στις οκτώ εβδομάδες ασθενείας συγκριτικά με την έναρξη της COVID-19.

Σύμφωνα με τον Δρ Aiyegbusi, το αρνητικό αποτύπωμα στην ψυχολογία των ασθενών με μακρά COVID φανερώνει η πεποίθηση ότι το σύστημα υγείας τους έχει απορρίψει και εγκαταλείψει, με την όποια ιατρική καθοδήγηση να είναι περιορισμένη ή αντιφατική.

Προβαίνοντας στη σύγκριση του SARS-CoV0-2 με άλλους κορωνοϊούς, οι ερευνητές κατέληξαν στην υπόθεση ότι στα περιστατικά μακράς COVID, η νόσος στους ασθενείς θα ακολουθήσει την ίδια εξελικτική πορεία με τις SARS και MERS, για τις οποίες ανάλυση στοιχείων ασθενών έδειξε ότι ένας στους τέσσερις (25%) που χρειάστηκαν νοσηλεία είχαν μειωμένη πνευμονική λειτουργία και ικανότητα άσκησης έξι μήνες μετά το εξιτήριο.

Οι ερευνητές καταλήγουν ότι χρειάζεται συνεχής επαγρύπνηση και πρόληψη για τους πάσχοντες καθώς παραμένουν άγνωστοι οι βιολογικοί και ανοσολογικοί μηχανισμοί πίσω από τη μακρά COVID και τη μεγαλύτερη ευαλωτότητα ορισμένων ασθενών ως προς αυτή.

Διαβάστε επίσης: 

Κορωνοϊός – Ανάρρωση: Το ενοχλητικό σύμπτωμα που παραμένει στους μισούς ασθενείς

Κορωνοϊός: Ο ένας στους δέκα ταλαιπωρείται ακόμη οκτώ μήνες μετά – Τα επίμονα συμπτώματα

Κορωνοϊός – Ασθενείς: Πόσοι ταλαιπωρούνται από επίμονα συμπτώματα – Ποιοι είναι πιο ευάλωτοι