Δίκοπο μαχαίρι αποδεικνύονται ορισμένες κοινώς χρησιμοποιούμενες φαρμακευτικές αγωγές, καθώς φαίνεται πως από τη μια μπορεί να ανακουφίσουν τον οργανισμό από τα συμπτώματα χρόνιων ασθενειών, από την άλλη όμως καθιστούν πιο αδύναμο το ανοσοποιητικό σύστημα ενάντια σε λοιμώξεις, αυξάνοντας την ανθεκτικότητα του οργανισμού σε αντιβιοτικές αγωγές.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα νέα ερευνητικά δεδομένα που παρουσιάστηκαν στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Κλινικής Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων (ECCMID) τρεις είναι αυτές οι κατηγορίες σκευασμάτων που συνταγογραφούνται και δεν συμπεριλαμβάνονται στα αντιβιοτικά: οι αναστολείς της αντλίας πρωτονίων (PPI), οι β-αποκλειστές και αντι-μεταβολίτες. Οι συγκεκριμένες κατηγορίες φαρμάκων θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε λοιμώξεις ανθεκτικές στα αντιβιοτικά που προκαλούνται από τα εντεροβακτηριοειδή βακτήρια όπως το Εντεροαιμορραγικό Κολοβακτηρίδιο (E coli). Αυτές οι ανθεκτικές στα αντιβιοτικά λοιμώξεις συνδέονται με τη σειρά τους με αυξημένο χρόνο νοσηλείας και πιθανώς με μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου.
Πρόκειται για φάρμακα ευρείας χρήσης που χορηγούνται για τη θεραπεία και την ανακούφιση συμπτωμάτων χρόνιων ασθενειών, προκαλώντας όμως και σημαντικές παρενέργειες, που όμως δεν είναι πάντα ορατές στους ασθενείς. Για παράδειγμα, ορισμένα μη αντιβιοτικά φάρμακα έχει αποδειχθεί ότι διαταράσσουν τη λειτουργία του εντερικού μικροβιώματος. Παρόλα αυτά, δεν είχε αποδειχθεί ο ρόλος τους ως παράγοντα κινδύνου για λοιμώξεις από βακτήρια ανθεκτικά στα αντιβιοτικά.
Οι επιστήμονες εξέτασαν δεδομένα που αφορούσαν 1.807 ενήλικες που νοσηλεύτηκαν σε πανεπιστημιακό νοσοκομείο στο Τελ Αβίβ του Ισραήλ το διάστημα μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου του 2017 και 18 Απριλίου 2019. Οι ασθενείς εισήχθησαν στο νοσοκομείο με λοίμωξη του ανώτερου ουροποιητικού συστήματος, έχοντας θετικά αποτελέσματα για εντεροβακτηριοειδή βακτήρια σε καλλιέργεια ούρων ή εξετάσεις αίματος. Η χρήση 19 μη αντιβιοτικών αγωγών πριν από την εισαγωγή στο νοσοκομείο επιβεβαιώθηκε ηλεκτρονικά από το ιατρικό ιστορικό των ασθενών.
Οργανισμοί που είναι ανθεκτικοί σε αντιβιοτικά φάρμακα ανιχνεύθηκαν σε σχεδόν τους μισούς από τους ασθενείς (944 /1.807), ενώ οργανισμοί ανθεκτικοί σε αρκετές άλλες αγωγές (σε 3 ή περισσότερες κατηγορίες αντιβιοτικών) εντοπίστηκαν σε περίπου το ένα τέταρτο των περιστατικών (431/1.807).
Οι περαιτέρω αναλύσεις απέδειξαν ότι η χρήση των ακόλουθων κοινών κατηγοριών φαρμάκων συσχετίστηκαν με την αυξημένη αντίσταση σε αντιβιοτικές αγωγές:
- αντικαταθλιπτικά SSRI (εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης),
- αντιψυχωτικά για τη θεραπεία της σχιζοφρένειας,
- αντιπηκτικές αγωγές για την πρόληψη εγκεφαλικού επεισοδίου σε ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή,
- αναστολείς της αντλίας πρωτονίων (PPI) που μειώνουν την παραγωγή οξέων του στομάχου,
- βήτα-αποκλειστές που βοηθούν στη θεραπεία καρδιακών νοσημάτων και
- αντι-μεταβολίτες (χημειοθεραπευτικά σκευάσματα) που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη θεραπεία ορισμένων τύπων καρκίνου και φλεγμονωδών ασθενειών.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι τρεις κατηγορίες φαρμάκων (PPI, βήτα-αποκλειστές και αντιμεταβολίτες) συσχετίστηκαν πιο άμεσα με την αντίσταση στις κεφαλοσπορίνες τρίτης γενιάς, στην τριμεθοπρίμη-σουλφαμεθοξαζόλη και τις φθοριοκινολόνες, δραστικές ουσίες αρκετών αντιβιοτικών σκευασμάτων. Οι αντι-μεταβολίτες φαίνεται να έχουν τον ισχυρότερο αντίκτυπο στην αντοχή στα αντιβιοτικά.
Παρόλα αυτά, οι ερευνητές επισημαίνουν και τους περιορισμούς της έρευνας που αφορούν το μικρό δείγμα ασθενών σχετικά με τη χρήση ορισμένων φαρμάκων αλλά και την έλλειψη πληροφοριών σχετικά με τη δοσολογία και τη διάρκεια λήψης των μη αντιβιοτικών φαρμάκων.
Διαβάστε επίσης
Αντιβιοτικά: Το μεγαλύτερο λάθος που κάνουμε στη λήψη τους
Πνεύμονες: Τα δημοφιλή συστατικά που μειώνουν τις λοιμώξεις του αναπνευστικού