Με νευρολογικές ή ψυχιατρικές διαταραχές θα διαγνωστεί ένας στους τρεις ασθενείς με COVID-19, 6 μήνες μετά την ανάρρωσή του, διατείνεται πρόσφατη μελέτη παρατήρησης που δημοσιεύτηκε στο The Lancet Psychiatry journal.

Οι επιστήμονες μελέτησαν στοιχεία 236.379 ασθενών από το αμερικανικό δίκτυο TriNetX -περιλαμβάνει στοιχεία για πάνω από 81 εκατ. ανθρώπους-, ηλικίας άνω των 10 ετών που νόσησαν μετά τις 20 Ιανουαρίου και επέζησαν έως τον Δεκέμβριο 2020.

Συνολικά, από το 34% των αναρρωσάντων με κάποια νευρολογική ή ψυχιατρική διαταραχή, για το 13% ήταν πρώτη φορά που διαγνώστηκαν με πρόβλημα τέτοιας φύσης. Τα ευρήματα έδειξαν πως η πλειοψηφία παρουσίασε αγχώδεις διαταραχές (17%) και έπειτα συναισθηματικές διαταραχές (14%), εθισμό σε ουσίες (7%) και αϋπνία (5%), ενώ νευρολογικά προβλήματα ήταν σπανιότερα και αφορούσαν εγκεφαλική αιμορραγία (0,6%), ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο (2,1%) και άνοια (0,7%).

Από τους ασθενείς που εμφάνισαν τις διαταραχές, 38% είχαν χρειαστεί νοσηλεία με 46% σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) και 62% είχαν εμφανίσει ντελίριο (οξεία συγχυτική κατάσταση) κατά την περίοδο της νόσου, οδηγώντας στο συμπέρασμα ότι η σοβαρή νόσηση COVID-19 αποδείχτηκε παράγοντας αυξημένου κινδύνου για τις παραπάνω διαταραχές, κυρίως για τις νευρολογικές.

Ενδεικτικά, η νοσηλεία σε ΜΕΘ και το ντελίριο συνδέθηκαν αντίστοιχα με 2,7% και 3,6% για περιστατικά εγκεφαλικής αιμορραγίας, με 6,9% και 9,4% για ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο, 1,7% και 4,4% για άνοια και 2,8% και 7% για ψυχωτική διαταραχή, όταν τα αντίστοιχα ποσοστά στους ήπια νοσήσαντες ανέρχονταν σε 0,3%, 1,3%, 0,4% και 0,9% κατά σειρά για τις νευρολογικές διαταραχές.

Τα ευρήματα συγκρίθηκαν και με άλλες λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος, για να διαπιστωθεί αν η νόσος του κορωνοϊού SARS-CoV-2 προσβάλλει σημαντικότερα την ψυχική και νευρολογική υγεία.

Έτσι, η σύγκριση με 105.579 ασθενείς με γρίπη και 236.038 με λοιμώξεις του αναπνευστικού (συμπεριλαμβανομένης της γρίπης) με συνυπολογισμό βασικών μεταβλητών (φύλο, ηλικία, εθνικότητα, ιατρικό ιστορικό), έδειξε ότι η COVID-19 συνδέθηκε με 44% μεγαλύτερο κίνδυνο ψυχιατρικών/νευρολογικών διαταραχών σε σχέση με τη γρίπη και κατά 16% σε σχέση με άλλες αναπνευστικές λοιμώξεις.

Οι ερευνητές ανέφεραν ότι η COVID-19 δεν έδειξε συσχετισμό με παρκινσονισμό και το σύνδρομο Guillain-Barré.

Η ερευνητική ομάδα με επικεφαλής τον καθηγητής Paul Harrison από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης στην Αγγλία, δεν μελετά για πρώτη φορά τη σχέση της νόσου με την νευρολογική λειτουργία. Σε προηγούμενη μελέτη παρατήρησης, είχε διαπιστωθεί ότι όσοι ανάρρωσαν από την COVID-19 έχουν αυξημένες πιθανότητες αγχώδους και συναισθηματικής διαταραχής τους πρώτους τρεις μήνες μετά τη μόλυνση.

Ως εκ τούτου, επεσήμαναν τη μεγάλη προσοχή που πρέπει να δοθεί από τα εθνικά συστήματα υγείας για το αποτύπωμα της νόσου στην ψυχική υγεία των ασθενών. «Μένει να ερευνηθούν οι πιθανές συνέπειες της COVID-19 μετά τους έξι μήνες. Ωστόσο, ακόμη και τα πρόσφατα ευρήματα δεν επιτρέπουν εφησυχασμό», διευκρίνισε ο Δρ Max Taquet που συμμετείχε στην έρευνα.

Η μελέτη δεν διέφυγε ορισμένους περιορισμούς, όπως η έλλειψη πληροφοριών σχετικά με την πληρότητα και ακρίβεια των ηλεκτρονικών αρχείων υγείας. Επιπλέον, πολλοί ασθενείς COVID-19 με ήπια ή καθόλου συμπτώματα δεν παρουσιάζονται σε κάποια δομή υγείας, με αποτέλεσμα τα στοιχεία της μελέτης να προκύπτουν μόνο από σοβαρότερα νοσήσαντες. Τέλος, δεν υπήρξε διαβάθμιση της σοβαρότητας των νευρολογικών και ψυχιατρικών διαταραχών.

Διαβάστε επίσης

Κορωνοϊός: Γιατί άνθρωποι που ανάρρωσαν νιώθουν ότι «θολώνει» το μυαλό τους

Κορωνοϊός – Ασθενείς: Πού οφείλεται η νοητική σύγχυση μετά την ανάρρωση

Κορωνοϊός – Έρευνα: 8 στους 10 ασθενείς έχουν κάποιο νευρολογικό σύμπτωμα