Αυτό ήταν το συμπέρασμα νέας νορβηγικής μελέτης που δημοσιεύθηκε στο The Lancet Child & Adolescence Health.

Η ερευνητική ομάδα εξέτασε δείγμα 257 εγκύων με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών κατά την περίοδο 2005 έως 2009. Οι γυναίκες έλαβαν μετφορμίνη ή ένα ψευδοφάρμακο (placebo) κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.

Ακολούθως οι ερευνητές εξέτασαν το ύψος, το βάρος, τον Δείκτη Μάζας Σώματος και την περίμετρο της μέσης σε 141 από αυτά τα παιδιά σε ηλικία 5-10 ετών.

Τα παιδιά που είχαν εκτεθεί στην μετφορμίνη κατά την ενδομήτριο ζωή συγκρίθηκαν με εκείνα που οι μητέρες τους είχαν λάβει placebo. Επιπλέον οι ερευνητές συνέκριναν τα παιδιά που έλαβαν placebo με παιδιά από τον γενικό νορβηγικό πληθυσμό.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα παιδιά ηλικίας οκτώ ετών τα οποία είχαν εκτεθεί σε μετφορμίνη κατά την περίοδο της κύησης είχαν υψηλότερο ΔΜΣ και περίμετρο μέσης συγκριτικά με τα παιδιά των γυναικών που βρίσκονταν στην ομάδα ελέγχου (ομάδα placebo).

O υψηλότερος ΔΜΣ θα μπορούσε να οδηγήσει σε αρνητικές επιδράσεις για τα παιδιά στην ενήλικη ζωή τους λόγω ασθενειών που σχετίζονται με την παχυσαρκία.

Τα παιδιά των οποίων οι μητέρες είχαν σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών αλλά δεν είχαν λάβει μετφορμίνη δεν είχαν αυξημένο ΔΜΣ σε σχέση με τις φυσιολογικές τιμές. Όταν εξετάστηκαν αυτά τα παιδιά, στην ηλικία των οκτώ ετών ωστόσο, είχαν μεγαλύτερη περιφέρεια μέσης η οποία συσχετίζεται με αρνητική κατανομή του σωματικού λίπους.