Οι πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 που λαμβάνουν σχετική αγωγή ενδέχεται να κινδυνεύουν λιγότερο από νόσο Αλτσχάιμερ σύμφωνα με νέα μελέτη του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνια (USC) Dornsife που δημοσιεύθηκε στο Diabetes Care.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι ασθενείς που έπασχαν από σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και δεν λάμβαναν φαρμακευτική αγωγή, εμφάνισαν συμπτώματα νόσου Αλτσχάιμερ, 1,6 φορές ταχύτερα συγκριτικά με τους ανθρώπους που δεν είχαν σακχαρώδη διαβήτη.

«Τα ευρήματα μας δίνουν έμφαση στη σημασία της διάγνωσης του σακχαρώδους διαβήτη και άλλων μεταβολικών νόσων στους ενήλικες, όσο ταχύτερα γίνεται. Ανάμεσα στους πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη η διαφορά στον ρυθμό εκδήλωσης συμπτωμάτων άνοιας και νόσου Αλτσχάιμερ είναι ξεκάθαρα συνδεδεμένη με το αν λαμβάνουν ή όχι φαρμακευτική αγωγή για τον σακχαρώδη διαβήτη», δήλωσε ο Daniel A. Nation, ψυχολόγος του κολεγίου USC.

O κ. Nation δήλωσε πως αυτή η μελέτη ενδέχεται να είναι η πρώτη που συγκρίνει την ανάπτυξη της παθολογίας της νόσου Αλτσχάιμερ και της άνοιας σε ανθρώπους με φυσιολογικά επίπεδα γλυκόζης, προ-διαβητικούς και πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 που λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή ή δεν λαμβάνουν.

Για τη μελέτη, οι επιστήμονες βασίστηκαν στην ανάλυση των νευροϊνιδιακών συμπλεγμάτων Tau, των εγκεφαλικών αλλοιώσεων που είναι σήμα κατατεθέν της νόσου Αλτσχάιμερ. Όταν οι αλλοιώσεις αυτές συνδυάζονται με τις εναποθέσεις β-αμυλοειδούς, διαταράσσουν τα σήματα μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων δημιουργώντας δυσλειτουργίες της μνήμης και άλλων  εγκεφαλικών λειτουργιών.

Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από 1.289 ανθρώπους ηλικίας από 55 ετών και άνω. Τα δεδομένα περιλάμβαναν βιοδείκτες για σακχαρώδη διαβήτη και αγγειακή νόσο, εγκεφαλογραφήματα και μία σειρά από δείκτες υγείας που περιελάμβαναν και τεστ μνήμης.

Για 900 ασθενείς οι ερευνητές είχαν τη δυνατότητα να αναλύσουν δέκα χρόνια δεδομένων. Οι 121 εξ αυτών έπασχαν από σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 με τους 54 να μη λαμβάνουν κάποια αγωγή και τους 67 να λαμβάνουν. Οι περισσότεροι άνθρωποι της μελέτης (530), είχαν φυσιολογικά επίπεδα σακχάρου αίματος ενώ οι 250 είχαν υπεργλυκαιμία. Οι ερευνητές συνέκριναν ανάμεσα στις διαφορετικές κατηγορίες διαβητικών ασθενών τα αποτελέσματα των εξετάσεων του εγκεφαλονωτιαίου υγρού μέσω των οποίων είναι δυνατό να εντοπιστούν οι πλάκες β-αμυλοειδούς και τα συμπλέγματα tau.

«Είναι πιθανό τα φάρμακα για την αντιμετώπιση του σακχαρώδους διαβήτη να κάνουν τη διαφορά όσον αφορά την εξέλιξη της γήρανσης του εγκεφάλου. Ωστόσο είναι ασαφές το πώς η αγωγή αποτρέπει ή σταματά την εκδήλωση της νόσου Αλτσχάιμερ οπότε είναι κάτι που πρέπει να συνεχίσουμε να ερευνούμε», δηλώνει ο κ. Nation.