Την ανάγκη διεξαγωγής κλινικών ερευνών σε ανθρώπους για να προσδιοριστούν οι μακροπρόθεσμες συνέπειες της έκθεσης εμβρύων και βρεφών σε χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται ως επιβραδυντές φλόγας και οι οποίες βρίσκονται σχεδόν σε κάθε σπίτι- υπογραμμίζουν επιστήμονες του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Ρίβερσαϊντ, κατόπιν μελέτης τους σε πειραματόζωα που κατέδειξε συσχέτιση μεταξύ των συγκεκριμένων χημικών και της γέννησης απογόνων που εκδηλώνουν διαβήτη.
«Πρέπει να γνωρίζουμε εάν τα βρέφη που εκτίθενται σε επιβραδυντές φλόγας, τόσο πριν όσο και μετά τη γέννηση, μπορεί να εκδηλώνουν διαβήτη στην παιδική ηλικία ή ως ενήλικες» υπογραμμίζει η Elena Kozlova, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και διδακτορική φοιτήτρια Νευροεπιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια.
Τα σχετικά ευρήματα της μελέτης σε πειραματόζωα δημοσιεύονται στο Scientific Reports.
Οι επιβραδυντές φλόγας (πολυβρωμιωμένοι διφαινυλαιθέρες) έχουν ήδη συσχετιστεί με τον κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη σε ενήλικες ανθρώπους. Πρόκειται για χημικές ουσίες που προστίθενται σε έπιπλα, ταπετσαρίες και ηλεκτρονικά είδη για την πρόληψη πυρκαγιάς και. Απελευθερώνονται στον αέρα που αναπνέουν οι άνθρωποι στο σπίτι, στο αυτοκίνητο και τα αεροπλάνα επειδή ο χημικός τους δεσμός με τις επιφάνειες είναι αδύναμος.
Η νέα μελέτη κατέδειξε συγκεκριμένα πως οι χημικές αυτές ουσίες προκαλούν διαβήτη σε ποντίκια που εκτίθενται σε αυτές μέσω της μητέρας τους –στη μήτρα και μέσω του μητρικού γάλακτος-, με την Elena Kozlova να χαρακτηρίζει «αξιοσημείωτο» το γεγονός ότι «οι θηλυκοί απόγονοι εμφάνισαν διαβήτη στην ενήλικη ζωή τους, πολύ μετά την έκθεση στις χημικές ουσίες».
«Οι πολυβρωμιωμένοι διφαινυλαιθέρες βρίσκονται παντού στο σπίτι. Είναι αδύνατο να αποφευχθούν εντελώς» δηλώνει από πλευράς της η Δρ Margarita Curras-Collazo, νευροεπιστήμονας και αντίστοιχη συγγραφέας της μελέτης, επισημαίνοντας πως παρόλο οι πιο επιβλαβείς πολυβρωμιωμένοι διφαινυλαιθέρες έχουν απαγορευτεί, η ανεπαρκής ανακύκλωση προϊόντων που τους περιέχουν έχει ως αποτέλεσμα οι ερευνητές να εξακολουθούν να τους εντοπίζουν στο ανθρώπινο αίμα, το λίπος, τους εμβρυϊκούς ιστούς, καθώς και το μητρικό γάλα σε χώρες παγκοσμίως.
Δεδομένης της προηγούμενης συσχέτισης με τον διαβήτη σε ενήλικες άνδρες και γυναίκες, καθώς και σε εγκύους, η Curras-Collazo και η ομάδα της θέλησαν μέσω μελέτης σε πειραματόζωα να διαπιστώσουν εάν αυτές οι χημικές ουσίες θα μπορούσαν να έχουν επιβλαβείς επιπτώσεις σε παιδιά μητέρων που έχουν εκτεθεί σε επιβραδυντικές φλόγας.
«Αυτή η μελέτη είναι μοναδική διότι ελέγξαμε τόσο τις μητέρες, όσο και τους απογόνους τους, για όλα τα χαρακτηριστικά του διαβήτη που εκδηλώνονται ανθρώπους. Αυτό το είδος δοκιμών δεν έχει πραγματοποιηθεί στο παρελθόν, ειδικά σε θηλυκούς απογόνους» αναφέρει η Curras-Collazo.
Οι ερευνητές εξέθεσαν τις μητέρες ποντικιών σε χαμηλά επίπεδα των χημικών ουσιών, συγκρίσιμα με τη μέση ανθρώπινη περιβαλλοντική έκθεση τόσο κατά την εγκυμοσύνη, όσο και κατά τη διάρκεια του θηλασμού.
Όλα τα νεογνά ανέπτυξαν δυσανεξία στη γλυκόζη, υψηλά επίπεδα γλυκόζης νηστείας, αντίσταση στην ινσουλίνη και χαμηλά επίπεδα ινσουλίνης στο αίμα, όλα χαρακτηριστικά στοιχεία του διαβήτη. Επιπλέον, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα νεογνά είχαν υψηλά επίπεδα ενδοκανναβινοειδών στο ήπαρ, τα οποία είναι μόρια που σχετίζονται με την όρεξη, το μεταβολισμό και την παχυσαρκία.
Αν και οι μητέρες ανέπτυξαν κάποια δυσανεξία στη γλυκόζη, δεν επηρεάστηκαν τόσο πολύ όσο οι απόγονοί τους.
«Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι χημικές ουσίες στο περιβάλλον, όπως οι πολυβρωμιωμένοι διφαινυλαιθέρες, μπορούν να μεταφερθούν από τη μητέρα στον απόγονο και η έκθεση σε αυτές κατά την πρώιμη αναπτυξιακή περίοδο είναι επιβλαβής για την υγεία» τόνισε η Δρ Curras-Collazo.
Η ερευνητική ομάδα πιστεύει ότι απαιτούνται μελλοντικές μελέτες μεγάλης χρονικής διάρκειας σε ανθρώπους για τον προσδιορισμό των μακροπρόθεσμων συνεπειών της έκθεσης σε πολυβρωμιωμένους διφαινυλαιθέρες κατά την ανάπτυξη στη μήτρα του βρέφους και τα πρώτα στάδια της ζωής.
Διαβάστε επίσης
Διαβήτης Κύησης: Μπορεί να επηρεάσει την ταχύτητα γήρανσης του παιδιού
Διαβήτης Τύπου 2: Σε ποιο σημείο του σώματος βρίσκεται το κλειδί της θεραπείας
Διαβήτης: Ο νέος παράγοντας που αυξάνει κατά 17% τον κίνδυνο νόσου