Διαφορετικά είναι τα αντισώματα που παράγουν παιδιά και ενήλικες ως απόκριση στη μόλυνση από τον νέο κορωνοϊό, SARS-CoV-2, τόσο στο είδος όσο και στην ποσότητά τους, υποστηρίζει νέα μελέτη ερευνητών από το Πανεπιστήμιο Columbia που δημοσιεύθηκε στο Nature Immunology. Οι διαφορές αυτές υποδεικνύουν ότι η μολυσματική πορεία και η ανοσολογική απόκριση είναι διαφορετικές στα παιδιά και για τα περισσότερα από αυτά είναι πιο εύκολη η εκκαθάριση του οργανισμού από τον ιό από το σώμα τους.
«Η μελέτη μας παρέχει μια σε βάθος εξέταση των αντισωμάτων του SARS-CoV-2 στα παιδιά, αποκαλύπτοντας μια σημαντική αντίθεση σε σχέση με τους ενήλικες. Στα παιδιά, η μολυσματική πορεία είναι πολύ μικρότερη και πιθανότατα λιγότερο μεταδοτική από ό,τι στους ενήλικες. Ο παιδικός οργανισμός εκκαθαρίζεται πολύ πιο αποτελεσματικά από τον ιό σε σχέση με των ενηλίκων και ενδεχομένως να μην χρειάζεται ισχυρή ανοσολογική απόκριση αντισωμάτων για να τον αποβάλλει», εξηγεί η ανοσολόγος Δρ. Donna Farber, που ηγήθηκε της μελέτης μαζί με τον αναπληρωτή καθηγητή ιικής μοριακής παθογένειας, Matteo Porotto.
Τα παιδιά επηρεάζονται λιγότερο από τον SARS-CoV-2
Ένα από τα πιο εντυπωσιακά στοιχεία της πανδημίας COVID-19 είναι ότι η πλειοψηφία των παιδιών ανταποκρίνεται καλά στον ιό, ενώ οι γηραιότεροι βιώνουν τη λοίμωξη πολύ σοβαρότερη.
«Είναι μια λοίμωξη νέα για όλους, αλλά ο παιδικός οργανισμός είναι μοναδικά προσαρμοσμένος να αντιμετωπίζει για πρώτη φορά παθογόνους μικροοργανισμούς. Γι’αυτό ακριβώς είναι σχεδιασμένο το ανοσοποιητικό τους σύστημα. Τα παιδιά έχουν πολλά Τ κύτταρα που μπορούν να αναγνωρίζουν όλα τα είδη παθογόνων, ενώ οι μεγαλύτεροι σε ηλικία άνθρωποι εξαρτώνται περισσότερο από τις ανοσολογικές μνήμες και δεν είναι ικανοί να ανταποκριθούν σε ένα νέο παθογόνο όπως τα παιδιά» εξηγεί η Δρ. Farber.
Τα παιδιά παράγουν λιγότερα αντισώματα εξουδετέρωσης του SARS-CoV-2
Από τα 47 παιδιά της μελέτης, τα 16 έλαβαν θεραπεία για Πολυσυστηματικό Φλεγμονώδες Σύνδρομο (MIS-C) και τα 31 παιδιά παρόμοιας ηλικίας βγήκαν θετικά στον ιό, μετά την επίσκεψή τους σε ιατρικό κέντρο για την θεραπεία άλλων παθήσεων. Τα μισά παιδιά χωρίς MIS-C δεν είχαν καθόλου συμπτώματα κορωνοϊού, ενώ οι 32 ενήλικες συμμετέχοντες στη μελέτη ποίκιλαν από σοβαρά ασθενείς που εισήχθησαν στο νοσοκομείο μέχρι εκείνους με ηπιότερα συμπτώματα που ανέρρωσαν στο σπίτι.
Και οι δύο ομάδες παιδιών παρήγαγαν το ίδιο προφίλ αντισωμάτων, το οποίο, ωστόσο, διέφερε σημαντικά από αυτό των ενηλίκων, σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης.
Συγκριτικά με τους ενήλικες, τα παιδιά παρήγαγαν λιγότερα αντισώματα έναντι της πρωτεΐνης-ακίδας του κορωνοϊού, την οποία χρησιμοποιεί ο ιός για να μολύνει τα ανθρώπινα κύτταρα. Τα αντισώματα των παιδιών είχαν τη μικρότερη δράση εξουδετέρωσης, ενώ όλοι οι ενήλικες, ακόμα και οι νέοι 20 ετών, παρήγαγαν αντισώματα εξουδετέρωσης. Όσο πιο σοβαρά νοσούσαν οι ενήλικες τόσο μεγαλύτερη ήταν και η δράση εξουδετέρωσης.
Παρόλο που μπορεί να φαίνεται παράδοξο ότι οι πιο άρρωστοι ασθενείς παράγουν αντισώματα με μεγαλύτερη δράση εξουδετέρωσης, η Δρ. Farber υποστηρίζει ότι πιθανότατα αυτό αντανακλά τον χρόνο που ο ιός είναι παρών στους νοσούντες πιο σοβαρά.
«Υπάρχει μια σύνδεση ανάμεσα στο μέγεθος της ανοσολογικής απόκρισης και το μέγεθος της λοίμωξης: Όσο πιο σοβαρή είναι η λοίμωξη, τόσο πιο μεγάλη η ανοσολογική απόκριση, καθώς ο οργανισμός χρειάζεται περισσότερα ανοσοκύτταρα και ανοσοαποκρίσεις για την εκκαθάρισή του από μεγαλύτερη δόση ενός παθογόνου», συμπληρώνει η ειδικός.
Άλλες διαφορές αντισωμάτων δείχνουν ότι οι μολύνσεις των παιδιών είναι περιορισμένες
Σε αντίθεση με τους ενηλίκους, τα παιδιά παρήγαγαν επίσης πολύ λιγότερα αντισώματα έναντι της ιικής πρωτεΐνης που είναι ορατή από το ανοσοποιητικό σύστημα μόνο μετά τη μόλυνση των ανθρώπινων κυττάρων από τον ιό.
«Αυτό υποδεικνύει ότι στα παιδιά η μόλυνση δεν μπορεί να εξαπλωθεί πολύ και δεν σκοτώνει πολλά κύτταρα. Επειδή η εκκαθάριση του παιδικού οργανισμού από τον ιό γίνεται πολύ γρήγορα, τα παιδιά δεν έχουν εκτενή λοίμωξη και δεν χρειάζονται ισχυρή απόκριση αντισωμάτων», επισημαίνει ο Δρ. Porotto.
Η μειωμένη μεταδοτική πορεία στα παιδιά μπορεί να σημαίνει ότι είναι μεταδοτικά για μικρότερο χρονικό διάστημα σε σχέση με τους ενήλικες και άρα λιγότερο πιθανό να συμβάλουν στην εξάπλωσή του, αν και πρέπει να σημειωθεί ότι οι ερευνητές δεν μέτρησαν το ιικό φορτίο των παιδιών.
Διαβάστε επίσης
Κορωνοϊός – Μεταλλάξεις: Τι αποκαλύπτουν για την αποτελεσματικότητα των μέτρων προστασίας
Κορωνοϊός: Το συνθετικό μίνι αντίσωμα που «μπλοκάρει» την COVID-19