«Εξαρτάται» είναι επί της ουσίας η απάντηση σχετικά με τo χρονικό διάστημα ανάρρωσης από τη νόσο COVID-19. Συνήθως ο μέσος χρόνος ανάρρωσης είναι από δύο έως έξι εβδομάδες, ωστόσο τα συμπτώματα μπορεί να επιμείνουν και για τρεις έως τέσσερις μήνες.
Οι περισσότεροι ασθενείς παρουσιάζουν ήπια έως μέτρια λοίμωξη και αναρρώνουν γρήγορα. Οι ηλικιωμένοι και βαρύτερα νοσούντες χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να ανακάμψουν, περιλαμβανομένων ατόμων με παχυσαρκία, υψηλή αρτηριακή πίεση και άλλα χρόνια νοσήματα.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) αναφέρει ότι για την ανάρρωση χρειάζονται συνήθως δύο έως έξι εβδομάδες. Αμερικανική μελέτη έχει καταδείξει ότι περίπου το 20% των ατόμων ηλικίας 18 έως 34 ετών που δεν έχουν χρειαστεί νοσηλεία εξακολουθούσαν να παρουσιάζουν συμπτώματα τουλάχιστον δύο εβδομάδες αφότου προσβλήθηκαν από τη νόσο COVID-19.
Το ίδιο ισχύει σχεδόν για τους μισούς ανθρώπους ηλικίας 50 ετών και άνω.
Ως προς τους νοσηλευόμενους με COVID-19, μελέτη στην Ιταλία διαπίστωσε ότι ποσοστό 87% εξακολουθούσε να εμφανίζει συμπτώματα δύο μήνες αργότερα -κυρίως κόπωση και δύσπνοια.
Η Δρ. Khalilah Gates, εξειδικευμένη πνευμονολόγος στο Σικάγο των ΗΠΑ, αναφέρει ότι πολλοί από τους νοσηλευμένους ασθενείς με COVID-19 εξακολουθούν να έχουν επεισόδια βήχα, δυσκολία στην αναπνοή και κόπωση τρεις έως τέσσερις μήνες αφότου προσβλήθηκαν από τη νόσο.
Η ίδια επισημαίνει ότι είναι δύσκολο να προβλεφθεί με ακρίβεια πότε οι ασθενείς με COVID-19 θα ανακάμψουν πλήρως.
«Το ανησυχητικό στοιχείο σε όλα αυτά είναι ότι δεν έχουμε όλες τις απαντήσεις» επισημαίνει η Khalilah Gates, επίκουρη καθηγήτρια στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Northwestern Feinberg στο Σικάγο.
Εξίσου δύσκολο είναι να προβλεφθεί ποιοι ασθενείς θα εμφανίσουν επιπλοκές μετά την υποχώρηση της οξείας φάσης της νόσου.
Η COVID-19 μπορεί να επηρεάσει σχεδόν κάθε όργανο και οι μακροχρόνιες επιπλοκές μπορεί να περιλαμβάνουν φλεγμονή του καρδιακού μυός, μειωμένη νεφρική λειτουργία, νοητική σύγχυση, άγχος και κατάθλιψη.
Δεν είναι σαφές εάν ο ίδιος ο ιός ή η φλεγμονή που μπορεί να προκαλέσει οδηγεί σε αυτά τα παρατεταμένα προβλήματα, συμπληρώνει ο Δρ Jay Varkey, ειδικός λοιμωξιολόγος του Πανεπιστημίου Emory. «Αφότου ξεπεράσουμε την οξεία φάση της νόσου, δεν σημαίνει ότι έχει απαραίτητα τελειώσει» επισημαίνει.
Διαβάστε επίσης
Κορωνοϊός – Ασθενείς: Πού οφείλεται η νοητική σύγχυση μετά την ανάρρωση
Κορωνοϊός: Γιατί οι γυναίκες έχουν λιγότερο σοβαρά συμπτώματα
Κορωνοϊός – Ιαπωνία: Τετραπλάσια η διάρκεια ζωής του έναντι της γρίπης πάνω στο ανθρώπινο δέρμα