Έρευνες έχουν δείξει πως ο μεγάλης διάρκειας ύπνος μπορεί να προσφέρει σημαντικά οφέλη στον άνθρωπο. Τι συμβαίνει, ωστόσο, όταν κανείς στερείται ώρες από έναν πλήρη και καλό ύπνο, ιδιαίτερα σε μια εποχή που ο ανεπαρκής ύπνος αναδεικνύεται σε επιδημία στον δυτικό κόσμο, προσβάλλοντας ιδιαίτερα τους νέους, αλλά και τους ενήλικες κάθε ηλικίας.

Πρόσφατη έρευνα έδειξε πως η «επιδημία αϋπνίας» επιδρά αρνητικά στην ψυχολογική μας διάθεση, όχι σε βαθμό πρόκλησης αρνητικών συναισθημάτων όπως στην περίπτωση της κατάθλιψης, αλλά μειώνοντας την ένταση της χαράς, του ενθουσιασμού, της προσοχής και του αισθήματος πληρότητας, κατά την Αναπληρώτρια Καθηγήτρια του Τμήματος Ψυχολογίας Ingvild Saksvik-Lehouillier, από το Πανεπιστήμιο Επιστημών και Τεχνολογίας της Νορβηγίας (NTNU).

Η ερευνητική ομάδα μελέτησε τη συμπεριφορά των 59 ανθρώπων ηλικίας 18 έως 35 ετών, κατόπιν του ύπνου στο σπίτι τους, ώστε να διατηρηθεί η καθημερινότητά τους.

Επί επτά νύχτες, οι συμμετέχοντες κοιμόντουσαν σπίτι τους, τον συνηθισμένο για τον καθένα χρόνο ύπνου. Τρία πρωινά από την εβδομάδα του κανονικού ύπνου απάντησαν σε συγκεκριμένα τεστ. Στα ίδια τεστ κλήθηκαν να απαντήσουν και δύο επόμενα πρωινά, στο πλαίσιο ενός τριημέρου με δύο ώρες λιγότερο ύπνο.

Τα τεστ πραγματοποιήθηκαν μιάμιση ώρα μετά την αφύπνιση, χωρίς οι συμμετέχοντες να έχουν καταναλώσει καφέ.

 

Ταχύτερη απόκριση, μικρότερη ακρίβεια

Κατά την πρώτη δοκιμασία, ζητήθηκε στους συμμετέχοντες να πατούν το πλήκτρο space για κάθε μία από τις 365 εικόνες που προβάλλονταν στην οθόνη του υπολογιστή και δεν περιείχαν το γραμμα X. Η προβολή διήρκησε 14 λεπτά.

Τα αποτελέσματα έδειξαν πως σε σύγκριση με τις ημέρες του επαρκούς ύπνου, η κατά δύο ώρες ελάττωση του ύπνου αύξησε τον χρόνο απόκρισης και, παράλληλα, τον αριθμό των λαθών στις αντιδράσεις. Κατά τη Δρ. Saksvik-Lehouillier, αυτή η ταχύτερη απόκριση προς αναπλήρωση της μειωμένης προσοχής, υποδεικνύει πως πρέπει να αποφεύγονται δραστηριότητες που απαιτούν συγκέντρωση έπειτα από μια βραδιά λιγοστού ύπνου. Παλαιότερες έρευνες, έδειξαν πως λίγος ύπνος και αλκοόλ επηρεάζουν εξίσου την οδήγηση.

Μια πιθανή εξήγηση για την καλύτερη απόδοση μετά τον πλήρη ύπνο αποτελεί, σύμφωνα με την ειδικό, η σύνδεση του καλού ύπνου με τη διαδικασία της μάθησης.

 

Άμβλυνση των θετικών συναισθημάτων

Στο δεύτερο μέρος της μελέτης, οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να απαντήσουν σε ερωτηματολόγια ταυτοποίησης 20 αρνητικών και θετικών συναισθημάτων.

Δεδομένου πως δεν παρατηρήθηκε κάποια διαφορά στα αρνητικά συναισθήματα, ο λιγότερος ύπνος άμβλυνε τα ευχάριστα συναισθήματα, με σταδιακή εξασθένισή τους όσο αυξάνονταν οι μέρες λιγοστού ύπνου. «Γνωρίζουμε ήδη», σημείωσε η καθηγήτρια, «ότι τα λιγότερα θετικά συναισθήματα έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην ψυχική υγεία. Ο κακός ύπνος αποτελεί σύμπτωμα όλων σχεδόν των καταστάσεων που σχετίζονται με την κακή ψυχική υγεία».

Τα ευρήματα επισημαίνουν τη σοβαρότητα της κατάστασης, σε μια εποχή που οι υπηρεσίες live streaming σειρών κρατούν ξάγρυπνους όλο και περισσότερους ανθρώπους. Ιδίως οι έφηβοι, πέραν της προαναφερθείσας συνήθειας, συχνά χάνουν τον ύπνο τους στο πλαίσιο εξεταστικών περιόδων με αποτέλεσμα ανεπιτυχή μελέτη και κακές ακαδημαϊκές επιδόσεις.

Η στέρηση ύπνου αποδεικνύεται συνολικά επιβλαβής για την υγεία, αφού διαταράσσει τον κιρκαδικό ρυθμό. Μακροχρόνιες μελέτες που πραγματοποιήθηκαν σε εργαζόμενους τη νύχτα με λιγοστό ύπνο για μεγάλο χρονικό διάστημα, έδειξαν ανησυχητικές επιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένου του σημαντικά αυξημένου κινδύνου για ασθένειες όπως ο καρκίνος και ο διαβήτης.

Εντούτοις, η ειδικός επεσήμανε πως κάθε άνθρωπος διαφέρει, και λιγότερες ώρες ύπνου για κάποιον πιθανώς να μην επηρεάζουν την αποδοτικότητα ή την υγεία του, Θα ήταν χρήσιμο ωστόσο, να υιοθετηθεί μια ρουτίνα ύπνου.