Έχετε αναρωτηθεί γιατί κάποιοι άνθρωποι καταναλώνουν ίδια τρόφιμα αλλά η χοληστερόλη τους δεν αυξάνεται εξίσου, αλλά παραμένει σε χαμηλότερα επίπεδα; Νέα μελέτη δίνει απάντηση στο μυστήριο.

Ερευνητές από το τo Ινστιτούτο Broad τoυ Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης (MIT) και το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ έστρεψαν την προσοχή τους στο εντερικό μικροβίωμα, δεδομένης της αποδεδειγμένης γνώσης πως τα βακτήρια που ζουν στον ανθρώπινο οργανισμό μπορούν να επηρεάσουν άμεσα την υγεία.

Σύμφωνα με τα πρόσφατα επιστημονικά ευρήματα, δημοσιευμένα στο Cell Host and Microbe, συγκεκριμένα βακτήρια που κατοικούν στο έντερο μπορούν να μεταβολίζουν χοληστερόλη σε σημείο τέτοιο που να επηρεάζεται ο ανθρώπινος μεταβολισμός. Η ανακάλυψη αφήνει ανοιχτά τα ενδεχόμενα ρύθμισης της χοληστερόλης μέσω της αύξησης του πληθυσμού των συγκεκριμένων βακτηρίων με κατάλληλη διατροφή, προβιοτικά ή άλλη αγωγή, σημείωσε ο Δρ. Ramnik Xavier, εκ των πρώτων συγγραφέων της μελέτης και διευθυντής του Προγράμματος Ανοσολογίας του Ινστιτούτου Broad, συν-διευθυντής του Προγράμματος Μολυσματικών Νόσων και Μικροβιώματος του Ινστιτούτου, συν-διευθυντής του Κέντρου Πληροφορικής και Θεραπευτικής του Μικροβιώματος στο MIT, ερευνητής στο Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης , και Καθηγητής Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ.

 

Ένα γονίδιο ρίχνει τη χοληστερόλη

Η ιδέα ότι τα βακτήρια μπορούν να μεταβολίσουν τη χοληστερόλη δεν είναι καινούργια. Στις αρχές του 1900 ήδη, επιστήμονες ανέφεραν την ύπαρξη βακτηρίων που μπορούσαν χημικά να μετατρέψουν τη χοληστερόλη σε μια ένωση που ονομάζεται κοπροστανόλη, μια στερόλη που δεν απαντάται στη φύση ελεύθερη παρά σχηματίζεται στο έντερο των θηλαστικών όπως αρουραίων, μπαμπουίνων, χοίρων και ανθρώπων.

Λόγω της δυσκολίας απομόνωσης και καλλιέργειας αυτών των βακτηρίων εργαστηριακά, η επιστημονική ομάδα ανέτρεξε σε βάσεις δεδομένων μικροβιώματος για να ανακαλύψει τα γονίδια που μπορεί να εμπλέκονται στο μεταβολισμό της χοληστερόλης. Αναλύθηκαν στοιχεία του εντερικού μικροβιώματος 3.097 ατόμων από τις Η.Π.Α. και σχεδόν 6 εκατομμύρια γονίδια που βρέθηκαν εκεί. Από τα δείγματα μικροβιώματος, 625 συμπεριλάμβαναν πληροφορίες σχετικά με τα επίπεδα της κοπροστανόλης που ανιχνεύθηκε στα κόπρανα.

Αναζητώντας βακτηριακά γονίδια που υπήρχαν μόνο σε άτομα που απέκκριναν κοπροστανόλη και τα οποία προσιδίαζαν σε ένζυμα με παρόμοιες λειτουργίες σχετικά με τον μεταβολισμό της χοληστερόλης, κατέληξαν σε τέσσερα μόλις γονίδια που πιθανώς εμπλέκονταν στη διάσπαση της χοληστερόλης.

Η τροποποίηση των βακτηρίων στο εργαστήριο για την παραγωγή των επιθυμητών ενζύμων, έδειξε πως ένα γονίδιο, το οποίο ονόμασαν Intestinal Stool Metabolism A (IsmA) και το οποίο συναντάται σε έναν μικρό μόνο αριθμό βακτηρίων που σχετίζονται με το μικροβίωμα, θα μπορούσε να μεταβολίσει τη χοληστερόλη.

Η μελέτη διαπίστωσε πως τα άτομα με το παραπάνω γονίδιο απέκκριναν 55-75% λιγότερη χοληστερόλη στα κόπρανα ενώ τα επίπεδα χοληστερόλης στο αίμα τους ήταν κατά περίπου 0,15 mmol / L (2,7 mg / dL) χαμηλότερα από ανθρώπους χωρίς το γονίδιο αυτό, επίδραση ισχυρότερη από αυτή άλλων γονιδίων όπως το HMGCR και το PCSK9 που επηρεάζουν αρνητικά τη συγκέντρωση χοληστερόλης.