Απογοητευτικά είναι τα πρώτα κλινικά αποτελέσματα για τη συμβολή του αντιρετροϊκού συνδυασμού λοπιναβίρης/ριτοναβίρης αλλά και της αντι-ιικής δραστικής ουσίας ουμιφενοβίρης στην αντιμετώπιση της νόσου COVID-19.
Όπως είναι ήδη γνωστό, ο συνδυασμός των δύο αντι-ιϊκών είναι εγκεκριμένος για την αντιμετώπιση του HIV/AIDS, ενώ η ουμιφενοβίρη χορηγείται σε Ρωσία και Κίνα κυρίως κατά της εποχικής γρίπης.
Από την αρχή της πανδημίας που προκάλεσε ο νέος κορωνοϊός SARS-CoV-2 και τα δύο φάρμακα έχουν χορηγηθεί σε ασθενείς με λοίμωξη COVID-19 με την ελπίδα της βελτίωσης της κλινικής τους εικόνας. Όμως σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό Cell Press, κανένα από τα δύο δεν βελτιώνει το κλινικό αποτέλεσμα των νοσηλευόμενων ασθενών με ήπια έως μέτρια νόσο.
«Διαπιστώσαμε ότι τόσο ο συνδυασμός λοπιναβίρης/ριτοναβίρης, όσο και η ουμιφενοβίρη, δεν έχουν κάποιο όφελος ως προς το κλινικό αποτέλεσμα των ασθενών και ενδεχομένως να έχουν και κάποιες ανεπιθύμητες ενέργειες», γράφει εις εκ των συγγραφέων της μελέτης, ο Δρ. Linghua Li, υποδιευθυντής του Κέντρου Λοιμωδών Νόσων του Νοσοκομείου της πόλης Γκουανγκζου της Κίνας.
Σημειώνει δε ότι «παρόλο που το δείγμα της έρευνας μας είναι μικρό, πιστεύουμε ότι μπορεί να έχει σημασία ως προς την κατάλληλη χρήση των δύο φαρμάκων στη νόσο COVID-19».
Η μελέτη
Οι Κινέζοι επιστήμονες επέλεξαν να αξιολογήσουν τα δύο συγκεκριμένα αντι-ιϊκά φάρμακα διότι είχαν επιλεχθεί στο πλαίσιο των θεραπευτικών πρωτοκόλλων που είχε εγκρίνει η Εθνική Επιτροπή Υγείας της Κίνας, τον περασμένο Φεβρουάριο. Η επιλογή είχε βασιστεί σε in vitro πειράματα αλλά και παλαιότερα κλινικά δεδομένα από τους ιούς SARS and MERS.
Παράλληλα, άλλες επιστημονικές ομάδες είχαν ανακοινώσει ότι ο συνδυασμός λοπιναβίρης/ριτοναβίρης δεν προσέφερε σημαντική βελτίωση σε ασθενείς με σοβαρή COVID-19.
«Είναι πολύ σημαντικό να αποσαφηνιστεί αν ο συγκεκριμένος αντι-ιϊκός συνδυασμός μπορεί να ανακόψει την πορεία των ήπιων έως μέτριων περιπτώσεων νόσησης ώστε να μην φτάσουν να γίνουν σοβαρές και απειλητικές για την επιβίωση των ασθενών», εξηγεί ο Δρ. Li.
Ο ίδιος και οι συνεργάτες του αξιολόγησαν στοιχεία για 86 ασθενείς με ήπιας έως μέτρια COVID-19. Οι 34 με τυχαία επιλογή είχαν πάρει λοπιναβίρη/ριτοναβίρη, 35 ουμιφενοβίρη και 17 κανένα αντι-ιϊκό φάρμακο (ομάδα ελέγχου). Και οι τρεις ομάδες είχαν όμοια κλινική εικόνα την 7η και 14η ημέρα, χωρίς διαφοροποιήσεις ως προς τα ποσοστά μείωσης του πυρετού, του βήχα ή της ακτινογραφίας θώρακος. Μάλιστα, οι ασθενείς των δύο ομάδων παρέμβασης εμφάνισαν παρενέργειες, όπως διάρροια, ναυτία και απώλεια όρεξης.
«Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι θα πρέπει να αξιολογούμε με προσοχή κάθε φάρμακο πριν το χορηγήσουμε. Μπορεί να έχουμε επείγουσα ανάγκη για να βρεθεί ο πραγματικά αποτελεσματικός αντι-ιϊκός συνδυασμός που θα δαμάσει τον νέο κορωνοϊό, όμως στο μεσοδιάστημα τα κλινικά δεδομένα χρειάζονται αυστηρό έλεγχο και μεγάλη προσοχή στην ερμηνεία τους», υπογραμμίζει ο Κινέζος ειδικός.
Και υπενθυμίζει ότι μέχρι να βρεθεί φάρμακο που θα μας θεραπεύει από τη νόσο COVID-19 πρέπει όλοι να τηρούμε πιστά τους κανόνες καλής υγιεινής των χεριών και κοινωνικής αποστασιοποίησης.
Σοκ: Ο κορωνοϊός «χτυπάει» όλα τα αγγεία του ανθρώπου!
Κορωνοϊός: Ο ρόλος των κλιματιστικών στη μετάδοση του ιού σε κλειστούς χώρους