Το περιστατικό με τη λεχώνα στο Πανεπιστημιακό νοσοκομείο Λάρισας η οποία διαγνώστηκε πριν από λίγες ημέρες με σύφιλη, έφερε στο προσκήνιο ένα από τα σοβαρότερα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα (ΣΜΝ) στον κόσμο και τη χώρα μας.
Ενδεικτικό της βαρύτητας της ασθένειας είναι ότι είχε χαρακτηριστεί τον 20ο αιώνα ως το πιο σοβαρό σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα στο πεδίο της δημόσιας υγείας, που έχασε την «αρνητική πρωτιά» από την ασθένεια HIV/AIDS.
Η σύφιλη προκαλείται από το βακτήριο Treponema pallidum. Ξεκινάει με μία μικρή πληγή στα γεννητικά όργανα, το ορθό έντερο ή το στόμα και εξελίσσεται σε στάδια. Οι ειδικοί κατηγοριοποιούν τα εξής κλινικά στάδια στη σύφιλη: πρωτογόνος νόσος, δευτερογόνος, λανθάνουσα σύφιλη και τριτογόνος σύφιλη.
Τα συμπτώματα σε κάθε στάδιο
Στην πρωτογενή σύφιλη το πρώτο σημάδι είναι μία ή περισσότερες μικρές πληγές χωρίς πόνο που εμφανίζονται κυρίως στη γεννητική χώρα αλλά και σε άλλα σημεία του σώματος, περίπου τέσσερις εβδομάδες από τη στιγμή της μετάδοσης.
Η δευτερογενής σύφιλη εμφανίζεται μέσα σε μερικές βδομάδες από την επούλωση της αρχικής πληγής, με εξανθήματα στον κορμό και στη συνέχεια σε όλο το σώμα.
Η λανθάνουσα σύφιλη, όπως μαρτυρά το όνομά της, μπορεί να διαρκέσει πολλά χρόνια καθώς δεν υπάρχουν συμπτώματα.
Στην τριτογενή σύφιλη η εξέλιξη της νόσου είναι έντονη και μπορεί πλέον να προσβάλλει το καρδιοαγγειακό και το νευρικό σύστημα.
Πώς μεταδίδεται
Η σύφιλη μεταδίδεται με τη σεξουαλική επαφή – συγκεκριμένα μεταδίδεται με το πρωκτικό, κολπικό ή στοματικό σεξ.
Επίσης, ως τρόπος μετάδοσης αναφέρεται και η κύηση, δηλαδή μπορεί να μεταδίδεται από τη μητέρα στο έμβρυο μέσω του πλακούντα, όπως μπορεί να έχει γίνει και στο συμβάν με τη νεαρή γυναίκα που γέννησε στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας.
Άλλος τρόπος μετάδοσης είναι μέσω της επαφής με τον ασθενή που φέρει πληγές στο δέρμα. Μάλιστα, τονίζουν οι ειδικοί πως το βακτήριο μπορεί να διαπεράσει ακόμη και το υγιές δέρμα που έχει μικρές αμυχές.
Ο χρόνος επώασης της σύφιλης κυμαίνεται από 10-90 ημέρες, συνήθως όμως τα συμπτώματα εμφανίζονται στις 21 ημέρες.
Η θεραπεία
Σήμερα η θεραπεία της νόσου είναι δεδομένη, ωστόσο προφανώς η κατάσταση δεν ήταν πάντα έτσι. Η μεγάλη τομή έγινε το 1943 με την εισαγωγή της πενικιλίνης στη θεραπεία της σύφιλης – όπως και της βλεννόρροιας.
Η πενικιλίνη παραμένει η βασική θεραπεία. Γενικώς στα πρώτα στάδια της λοίμωξης η σύφιλη αντιμετωπίζεται και θεραπεύεται εύκολα. Στο αρχικό στάδιο μπορεί να θεραπευτεί με ενέσιμη δόση πενικιλίνης. Ορισμένες ώρες μετά τη χορήγηση θεραπείας, ενδέχεται να εκδηλωθεί αλλεργική αντίδραση του ατόμου έναντι τοξινών από τα βακτήρια που καταστρέφονται, με συμπτώματα όπως ρίγη, πυρετό, αίσθημα κόπωσης, πόνους στους μύες, ναυτία και κεφαλόπονο.
Αν δεν αντιμετωπιστεί όμως, τότε μπορεί να προκαλέσει σοβαρές βλάβες στην καρδιά, στα μάτια στον εγκέφαλο ή σε άλλα όργανα, απειλώντας ακόμα και τη ζωή του ασθενούς.
Τα επιδημιολογικά δεδομένα
Η νόσος εμφανίζεται στην Ελλάδα από τον 190 αιώνα. Στην αρχή του 20ου αιώνα η σύφιλη και γενικότερα τα αφροδίσια νοσήματα ταλαιπωρούσαν τον γενικό πληθυσμό. Η ασθένεια μεταδιδόταν κυρίως από τις εκδιδόμενες γυναίκες.
Σύμφωνα με στοιχεία από το λεύκωμα για τα 100 χρόνια του Νοσοκομείου «Ανδρέας Συγγρός» που επιμελήθηκε ο καθηγητής Π. Σταυρόπουλος, το 1910 από τους 1.156 ασθενείς που εξετάστηκαν στο νοσοκομείο έπασχαν από σύφιλη 569 (49,2%), ενώ δύο χρόνια αργότερα το ποσοστό ανέβηκε στο 51,5%.
Η τελευταία επιδημιολογική μελέτη που είναι διαθέσιμη από τον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ) χρονολογείται το 2013. Το έτος εκείνο δηλώθηκαν στον ΕΟΔΥ (τότε ΚΕΕΛΠΝΟ) 300 νέα περιστατικά σύφιλης εκ των οποίων τα 262 αφορούν σε άνδρες και τα 38 σε γυναίκες.
Το 2003, που ξεκίνησε η επιδημιολογική καταγραφή στα δημόσια νοσοκομεία, τα περιστατικά ήταν 116, και έκτοτε αυξάνονταν συνεχώς.
Σε ό,τι αφορά τα στοιχεία του 2013, και στον πληθυσμό των ανδρών, από τους 253 που δηλώνουν τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό, το 64,4% δηλώνει ομοφυλόφιλοι/αμφιφυλόφιλοι. Η κύρια ηλικιακή ομάδα όσων προσβάλλονται από το βακτήριο Treponema pallidum είναι 25-44 χρόνων.