Η δραματική μείωση των εισοδημάτων αποτέλεσε ανασταλτικό παράγοντα στην επιθυμία των νέων ζευγαριών για τεκνοποίηση. Επιπλέον, η κατάργηση των ειδικών φοροαπαλλαγών, όπως και των ειδικών επιδοματικών πολιτικών, λειτούργησαν ως αντικίνητρο για τη δημιουργία πολυμελών οικογενειών. Από την άλλη, η με γεωμετρικούς ρυθμούς αύξηση της ανεργίας, που προσέλαβε διαστάσεις «γενοκτονίας», στις νεότερες ηλικίες, ώθησε χιλιάδες νέους με λαμπρές σπουδές και επιστημονική εξειδίκευση, να αναζητήσουν την τύχη τους στο εξωτερικό, σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και άλλα προηγμένα κράτη, πέραν του Ατλαντικού.

Δεν είναι μόνο οι αριθμοί, που προκαλούν ανατριχίλα, αλλά και η απώλεια του πιο καταρτισμένου επιστημονικού ή και εργατικού δυναμικού, που δε μπορεί να αποτιμηθεί ποσοτικά, αλλά συνιστά μια διαρκή «αιμορραγία», που συντελεί στην παραπέρα εξασθένηση των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας, την ερήμωση, ιδιαίτερα της υπαίθρου και τη γήρανση του πληθυσμού.

Η αλήθεια είναι, όπως το υπαινιχθήκαμε και στην αρχή του κειμένου, πως το πρόβλημα προϋπήρχε της κρίσης. Πρόκειται, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, για χρόνια, ενδημική κατάσταση, που έχει αρχίσει να προσλαμβάνει διαστάσεις κινδύνου για την ίδια την εθνική μας υπόσταση και κοινωνική συνοχή, εξαιτίας και των, εν πολλοίς ανεξέλεγκτων, μεταναστευτικών ροών, από περιοχές μάλιστα του πλανήτη μας που έχουν την τάση δημιουργίας πολυμελών οικογενειών. Γι’ αυτό και από ορισμένες πλευρές, ίσως με μία δόση υπερβολής ή και κινδυνολογίας, επισείεται ο κίνδυνος δημογραφικής αλλοίωσης του πληθυσμού.

Όμως, πέρα από τις όποιες εξωγενείς αιτίες και το πως αυτές αποτιμώνται από τις διάφορες σχολές σκέψης, οφείλουμε, με ειλικρινή διάθεση αυτογνωσίας, να αναγνωρίσουμε τις δικές μας διαχρονικές ευθύνες και αβελτηρία. Πως προέκυψε, επί παραδείγματι, η δραματική μείωση του αριθμού γεννήσεων, στην τελευταία δεκαετία, με αποτέλεσμα να καταστεί αρνητικό το ισοζύγιο γεννήσεων και θανάτων;

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο καθηγητής Βύρων Κοτζαμάνης, διευθυντής του Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων (ΕΔΚΑ), ενώ οι γεννήσεις ήταν 90.000 ανά έτος, η θνησιμότητα έφτανε τις 120.000 ανά έτος. Σύμφωνα με τον καθηγητή, η αρνητική αυτή τάση, είναι πολύ δύσκολο να αναστραφεί, τουλάχιστον για τις επόμενες τρεις δεκαετίες.

Εξίσου ανησυχητικά είναι και τα εντελώς πρόσφατα, επικαιροποιημένα στοιχεία, που παρουσιάστηκαν από την Ελληνική Στατιστική Αρχή. Σύμφωνα με αυτά, το 2017 ο αριθμός των γεννήσεων, για πρώτη φορά, έπεσε κάτω και από το «ψυχολογικό κατώφλι» των 90.000, καθώς οι γεννήσεις ανήλθαν σε 88.553, μειωμένες κατά 4,7%, σε σχέση με το 2016, ενώ, αντίστροφα, οι θάνατοι παρουσίασαν ισόποση αύξηση (4,8%). Αυτό το αρνητικό ισοζύγιο, προφανώς οφείλεται στο γεγονός ότι ολοένα και περισσότεροι νέοι άνθρωποι διστάζουν να προχωρήσουν στη δημιουργία οικογένειας, πολύ περισσότερο να κάνουν παιδιά, εξαιτίας της οικονομικής και επαγγελματικής ανασφάλειας που νιώθουν. Εύλογα, άλλωστε, αν λάβουμε υπόψη ότι ακόμη και σήμερα, παρά τη βελτίωση των σχετικών δεικτών, οι 4 στους 10 νέους παραμένουν άνεργοι, ενώ, όπως προκύπτει από επεξεργασία των στοιχείων του ΕΦΚΑ, ο μέσος όρος αμοιβής ενός 24χρονου νέου είναι 380 ευρώ το μήνα, στις ηλικίες των 30-34 φτάνει τα 660 ευρώ και μεταξύ 35 και 39 ο μέσος καθαρός, μηνιαίος μισθός φτάνει μόλις τα 796 ευρώ.

Σύμφωνα δε με τα διαθέσιμα σενάρια, όπως αυτά που παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο της μελέτης της ΜΚΟ «ΔιαΝΕΟσις», ο πληθυσμός της Ελλάδας αναμένεται να μειωθεί σημαντικά, φτάνοντας ως το 2050, στα 8,3 έως 10 το πολύ εκατομμύρια, ενώ αν οι προβολές φτάσουν ως το 2080 θα μειωθεί κι άλλο, στα 7,2 εκατομμύρια. Σημαντικά αναμένεται να μειωθεί και ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός, που από 4,7 εκατομμύρια, που είχε υπολογιστεί το 2015, αναμένεται να μειωθεί ως και 3 εκατομμύρια το 2050. Αντίδοτο στα παραπάνω, θα μπορούσε να είναι η ταχεία οικονομική ανάπτυξη, που σε συνδυασμό με τις ταχύτατες ιατρικές και, γενικότερα επιστημονικές εξελίξεις, μπορεί να βελτιώσει τα επίπεδα γεννητικότητας, αλλά και να αναστρέψει το λεγόμενο brain drain, δημιουργώντας συνθήκες επιστροφής των νέων μας, αλλά και προσέλκυσης εξειδικευμένου μεταναστευτικού, οικονομικού δυναμικού.