*γράφει η Μίνα Αγγελίνη
Επιτυχημένο αποδείχθηκε το εμβόλιο κατά του κορωνοϊού των εταιρειών Pfizer και BioNTech και μάλιστα, από τότε που έλαβε αδειοδότηση έκτακτης χορήγησης στις Ηνωμένες Πολιτείες, το εμβόλιο έγινε το πιο δημοφιλές παγκοσμίως.
Μέχρι σήμερα, o αμερικανικός φαρμακευτικός κολοσσός Pfizer έχει πουλήσει 3,5 δισεκατομμύρια δόσεις του εμβολίου κατά της Covid με τις πωλήσεις του να αναμένεται να διπλασιαστούν το 2022, σύμφωνα με τις προβλέψεις.
Ωστόσο, η διανομή του εμβολίου κατά της Covid- 19 με γρήγορους ρυθμούς, βάσει συμβάσεων που έχουν συναφθεί μεταξύ της αμερικανικής εταιρείας και των ξένων κυβερνήσεων, καλύπτονται από ένα πέπλο αυστηρού απορρήτου, επιτρέποντας ελάχιστο δημόσιο έλεγχο της αναπτυσσόμενης δύναμης της Pfizer, ακόμη και όταν η ζήτηση αυξάνεται. Αυτό αναφέρει σε δημοσίευμά της η αμερικανική εφημερίδα «Washington Post», επικαλούμενη έκθεση που δημοσιεύτηκε χθες από την «Public Citizen».
Πρόκειται για μία ομάδα υπεράσπισης των δικαιωμάτων των καταναλωτών που απέκτησε πρόσβαση σε μη αναθεωρημένες συμβάσεις της Pfizer που διέρρευσαν και ρίχνει φως στο πώς η εταιρεία χρησιμοποιεί αυτή τη δύναμη για να «μετατοπίσει τον κίνδυνο και να μεγιστοποιήσει τα κέρδη». Ο φαρμακευτικός γίγαντας, που εδρεύει στο Μανχάταν, διαφυλάσσει αυστηρά επίπεδα μυστικότητας σχετικά με τις διαπραγματεύσεις με τις κυβερνήσεις σε ότι αφορά τα συμβόλαια για τα εμβόλια κατά της νόσου Covid-19.
«Τα συμβόλαια θέτουν σταθερά τα συμφέροντα της Pfizer πάνω από τα συμφέροντα της δημόσιας υγείας», επισημαίνει ο Ζαν Ριζβί, ο ερευνητής που συνέταξε την επίμαχη έκθεση. Σύμφωνα με την «Public Citizen», σε ότι αφορά τα συμβόλαια της Pfizer με τις κυβερνήσεις, οι όποιες διαφορές επιλύονται σε μυστικά διαιτητικά δικαστήρια, με την αμερικανική φαρμακευτική εταιρεία να μπορεί να αλλάξει τους όρους των βασικών αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένων των ημερομηνιών παράδοσης, αλλά και να ζητήσει δημόσια περιουσιακά στοιχεία ως εγγύηση.
Από την πλευρά της, η Σάρον Καστίγιο, εκπρόσωπος της Pfizer, δήλωσε ότι οι ρήτρες εμπιστευτικότητας ήταν «τυπικές στις εμπορικές συμβάσεις» και «προορίζονταν να βοηθήσουν στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης μεταξύ των μερών, καθώς και την προστασία των εμπιστευτικών εμπορικών πληροφοριών που ανταλλάσσονται κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων και περιλαμβάνονται στις τελικές συμβάσεις.»
Και οι δύο εταιρίες- Pfizer και Moderna– που ανέπτυξαν ένα εμβόλιο κατά του κορωνοιού χρησιμοποιώντας την πρωτοποριακή τεχνολογία mRNA, δέχονται πιέσεις από επικριτές ότι χτίζουν ολιγοπώλιο, όπως αναφέρει το επίμαχο δημοσίευμα. Παρά το γεγονός ότι η Pfizer δεν δέχθηκε κρατική χρηματοδότηση μέσω του προγράμματος ανάπτυξης εμβολίων «Operation Warp Speed», έλαβε τεράστιες προκαταβολές από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Υπερασπίστηκε όμως τα πνευματικά της δικαιώματα σε ότι αφορά την πατέντα του εμβολίου,ενώ, εάν είχε παραιτηθεί από αυτά, θα μπορούσε να γίνει χρήση της τεχνολογίας της και από άλλες φαρμακευτικές εταιρείες της. Οι ειδικοί που αναθεώρησαν τους όρους των συμβολαίων με τις ξένες κυβερνήσεις θεώρησαν ότι ορισμένες απαιτήσεις ήταν ακραίες.
Σε συμβόλαια που συνήφθησαν με τη Βραζιλία, τη Χιλή, την Κολομβία και τη Δομινικανή Δημοκρατία, η «Wαshington Post» αναφέρει ότι, τα κράτη αυτά άφησαν εκτεθειμένα την δημόσια περιουσία τους. «Είναι σχεδόν σαν η εταιρεία να ζητά από τις Ηνωμένες Πολιτείες να θέσουν ως εγγύηση το Grand Canyon», δήλωσε η Λόρενς Γκόστιν, καθηγήτρια Δημοσίου Δικαίου στο πανεπιστήμιο Τζορτζτάουν.
Από την πλευρά της, η Pfizer απορρίπτει αυτή τη λογική. «Η Pfizer δεν έχει παρέμβει και δεν έχει καμία απολύτως πρόθεση να παρέμβει σε διπλωματικά, στρατιωτικά ή πολιτιστικά περιουσιακά στοιχεία οποιασδήποτε χώρας», δήλωσε η Λόρενς Καστίγιο. «Το να προτείνεις κάτι τέτοιο, είναι ανεύθυνο και παραπλανητικό», προσθέτει.
Επιπλέον, όπως γράφει η «Washington Post», ορισμένες απαιτήσεις των συμβολαίων φαίνεται να έχουν επιβραδύνει την διανομή των εμβολίων σε διάφορες χώρες. Τουλάχιστον δύο χώρες αποχώρησαν από τις διαπραγματεύσεις και επέκριναν δημοσίως τα αιτήματα της εταιρείας. Ωστόσο, και οι δύο αργότερα κατέληξαν σε συμφωνίες με την Pfizer.
«Οι φαρμακευτικές εταιρείες ανησυχούν», υποστηρίζει η Τζούλια Μπάρνς Γουάιζ , διευθύντρια της εταιρείας «Global Healthcare Innovation Alliance Accelerator». «Μία από αυτές είναι , ειδικά για ένα ακόμη μη εγκεκριμένο εμβόλιο, ότι θα μπορούσαν να θεωρηθούν υπεύθυνες για τυχόν προβλήματα υγείας που θα μπορούσε να προκαλέσει αυτό το εμβόλιο», εξηγεί.
Μυστικά συμβόλαια
Η Pfizer έχει επισημοποιήσει 73 συμφωνίες για το εμβόλιο της κατά τον κορωνοϊό. Σύμφωνα με την οργάνωση «Διεθνή Διαφάνεια» (Transparency International), με έδρα το Λονδίνο, μόνο πέντε συμβόλαια έχουν επισήμως δημοσιευθεί από τις ξένες κυβερνήσεις.
«Η απόκρυψη συμβολαίων από την δημόσια θέα ή η δημοσίευση εγγράφων με αναθεωρημένα κείμενα, σημαίνει ότι δεν γνωρίζουμε πώς ή πότε θα φτάσουν τα εμβόλια, τι συμβαίνει εάν τα πράγματα πάνε στραβά και το επίπεδο του οικονομικού κινδύνου για τους αγοραστές», υπογραμμίζει ο Τομ Ράιτ, διευθυντής έρευνας του προγράμματος υγείας της Διεθνούς Διαφάνειας.
Πολλά σημεία στα συμβόλαια της Pfizer έχουν διαρρεύσει, συχνά μέσω δημοσιογράφων από τοπικά ή διεθνή πρακτορεία, συμπεριλαμβανομένης της Οργάνωσης Ερευνητικής Δημοσιογραφίας.
Τουλάχιστον δύο χώρες που αρχικά αποχώρησαν από τις διαπραγματεύσεις με την Pfizer επέστρεψαν αργότερα στο τραπέζι του διαλόγου. Τον Ιανουάριο, η Βραζιλία δήλωσε δημόσια ότι η Pfizer επέμενε σε «άδικους και καταχρηστικούς» συμβατικούς όρους, κάνοντας αναφορά στις ρήτρες εμπιστευτικότητας. Λίγους μήνες αργότερα, η Βραζιλία υπόγραψε συμβόλαιο, ύψους ενός δισεκατομμυρίων δολαρίων, με τον φαρμακευτικό κολοσσό για την προμήθεια 100 εκατομμυρίων δόσεων του εμβολίου κατά της νόσου Covid-19.
H Public Citizen υποστηρίζει ότι, το υπογεγραμμένο συμβόλαιο, το οποίο διέρρευσε στη συνέχεια, περιείχε πολλές από τις διατάξεις στις οποίες αρχικά η Βραζιλία είχε αντιταχθεί. Η Αργεντινή επίσης απέρριψε τις πρώτες διαπραγματεύσεις με την Pfizer, με τον πρώην υπουργό Υγείας της χώρας να δηλώνει δημοσίως ότι η εταιρεία «συμπεριφέρθηκε πολύ άσχημα» και υπέβαλε απαιτήσεις που δεν συνάδουν με την νομοθεσία της χώρας.
Στη συνέχεια, η χώρα συμφώνησε να προμηθευτεί 20 εκατομμύρια δόσεις εμβολίου κατά του κορωνοιού. Το συμβόλαιο που δεν έχει τροποποιηθεί, δεν έχει δημοσιοποιηθεί.
Στην έκθεσή του, το Public Citizen καλεί την αμερικανική κυβέρνηση να χρησιμοποιήσει τη δύναμή της για να «αναγκάσει» την Pfizer να υιοθετήσει μια διαφορετική προσέγγιση, συμπεριλαμβανομένης της απαίτησης από την εταιρεία να μοιράζεται την τεχνολογία και την πνευματική μας ιδιοκτησία, έτσι ώστε και άλλες φαρμακευτικές εταιρείες να μπορούν να αναπτύξουν το εμβόλιό της.