«Μπορούμε να πούμε πως θα ξεμπερδεύουμε προς τα Χριστούγεννα ή ίσως λίγο μετά», τόνισε ο καθηγητής Πολιτικής Υγείας του LSE, Ηλίας Μόσιαλος .
Σαφή εικόνα για την πορεία της πανδημίας στην Ελλάδα μπορούμε να έχουμε μόνο από τα στοιχεία που μας καταδεικνύει το, όπως το περιέγραψε χαρακτηριστικά, «παπ- τεστ της πανδημίας», προσέθεσε ο καθηγητής.
Όπως εξήγησε, αυτό είναι οι ενδείξεις που προκύπτουν από τις παραλλαγές που παρουσιάζονται, την ανοσία που έχει επιτευχθεί αλλά και την προστασία που υπάρχει για προς τον ιό.
«Εάν δεν έχουμε νέες παραλλαγές, κι αν πάμε τα ποσοστά των εμβολιασμένων όσο πιο κοντά γίνεται στο ποσοστό του 80%, τόσο πιο καλά θα είμαστε», δήλωσε, υπογραμμίζοντας βέβαια πως αυτό θα αφορά μόνο τα επιθυμητά επίπεδα ανοσίας στην κοινότητα και όχι την αποκλιμάκωση η οποία θα πάρει έως και δύο με τρεις μήνες ακόμη.
Σε κάθε περίπτωση ο κ.Μόσιαλος, υπήρξε καθησυχαστικός, προς το παρόν, αναφορικά με το ενδεχόμενο εμφάνισης μιας ενισχυμένης παραλλαγής δέλτα, αφού κάτι τέτοιο δεν καταδεικνύεται από τα μέχρι τώρα δεδομένα.
«Θα το ξέραμε ήδη εάν υπήρχε μια ανερχόμενη παραλλαγή σε άλλες περιοχές του πλανήτη, πέραν από την περιοχή της Ευρώπης, γιατί πλέον υπάρχει πολύ καλό σύστημα παρακολούθησης αυτών των παραλλαγών», είπε χαρακτηριστικά.
Όσον αφορά τα επίπεδα ανοσίας που θα έχουμε στον πληθυσμό, ο κ. Μόσιαλος τόνισε πως μέχρι στιγμής δεν ξέρουμε ακριβώς το που θα κινηθούν.
«Ξέρουμε πόσοι είναι εμβολιασμένοι αλλά δεν ξέρουμε σε πόσους ήταν πετυχημένο το εμβόλιο» είπε και εξήγησε πως είναι γνωστό ότι σε ένα μικρό ποσοστό εμβολιασμένων της τάξης του 4-8% δεν έχει ισχυρή ανοσοαπόκριση και δεν θα προστατεύεται από τον εμβολιασμό.
Σε κάθε περίπτωση ο καθηγητής παραδέχτηκε πως το πότε ακριβώς θα χτιστεί το «τείχος ανοσίας» αποτελεί μια πολυσύνθετη εξίσωση εντούτοις εφόσον δεν υπάρξουν παραλλαγές, και φτάσουμε σε επίπεδα ανοσίας στον πληθυσμό (Με την βοήθεια των εμβολιασμών και συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού πολιτών που νόσησε ήδη.), θα μπορούμε να μιλήσουμε για την προστασία του ιού, η οποία ως παράμετρος σχετίζεται με την συμπεριφορά τόσο των εμβολιασμένων όσο και των ανεμβολίαστων.
«Το σημαντικό είναι τι θα κάνουν οι ανεμβολίαστοι», είπε.
Όπως εξήγησε, οι ανεμβολίαστοι χωρίζονται σε δύο ομάδες. Σε αυτούς που δεν πιστεύουν στα εμβόλια και την ύπαρξη της πανδημίας και σε αυτούς που ακόμη δεν έχουν πεισθεί για την αξία των εμβολίων μεν, δεν αμφισβητούν δε την ύπαρξη της πανδημίας και για αυτό το λόγο φοβούνται και προσέχουν.
Παράλληλα, εκτίμησε πως η δεύτερη ομάδα των ανεμβολίαστων, δηλαδή οι πολίτες που νιώθουν φόβο για το εμβόλιο αλλά σίγουρα θα συνεχίσουν να προσέχουν, αποτελεί την μεγαλύτερη πλειοψηφία και εγείρεται ζήτημα ως προς το να εκτιμήσουμε πως εν τέλει θα συμπεριφερθούν.