Έρχεται άραγε το τέλος της ασπιρίνης ως μέτρο πρωτογενούς πρόληψης των καρδιαγγειακών συμβαμάτων; Απάντηση στο κρίσιμο αυτό ερώτημα αναμένεται να δοθεί στο 34ο Συνέδριο Κλινικής Καρδιολογίας (3 – 4 Μαΐου), που διοργανώνεται από το Ελληνικό Ίδρυμα Καρδιολογίας, σε συνεργασία με την Α′ Καρδιολογική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Η ασπιρίνη έχει χαρακτηριστεί «θαυματουργή» στην πρόληψη των καρδιαγγειακών επεισοδίων, ωστόσο φαίνεται πλέον ότι χάνει διαρκώς έδαφος στον τομέα της Καρδιολογίας. Όπως ανέφερε κατά τη διάρκεια σχετικής συνέντευξης Τύπου ο Καθηγητής Καρδιολογίας της Α’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής του Γ.Ν.Α. «Ιπποκράτειο» κ. Χαράλαμπος Βλαχόπουλος στο πλαίσιο του συνεδρίου θα παρουσιαστούν όλα τα νεότερα δεδομένα επί του θέματος, αφού τρεις πρόσφατα δημοσιευμένες μελέτες (ARRIVE, ASCEND και ASPREE) έδειξαν ότι σε ασθενείς χωρίς γνωστή καρδιαγγειακή νόσο, η χορήγηση ασπιρίνης φαίνεται να αποτρέπει μικρό αριθμό καρδιαγγειακών συμβαμάτων, χωρίς να αυξάνει την επιβίωση, οδηγώντας σε σημαντικό αριθμό αιμορραγιών.
Στην μελέτη ARRIVE συμμετείχαν 12.546 άτομα ενδιαμέσου καρδιαγγειακού κινδύνου, τα οποία παρακολουθήθηκαν για πέντε έτη και αναδείχθηκε παρόμοια πιθανότητα καρδιαγγειακού συμβάματος ανάμεσα στην ομάδα της ασπιρίνης και του εικονικού φαρμάκου. Στην μελέτη ASCEND συμμετείχαν 15.480 διαβητικοί, οι οποίοι παρακολουθήθηκαν για 7,4 έτη και αναδείχθηκε 12% μικρότερη πιθανότητα καρδιαγγειακού συμβάματος στην ομάδα της ασπιρίνης με αντίτιμο την αύξηση των αιμορραγιών κυρίως από το γαστρεντερικό κατά 29%. Τέλος, στην μελέτη ASPREE συμμετείχαν 19.114 άτομα ηλικίας >70 ετών, τα οποία παρακολουθήθηκαν για 4,7 έτη και αναδείχθηκε 14% μεγαλύτερη πιθανότητα θανάτου στην ομάδα της ασπιρίνης.
Δοθέντων όλων των παραπάνω, οι νέες αμερικανικές κατευθυντήριες οδηγίες κατήργησαν τη χρήση της ασπιρίνης σε ηλικιωμένα άτομα (>70 έτη) και άτομα με αυξημένο κίνδυνο αιμορραγίας, ενώ άφησαν ανοιχτή την πιθανή της χρήση σε άτομα 40-70 ετών με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο, τα οποία δεν έχουν μεγάλο αιμορραγικό κίνδυνο.
Είμαστε όσο και η ηλικία των αγγείων μας
Ένα εξίσου ενδιαφέρον θέμα που ενέχει κεντρική θέση στη θεματολογία του φετινού συνεδρίου είναι η θεωρία ότι «είμαστε όσο και η ηλικία των αγγείων μας». Όπως εξήγησε ο κ. Βλαχόπουλος υπάρχουν αποδείξεις από πρόσφατες μελέτες ότι ο ρυθμός με τον οποίο επέρχεται η αγγειακή γήρανση σχετίζεται με την πρόγνωση των ασθενών, αλλά και την αποτελεσματικότητα των θεραπευτικών παρεμβάσεων, ανεξαρτήτως της διαχείρισης των κλασικών παραγόντων. Μάλιστα, η πρόσφατα δημοσιευμένη μελέτη CRAVE από την Α’ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική, όπου μελετήθηκαν 142 άτομα με παράγοντες κινδύνου για 2 έτη, έδειξε ότι σε ασθενείς με υπέρταση και δυσλιπιδαιμία, η επίδραση των παραγόντων στην αγγειακή γήρανση είναι συνεργική (πολλαπλασιαστική) και όχι απλά αθροιστική, επιταχύνοντας σχεδόν 4 φορές το ρυθμό της αγγειακής γήρανσης σε σύγκριση με ασθενείς χωρίς αυτούς τους παράγοντες.
Εναλλακτικά καπνικά προϊόντα με ιατρική «σύσταση»;
Από το πρόγραμμα του συνεδρίου φυσικά δεν λείπει και το καυτό θέμα των νεότερων καπνικών προϊόντων, καθώς όπως ανέφερε ο Διευθυντής της Καρδιολογικής Κλινικής της Ευρωκλινικής Αθηνών κ. Δημήτριος Ρίχτερ «τα υπάρχοντα στοιχεία δείχνουν σημαντική μείωση τοξικών και καρκινογόνων ουσιών (περίπου 90%) συγκριτικά με το κανονικό τσιγάρο και ορισμένες επιστημονικές εταιρείες (UK Public Health) συστήνουν στους γιατρούς να προτρέπουν συστηματικά τους καπνιστές, εφόσον δεν διακόψουν το κάπνισμα να γυρίσουν άμεσα σε μία από τις εναλλακτικές μορφές καπνίσματος.
Νεότερα διαβητικά φάρμακα με όφελος για την καρδιά
Άλλο σημαντικό θέμα στη σύγχρονη Καρδιολογία, που θα αναλυθεί εκτενώς στο συνέδριο αποτελούν τα νεώτερα αντιδιαβητικά φάρμακα. Τις τελευταίες δεκαετίες τα αντιδιαβητικά φάρμακα που κυκλοφορούσαν μείωναν τα επίπεδα σακχάρου των ασθενών μεν, αλλά είτε ήταν ουδέτερα ως προς την επίδραση τους στα καρδιαγγειακά συμβάντα είτε κάποια εξ αυτών είχαν και αρνητική επίδραση. Η νεώτερη γενιά αντιδιαβητικών φαρμάκων, όπως οι SGLT2 αναστολείς και οι GLP-1 αγωνιστές, φαίνεται να παρέχουν καρδιαγγειακό όφελος και προστασία με εντυπωσιακά αποτελέσματα στις μέχρι τώρα μελέτες. Η εμπαγλιφλοζίνη ήταν ο πρώτος SGLT2 αναστολέας που έδειξε σημαντική μείωση καρδιαγγειακής θνησιμότητας, μειώνοντας κατά 38% την καρδιαγγειακή θνησιμότητα και κατά 32% την ολική θνησιμότητα, κυρίως λόγω μείωσης των αιφνίδιων θανάτων και των θανάτων από καρδιακή ανεπάρκεια. Αυτή τη στιγμή πραγματοποιούνται μελέτες σε μη διαβητικούς ασθενείς για να δούμε το μέγεθος του οφέλους του φαρμάκου αυτού και σε αυτή τη κατηγορία ασθενών. Από τους GLP-1 αγωνιστές η λιραγλουτίδη πρώτη έδειξε μείωση καρδιαγγειακών θανάτων μέσω μείωσης εμφραγμάτων και εγκεφαλικών επεισοδίων, μειώνοντας λίγο αλλά σημαντικά την αρτηριακή πίεση και βελτιώνοντας τη χοληστερόλη. Μπαίνουμε στην εποχή που και ο καρδιολόγος θα έχει θέση στην αντιδιαβητική αγωγή των ασθενών ανάλογα με το προφίλ του κάθε ασθενή.
Το πρωινό κάνει καλό στην καρδιαγγειακή υγεία
Τέλος, στο 34ο Συνέδριο Κλινικής Καρδιολογίας θα γίνει αναφορά στην μελέτη «Κορινθία» που διενεργήθηκε από την 1η Πανεπιστημιακή κλινική του «Ιπποκρατείου» Γ.Ν.Α. της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, υπό την οργάνωση και το συντονισμό του καθηγητή Δημήτριου Τούσουλη, τα πρώτα αποτελέσματα της οποίας παρουσιάστηκαν στο ετήσιο συνέδριο του Αμερικανικού Κολεγίου Καρδιολογίας. Η επιδημιολογική μελέτη «Κορινθία» διεξήχθη από τον Οκτώβριο 2015 έως το Φεβρουάριο 2017 στην ευρύτερη περιοχή του νομού Κορινθίας, όπου συμμετείχαν 2.043 κάτοικοι ηλικίας από 40 ετών και άνω, και από τους οποίους οι ερευνητές συνέλεξαν ένα πλήθος από δημογραφικά, κλινικά, απεικονιστικά κ.α. δεδομένα. Από τις αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν υπολογίστηκε η θερμιδική συνεισφορά του πρωινού γεύματος ως ποσοστό της συνολικής ημερήσιας θερμιδικής πρόσληψης, βάση της οποίας έγινε ο διαχωρισμός του πληθυσμού σε τρεις ομάδες, αυτών του πρωινού γεύματος υψηλής-χαμηλής και ελάχιστης ή/και καθόλου θερμιδικής αξίας (>20%, 5-20% και<5%ημερήσιας θερμιδικής συνεισφοράς αντίστοιχα), ενώ μετρήθηκαν η καρωτιδο-μηριαία ταχύτητα σφυγμικού κύματος και το πάχος του έσω-μέσου χιτώνα ως δείκτες αρτηριακής σκληρίας και αθηρωμάτωσης αντίστοιχα. Από τα αποτελέσματα της μελέτης φάνηκε πως η παράληψη του πρωινού γεύματος έχει δυσμενή αποτελέσματα στην αρτηριακή σκληρία και στο αθηρωματικό φορτίο των καρωτίδων, ενώ αντίθετα η αυξημένη πρόσληψη θερμίδων μέσω του πρωινού φαίνεται να δρα προστατευτικά στην αθηρωματική νόσο. Τα δεδομένα αυτά καταδεικνύουν πως εκτός από την ποιότητα ενός πρωινού γεύματος, μια ισορροπημένη πρόσληψη θερμίδων κατά την διάρκεια της ημέρας, συμπεριλαμβανομένου ενός θερμιδικά πλούσιου πρωινού, μπορεί να δράσουν προστατευτικά για το καρδιαγγειακό μας σύστημα, ωστόσο περισσότερες μελέτες θα χρειαστούν προς αυτή την κατεύθυνση για την επιβεβαίωση των ευρημάτων αυτών.