Μάχη σε πολλά μέτωπα με τον κορωνοϊό και τη λοίμωξη COVID-19 δίνουν πλέον οι επιστημονικές και υγειονομικές αρχές της χώρας μας, η οποία διεξάγεται σε όλο και πιο δύσκολες συνθήκες και με αβέβαιη έκβαση.

Εκτός από το βασικό μέτωπο στην Αττική, η οποία παραμένει σε κατάσταση αυξημένης επιδημιολογικής επιτήρησης για δεύτερο μήνα, ενεργοποιούνται συνεχώς μικρότερα ενεργά μέτωπα σε δομές και εργασιακούς χώρους, όπως στις Μονάδες Φροντίδας Ηλικιωμένων (ΜΦΗ) στην Αθήνα και την Καρδίτσα, στο Νοσοκομείο «Σωτηρία», στην κονσερβοποιία στην Πέλλα, που επηρεάζουν τη ζητούμενη σταθερότητα στην επιδημιολογική εικόνα.

Η πορεία της επιδημίας (ορμητική στο λεκανοπέδιο, ήπια στην υπόλοιπη χώρα) εντείνει την πίεση στο σύστημα υγείας, τόσο στο κρίσιμο πεδίο των Εντατικών όσο και στους υγειονομικούς εργαζόμενους που βρίσκονται σε πολλές περιπτώσεις στα όριά τους. Κι ενώ βαραίνει η επίπτωση της επιδημίας, μοιάζει να γίνεται όλο και πιο… ελαφριά η συμπεριφορά των πολιτών σε ό,τι αφορά την τήρηση των μέτρων προστασίας και να μπερδεύονται ανησυχητικά οι γραμμές επικοινωνίας κυβέρνησης, επιστημόνων και πολιτών σχετικά με το διακύβευμα της δημόσιας υγείας και της οικονομίας.

Η φράση «η Αθήνα δεν πάει καλά», που είπε την περασμένη Τετάρτη έξω από το γηροκομείο «Αττική» στον Αγιο Παντελεήμονα Αθήνας ο καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας, με αφορμή τους δεκάδες ηλικιωμένους που είχαν μολυνθεί με κορωνοϊό, αποτυπώνει ό,τι εκτυλίσσεται στο λεκανοπέδιο με ευθύνη όλων.

Το πλέγμα των μέτρων δεν μοιάζει σταθερό και συνεκτικό. Αντίθετα, ξεχειλώνει και μαζεύεται από τα επιστημονικά ή τα κυβερνητικά στελέχη στις δημόσιες εμφανίσεις τους – με τα τελευταία να δηλώνουν ετοιμότητα για την εφαρμογή των μέτρων, αλλά να χωλαίνουν στον έλεγχο για την τήρησή τους.

Για τις επόμενες οκτώ ημέρες, πάντως, η Αττική θα βρίσκεται στα περιοριστικά μέτρα που ίσχυαν από τον Σεπτέμβριο. Δηλαδή θα ισχύουν: η αναστολή λειτουργίας ιδιωτικών επιχειρήσεων λιανικής πώλησης αγαθών από 12 τα μεσάνυχτα ως τις 5 το πρωί, η αναστολή συναυλιών και λειτουργίας χειμερινών κινηματογράφων και θεάτρων, καθώς και θερινών θεάτρων, ανώτατο όριο συμμετεχόντων σε δημόσιες εκδηλώσεις, αυστηροί κανόνες στις λαϊκές αγορές και χρήση της μάσκας σε όλους τους χώρους εργασίας και σε ανοιχτούς χώρους με συγχρωτισμό.

Η μάχη για τον έλεγχο της κυκλοφορίας του κορωνοϊού είναι επίπονη. Αποτυπώθηκε άλλωστε με τον πιο σκληρό τρόπο στα επιδημιολογικά δεδομένα με τα οποία έγινε το πέρασμα από τον Σεπτέμβριο στον Οκτώβριο. Είναι ενδεικτικό ότι τα μισά θετικά κρούσματα του Σεπτεμβρίου εντοπίστηκαν στην Αττική: από το σύνολο των 8.158 κρουσμάτων που καταγράφηκαν τον περασμένο μήνα, τα 4.221 εντοπίστηκαν στην Αττική, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το 52% των συνολικών μολύνσεων, δηλαδή ένα στα δύο κρούσματα.

Βαρύς είναι και ο απολογισμός των θυμάτων: τον περασμένο μήνα καταγράφηκαν 125 θάνατοι, περίπου το 1/3 του συνόλου των θυμάτων από την αρχή της επιδημίας, τον περασμένο Φεβρουάριο. Στα νοσοκομεία εισάγονταν κάθε μέρα 60-80 ασθενείς με σοβαρή μορφή της λοίμωξης COVID-19 και στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) οι διασωληνωμένοι αυξάνονταν σταθερά. Την περασμένη Πέμπτη, μάλιστα, οι διασωληνωμένοι έφτασαν τους 89, πλησιάζοντας το μαύρο ρεκόρ της 5ης Απριλίου όταν οι διασωληνωμένοι ανήλθαν στους 93. Ευτυχώς το ρεκόρ του περασμένου Απριλίου δεν καταρρίφθηκε τις δύσκολες ημέρες της περασμένης εβδομάδας, ωστόσο ουδείς μπορεί να πει με βεβαιότητα ότι αυτό δεν θα συμβεί το επόμενο διάστημα.

Η ηγεσία του υπουργείου Υγείας διαμηνύει ότι το σύστημα υγείας έχει ανθεκτικότητα στην ισχυρή πίεση που δέχεται από την επιδημία και υλοποιεί ένα φιλόδοξο σχέδιο ενίσχυσης των δημόσιων δομών με νέες κλίνες ΜΕΘ, αξιοποιώντας δωρεές και παραχωρώντας κλίνες από τις γενικές ΜΕΘ σε ΜΕΘ για COVID-19.

Σε ό,τι αφορά τις κλίνες ΜΕΘ, κατασκευάζονται με ταχύ ρυθμό, όμως ακόμη και με τις πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις θεωρείται δύσκολο να είναι διαθέσιμες ως το τέλος του έτους. Ακόμη και αν ολοκληρωθούν οι υποδομές, δεν θα έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία προσλήψεων και η εκπαίδευση του προσωπικού. Σε ό,τι αφορά τις υπάρχουσες κλίνες ΜΕΘ COVID-19, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Υγείας αυτές είναι 274 σε όλη τη χώρα, εκ των οποίων οι 126 στην Αττική. Από τις συνολικές κλίνες, την περασμένη Παρασκευή ήταν κατειλημμένες οι 85 με διασωληνωμένους. Από τις 126 κλίνες ΜΕΘ για COVID-19 της Αττικής ήταν κατειλημμένες περί τις 65. Οι ειδικοί υπογραμμίζουν ότι είναι εξαιρετικά ευμετάβλητη η κατάσταση και ότι μπορεί αίφνης να ανατραπεί απειλώντας την αντοχή και την αποτελεσματικότητα του συστήματος υγείας.

Γιατί η Αθήνα δεν πάει καλά, όπως είπε ο καθηγητής Τσιόδρας.

Στο Λεκανοπέδιο διαμορφώνονται συνθήκες που ευνοούν τη μετάδοση του ιού και της λοίμωξης COVID-19 και δεν επιτρέπουν στις Αρχές να ελέγξουν την επιδημία. Ο καθηγητής Γκίκας Μαγιορκίνης είχε χαρακτηρίσει την Αττική «εκκολαπτήριο της επιδημίας», όπως συμβαίνει με όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα παγκοσμίως. Την περασμένη Παρασκευή ο ίδιος επισήμανε ότι στην Αττική καταγράφεται ανοδική τάση της επιδημίας, αλλά όχι δραματικά εκθετική άνοδος. Εκτίμησε δε ότι χρειάζεται περαιτέρω χρόνος εφαρμογής των ισχυόντων μέτρων για να υποχωρήσει η ανοδική τάση του επιδημικού κύματος.

Οτι η Αττική πληθυσμιακά αντιστοιχεί στη… μισή Ελλάδα είναι αναμφίβολα ένα στοιχείο που μπορεί να δώσει μια πρώτη, λογική εξήγηση γιατί η επιδημία σαρώνει το λεκανοπέδιο. Ωστόσο, οι αρμόδιοι αναζητούν τους βαθύτερους λόγους για τον λόγο που συμβαίνει αυτό, ιδίως μετά τις συνεχείς κρούσεις από τον Δεκαπενταύγουστο αλλά και μετά τη σταδιακή εφαρμογή μέτρων από τον περασμένο μήνα. «Η Θεσσαλονίκη πήρε το μάθημά της και πάει καλά, η Αθήνα δεν πάει καλά», είπε σε αποστροφή του λόγου του την περασμένη Τετάρτη έξω από το γηροκομείο του Αγίου Παντελεήμονα, ο κ. Τσιόδρας.

Τα δεδομένα το αποδεικνύουν: στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης τον Σεπτέμβριο καταγράφηκαν 422 περιστατικά κορωνοϊού έναντι 4.221 κρουσμάτων της Αττικής. Τον περασμένο Αύγουστο, αντίθετα, η Θεσσαλονίκη βρισκόταν καθημερινά σε υψηλή θέση στην επιδημιολογική έκθεση και μετρούσε ασταμάτητα περιστατικά μόλυνσης λόγω κορωνοϊού, πλέον όμως αναφέρεται μονοψήφιος αριθμός κρουσμάτων.

Οι ειδικοί επισημαίνουν δύο διαφορές καθοριστικές: η Αττική έχει πιο πυκνό δίκτυο μέσων μαζικής μεταφοράς σε σχέση με τη Θεσσαλονίκη, καθώς και μεγαλύτερη συγκέντρωση ευάλωτων πληθυσμιακών ομάδων σε σύγκριση με την περιοχή της Θεσσαλονίκης.

Στις ευάλωτες ομάδες οι ειδικοί περιλαμβάνουν τους αλλοδαπούς, τους μετανάστες, τους άστεγους, τους χρήστες ουσιών. Αναλόγως υπερισχύει η Αττική και στον αριθμό των γηροκομείων και άλλων κλειστών δομών χρονίως πασχόντων, αστέγων, εξαρτημένων κ.λπ. Η Μονάδα Φροντίδας Ηλικιωμένων στον Αγιο Παντελεήμονα της Αθήνας (έχει καταγραφεί ήδη ένας νεκρός και τουλάχιστον 20 νοσηλεύονται) είναι η πέμπτη που καταγράφηκε στην Αττική από την αρχή της επιδημίας. Στη Θεσσαλονίκη πάλι είχε καταγραφεί η μεγάλη εστία μετάδοσης στον οίκο ευγηρίας «Αγία Κυριακή» με τουλάχιστον 20 θύματα.

Στον Άγιο Παντελεήμονα, μάλιστα, υπάρχει ανησυχία και στην ευρύτερη περιοχή ειδικά μετά τον εντοπισμό 20 θετικών τεστ σε σύνολο 487 που πραγματοποιήθηκαν. Από τους 20 θετικούς οι πέντε είναι Έλληνες και οι 15 αλλοδαποί, οι οχτώ γυναίκες και οι 12 άνδρες ενώ η διάμεση ηλικία των θετικών είναι τα 41 έτη.

Οι στοχευμένες δράσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη τις τελευταίες ημέρες αφενός με τα νέα οχήματα που μίσθωσε το υπουργείο Μεταφορών, για να εξυπηρετηθεί με καλύτερες συνθήκες και χωρίς τον συγχρωτισμό ο πληθυσμός, σε συνδυασμό με την υποχρεωτική τηλεργασία, αφετέρου το εκτεταμένο testing στον Δήμο Αθηναίων σε συνεργασία με την Πολιτική Προστασία και τον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ) δείχνουν ότι επιχειρείται να ανακοπεί το κύμα της επιδημίας σε επιβαρυμένες περιοχές και τους κατοίκους τους.

Οι αρμόδιες Κινητές Ομάδες Υγείας (ΚΟΜΥ) έχουν διενεργήσει περισσότερους από 2.600 ελέγχους με rapid tests, εντοπίζοντας 61 άτομα θετικά στον ιό, εκ των οποίων 34 είναι αλλοδαποί. Eλεγχοι έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι στιγμής στις πλατείες Βάθη, Κυψέλης, Αμερικής και Κουμουνδούρου.

Σημειώνεται ωστόσο ότι το κύμα αποτυπώθηκε πρώτα στα νοσοκομεία, αφού στον «Ευαγγελισμό» και στο «Σωτηρία» νοσηλεύτηκαν σε ποσοστό έως και 50% αλλοδαποί και μετά ενεργοποιήθηκε ο ΕΟΔΥ. Η Πολιτική Προστασία προχώρησε σε μισθώσεις χώρων ώστε να φιλοξενούνται για την πλήρη αποθεραπεία τους τα ευάλωτα αυτά άτομα και να μην επιστρέφουν στους χώρους κατοικίας τους όπου συμβιώνουν έως και δέκα άτομα και να μην ανακυκλώνουν τη μετάδοση.

Ο ρόλος των εργαστηριακών ελέγχων

Ο συναγερμός που σήμανε στις αρμόδιες υπηρεσίες της χώρας, την περασμένη Δευτέρα, με την ανακοίνωση 12 ψευδώς θετικών τεστ κορωνοϊού σε πλήρωμα κρουαζιερόπλοιου στην Κρήτη έφερε στο προσκήνιο για μία ακόμη φορά το θέμα του εργαστηριακού ελέγχου για τον κορωνοϊό.

«Ο μοριακός έλεγχος του κορωνοϊού είναι μία από τις εργαστηριακές προσεγγίσεις για την ανίχνευση, τον εντοπισμό του ιού. Αλλες προσεγγίσεις είναι τα rapid tests και τα τεστ αντισωμάτων, καθεμία δίνει και διαφορετικό αποτέλεσμα, αλλά έχει και διαφορετική στόχευση», εξηγεί στο «ΘΕΜΑ» ο αναπληρωτής καθηγητής Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής Αθηνών και γενικός διευθυντής του εργαστηρίου Alpha Lab του Ομίλου HHG Νικόλαος Σπανάκης. Σε ό,τι αφορά τον μοριακό έλεγχο, που αποτελεί μια εξέταση που τείνει να γίνει ρουτίνα για τους Ελληνες (έχουν γίνει περισσότερα από 1,3 εκατομμύρια τεστ), εξηγεί ότι ανάλογα με τη μοριακή μέθοδο που διενεργείται υπάρχει μικρότερη ή μεγαλύτερη ευαισθησία στον εντοπισμό του ιικού φορτίου και άρα ακρίβεια στο αποτέλεσμά του.

Ο μοριακός έλεγχος που γίνεται με γρήγορες μεθόδους, όπως π.χ. με τους μοριακούς αναλυτές που έχουν τα κρουαζιερόπλοια και δίνουν απάντηση σε ένα τεστ ανά ώρα, έχει χαμηλότερη ευαισθησία. Αυτό σημαίνει ότι πιθανόν δεν ανιχνεύει χαμηλό ιικό φορτίο, όπως π.χ. αυτό που κουβαλά ένας φορέας κορωνοϊού που δεν εμφανίζει συμπτώματα. «Οταν λοιπόν ένα τέτοιο γρήγορο μοριακό τεστ έχει αποτέλεσμα θετικό, αξιολογείται με βεβαιότητα ως θετικό. Αντίθετα, το αρνητικό αποτέλεσμα δεν θα θεωρηθεί απολύτως αξιόπιστο και θα ακολουθήσει νέος έλεγχος», εξηγεί ο ειδικός.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα εργαστήρια διενεργούν μοριακούς ελέγχους που χρειάζονται περισσότερες ώρες ώστε να υπάρξει αποτέλεσμα. Αστοχίες που καταγράφονται, όπως των 12 ψευδώς θετικών δειγμάτων από το εργαστήριο του Ηρακλείου Κρήτης, σχετίζονται συνήθως με παραλείψεις και λάθη στη διαδικασία, ιδίως με επιμολύνσεις των δειγμάτων που ελέγχονται.

«Ο παράγοντας της πιστοποίησης των εργαστηρίων βάσει συγκεκριμένων διεθνών προτύπων είναι σημαντικός για την αξιοπιστία και την εγκυρότητα των ελέγχων», λέει ο καθηγητής και εξηγεί ακόμα ότι «η διαδικασία πιστοποίησης αφορά τους χώρους, το προσωπικό, τα μηχανήματα, τα αντιδραστήρια κ.ά. Είναι μια διαδικασία που επαναλαμβάνεται διαρκώς στα εργαστήρια».

Διευκρινίζει ωστόσο ότι η διαδικασία αυτή, που εποπτεύεται από ανεξάρτητους φορείς, δεν είναι υποχρεωτική για τα εργαστήρια. «Τα μεγάλα εργαστήρια, είτε ιδιωτικά είτε δημόσια είτε πανεπιστημιακά, αιτούνται αυτή την πιστοποίηση για τη λειτουργία τους και λειτουργούν με τις διεθνείς προδιαγραφές. Ωστόσο, αυτό επαφίεται σε κάθε υπεύθυνο.

Συνεπώς, οι πολίτες απευθυνόμενοι στα εργαστήρια καλό είναι να ζητούν διευκρινίσεις για τις πιστοποιήσεις και να ελέγχουν τις υπηρεσίες που πληρώνουν», επισημαίνει ο κ. Σπανάκης. Ειδική πιστοποίηση για την εξέταση του κορωνοϊού δεν έχει λάβει ακόμη κανένα εργαστήριο στη χώρα λόγω του αιφνιδιασμού και της πίεσης που άσκησε η πανδημία. Η διαδικασία έχει δρομολογηθεί για κάποια, αλλά δεν αναμένεται να ολοκληρωθεί πριν από την άνοιξη του 2021. Σε κάθε περίπτωση, ένα πιστοποιημένο εργαστήριο αποτελεί εγγύηση και για τη συγκεκριμένη εξέταση.