Η αίσθηση καύσου, οι γνωστές ενοχλητικές καούρες, συχνά αποτελούν σύμπτωμα της γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης, κατά την οποία τα γαστρικά οξέα επιστρέφουν στον οισοφάγο αντί να ακολουθήσουν την κανονική πορεία τους προς το στομάχι.

Οι προσαρμογές στη διατροφή και οι αλλαγές στον τρόπο ζωής συνήθως διευκολύνουν την αντιμετώπιση της, ενώ σε πιο σοβαρές περιπτώσεις και έπειτα από κλινική εξέταση κρίνεται απαραίτητη η λήψη φαρμάκων.

Δεν είναι λίγοι, όμως, όσοι επιλέγουν πιο φυσικές μεθόδους για την ανακούφιση από τη γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση. Ανάμεσα σε αυτές και η κατανάλωση μελιού, το οποίο εδώ και αιώνες χρησιμοποιείται σύμφωνα με την αγιουρβεδική ιατρική για την αντιμετώπιση διαφορετικών παθήσεων.

Σύμφωνα, λοιπόν, με αρκετές έρευνες το μέλι μπορεί να «μαλακώσει» το λαιμό και να μετριάσει την αίσθηση καύσου.

Όπως επισημαίνει το Indian Journal of Medical Research είναι πιθανό οι καούρες να οφείλονται στις βλάβες που προκαλούν οι ελεύθερες ρίζες στα κύτταρα του πεπτικού συστήματος. Το ακατέργαστο, μη παστεριωμένο μέλι, το οποίο έχει ισχυρή αντιοξειδωτική δράση μπορεί να αποτελέσει φυσική «ασπίδα» ενάντια στις ελεύθερες ρίζες.

Επιπλέον, το μέλι λειτουργεί ως όπλο απέναντι στη φλεγμονή του οισοφάγου δημιουργώντας ένα στρώμα πάνω στο βλεννογόνο προσφέροντας ανακούφιση μεγαλύτερης διάρκειας.

Επίσης είναι γνωστές και οι αντιβακτηριδιακές και αντιικές ιδιότητες του μελιού, καθώς το αγνό ανεπεξέργαστο μέλι μπορεί όχι μόνο να καταπολεμήσει μύκητες και βακτήρια, αλλά δρα και ως φυσικό αντισηπτικό.

Μολονότι οι έρευνες σχετικά με την επίδραση του μελιού στη γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση είναι περιορισμένες θεωρείται ένας ασφαλής, φυσικός τρόπος αντιμετώπισης της γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης.

Εάν αποφασίσετε να το δοκιμάσετε όμως θυμηθείτε πως μία τυπική δόση είναι ένα κουταλάκι του γλυκού ημερησίως, ενώ το μέλι μπορεί να επηρεάσει τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν εμφανίζουν παρενέργειες στην κατανάλωση μελιού.