Με τρεις στοχευμένες «θεραπευτικές» παρεμβάσεις στο σύστημα υγείας επιχειρεί η ηγεσία του υπουργείου Υγείας την «ανάταξή» του. Ενεργοποιεί την αντικαπνιστική νομοθεσία για την προαγωγή της δημόσιας υγείας, εισάγει τον θεσμό των ειδικευόμενων νοσηλευτών στα δημόσια νοσοκομεία για την αντιμετώπιση των ελλείψεων και εφαρμόζει «χειρουργικά» μέτρα για την ελάφρυνση της βαριάς καθημερινότητας πολλών ασφαλισμένων του ΕΟΠΠΥ.

Αυτές οι παρεμβάσεις δρομολογούνται άμεσα από τον υπουργό Υγείας κ. Βασίλη Κικίλια και τον υφυπουργό κ. Βασίλη Κοντοζαμάνη με χρονικό ορίζοντα ολοκλήρωσής τους ως τον ερχόμενο Δεκέμβριο.

Η καθολική απαγόρευση του καπνίσματος σε όλους τους δημόσιους κλειστούς χώρους, η εντατικοποίηση των ελέγχων και η λειτουργία τηλεφωνικής γραμμής για αναφορά παραβάσεων -όλα όσα προβλέπει δηλαδή η αντικαπνιστική νομοθεσία η οποία ήταν κενό γράμμα τα τελευταία χρόνια- μπαίνουν και πάλι στην ημερήσια διάταξη του υπουργείου Υγείας, που θα έχει τον συντονισμό της… αντικαπνιστικής εκστρατείας. Πρόκειται για μία παρέμβαση που έχει την προσωπική σφραγίδα του Πρωθυπουργού, ο οποίος έχει δεσμευτεί για την τήρηση του αντικαπνιστικού νόμου. Μάλιστα, με ανάρτησή του την εφετινή Παγκόσμια Ημέρα Καπνίσματος (31 Μαΐου) ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης είχε επισημάνει με σαρκαστική διάθεση ότι «αποτελεί ελληνικό παράδοξο πως η Ελλάδα «κόβει» το κάπνισμα από το 2009».

Πώς θα εφαρμοστεί ο νόμος για το κάπνισμα

Η αντικαπνιστική νομοθεσία επί υπουργίας Ανδρέα Ξανθού έγινε πολύ αυστηρή αλλά παρέμεινε στα χαρτιά. Την ίδια ώρα βεβαίως ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας, Παύλος Πολάκης είχε κατακτήσει επάξια τον τίτλο του πιο… θεριακλή ενοίκου της Αριστοτέλους. Ο απερχόμενος υπουργός Υγείας, εκτός από την απαγόρευση του καπνίσματος σε όλους τους δημόσιους ή ιδιωτικούς χώρους εργασίας, παροχής υπηρεσιών Υγείας, στα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, στους κλειστούς χώρους αναμονής, στα αεροδρόμια, στους σταθμούς μεταφορικών μέσων και επιβατικών σταθμών λιμένων, στα παντός είδους κυλικεία και στα μέσα μαζικής μεταφοράς συμπεριλαμβανομένων των ταξί, είχε επεκτείνει την απαγόρευση και στα αυτοκίνητα, ιδιωτικής και δημοσίας χρήσης, με επιβάτες ανηλίκους κάτω των 12 ετών. Στην πράξη βεβαίως ουδέποτε εφαρμόστηκε η νομοθεσία -έλεγχοι, διαπίστωση παραβάσεων, πρόστιμα κ.λπ.

Αυτόν το… χαμένο χρόνο προκλητικής απαξίωσης του αυστηρού νόμου θα επιχειρήσουν να κερδίσει τώρα η ηγεσία του υπουργείου Υγείας. Φαίνεται πως έχει συμμάχους και πως τόσο η κοινωνία όσο και οι καταστηματάρχες έχουν αλλάξει τη στάση τους απέναντι στο κάπνισμα – είναι ενδεικτικό πως αυξάνονται συνεχώς τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος στα οποία δεν επιτρέπεται το κάπνισμα, με απόφαση του ιδιοκτήτη.

Οι βλαπτικές, συχνά θανατηφόρες, συνέπειες του καπνού τόσο για τους ενεργητικούς όσο και για τους παθητικούς καπνιστές και η αναγωγή του καπνίσματος σε σημαντικό υγειονομικό και κοινωνικοοικονομικό ζήτημα έχουν πια εμπεδωθεί. Βέβαια, παρά την αλλαγή που καταγράφεται, μεγάλο ποσοστό των Ελλήνων, καπνίζει. Ενώ και τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), μαρτυρούν την επίπτωση του καπνίσματος στην υγεία των Ελλήνων: το 2018 καταγράφηκαν στη χώρα μας 9.964 νέα περιστατικά καρκίνου του πνεύμονα και πάνω από 8.300 περιστατικά με άλλους τύπους καρκίνου που σχετίζονται με το κάπνισμα (καρκίνος του οισοφάγου, του στομάχου, της στοματικής κοιλότητας κ.ο.κ.).

Ενεργοποιώντας πλέον όλον τον ελεγκτικό μηχανισμό, δηλαδή αστυνομία, τροχαία, δημοτική αστυνομία, λιμενικό, Περιφέρειες, Επιθεωρητές Υγείας, αλλά και τηλεφωνική γραμμή για καταγγελίες η ηγεσία του υπουργείου Υγείας εμφανίζεται πεπεισμένη πως θα διώξει τα… σύννεφα καπνού από τη χώρα.

Έρχονται οι ειδικευόμενοι νοσηλευτές στα νοσοκομεία

Η θεσμοθέτηση των ειδικευόμενων νοσηλευτών -κατά το πρότυπο των ειδικευόμενων γιατρών- θεωρείται πως θα αλλάξει δραστικά τη λειτουργία των νοσηλευτικών ιδρυμάτων. Την ίδια στιγμή, βεβαίως αποτελεί μια καινοτομία για την εκπαιδευτική και επαγγελματική εμπειρία των πτυχιούχων νοσηλευτών -που σημειωτέον αποτελούσε πάγιο αίτημα τα τελευταία χρόνια της Ένωσης Νοσηλευτών Ελλάδας (ΕΝΕ) προς τους επικεφαλής του υπουργείου Υγείας, χωρίς όμως να έχει αποτέλεσμα.

Οι ειδικευόμενοι νοσηλευτές αποτελούν μια ουσιαστική όσο και ευέλικτη απάντηση στη δραματική υποστελέχωση του νοσηλευτικού κλάδου στο ΕΣΥ, το οποίο κατέχει την αρνητική πανευρωπαϊκή πρωτιά να είναι το σύστημα υγείας με τους λιγότερους νοσηλευτές στην Ευρώπη (αναλογούν 1,6 νοσηλευτές ανά 1.000 κατοίκους όταν ο μέσος όρος είναι 8,7). Επιπλέον, πρόκειται για έναν γηρασμένο κλάδο: ο μέσος όρος ηλικίας των νοσηλευτών στο ΕΣΥ είναι 47,2 έτη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την επαγγελματική τους εξουθένωση αλλά και την ποιότητα της παρεχόμενης νοσηλευτικής φροντίδας.

Πλέον τα δημόσια νοσοκομεία θα ενισχύονται σε ετήσια βάση με 1.500 ειδικευόμενους νοσηλευτές, οι οποίοι θα μπορούν με την απόκτηση της ειδικότητας αμέσως μετά το πτυχίο να προσφέρουν υπηρεσίες εκπαιδευόμενοι και παράλληλα να ανακουφίζουν το δραματικά φορτωμένο υπάρχουν προσωπικό.

Εφόσον αυτό νομοθετηθεί -θα γίνει άμεσα όπως αναφέρουν από το υπουργείο Υγείας- θα προχωρήσει η διαδικασία με ταχύ ρυθμό μέσω των Υγειονομικών Περιφερειών. Ο στόχος της ηγεσίας είναι μέχρι το τέλος του έτους να έχει δρομολογηθεί η τοποθέτηση των ειδικευόμενων νοσηλευτών σε νοσοκομεία της Αττικής και της περιφέρειας, ανάλογα με τις ελλείψεις.

Αλλάζει η δύσκολη καθημερινότητα των χρονίως και σοβαρά πασχόντων

Με «χειρουργικές» διορθωτικές κινήσεις στη λειτουργία του ΕΟΠΥΥ επιχειρείται να βελτιωθεί η καθημερινότητα των πολιτών, ιδίως των χρονίως ασθενών καθώς και των σοβαρά πασχόντων. Έτσι, στο πλαίσιο αυτό επεκτείνεται η διάρκεια των επαναλαμβανόμενων συνταγών για τους χρονίως πάσχοντες από τρίμηνη που είναι σήμερα σε χρόνια, κάτι που είχε σχεδιαστεί επί υπουργίας Άδωνι Γεωργιάδη αλλά δεν προχώρησε. Πρόκειται για μία απόφαση που μόλις ληφθεί θα αλλάξει άρδην την καθημερινότητα για τουλάχιστον 1,2 εκατ. ασφαλισμένους του ΕΟΠΥΥ που λαμβάνουν χρόνιες θεραπείες, και οι οποίοι μέχρι σήμερα αναγκάζονται να επισκέπτονται τον γιατρό γα συνταγογράφηση τουλάχιστον τέσσερις φορές τον χρόνο. Παράλληλα, ξεκινά η κατ’ οίκον δωρεάν διανομή φαρμάκων για συγκεκριμένες ομάδες ασθενών όπως π.χ. ογκολογικοί ασθενείς ή ΑμΕΑ. Σημειώνεται ότι το τελευταίο είχε εξαγγελθεί αρκετές φορές τα τελευταία τέσσερα χρόνια αλλά ουδέποτε υλοποιήθηκε.